Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης, δικηγόρος Αθηνών-Συνταγματολόγος
Στις 25/5/2016 (ΦΕΚ με αριθμό φύλλου 1472), δημοσιεύθηκε από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα που είχε προηγουμένως εγκρίνει το ΤΑΙΠΕΔ με την από 26.4.2016 απόφασή του. Με το νόμο 4389/2016 επέρχεται μεταβίβαση στην ΕΕΣΥΠ ΑΕ ποσοστού 50,003% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ ΑΕ.. Το 2016 μεταφέρθηκε στο υπερταμείο – ΤΑΙΠΕΔ το σύνολο της δημόσιας περιουσίας, των κρατικών επιχειρήσεων – και της ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ – ακόμη και των υδρογονανθράκων και αρχαιολογικών χώρων.
Τον Ιούλιο του 2023, με τροπολογία , ο έλεγχος του νερού επανέρχεται στο δημόσιο, μετά και τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εκδόθηκαν οι 7 και 8/2023 αποφάσεις του Συμβουλίου Συμμόρφωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες δέχονται την προσφυγή των εργαζομένων της ΕΥΔΑΠ ότι το υπουργείο Οικονομικών με το νόμο του δεν συμμορφώθηκε με τις αποφάσεις της Ολομέλειας του συμβουλίου της επικρατείας 190 και 191/2022 για την έξοδο των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ από το Υπερταμείο και διατάσσει το υπουργείο την επιστροφή τους στο Δημόσιο. Με το νόμο 4964/2022 , η ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ παραμένει στον έλεγχο του υπερταμείου, όπως νομοθετήθηκε το 2016. Ουσιαστικά δηλαδή η Επιτροπή του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίνει ότι ο νόμος 4964/2022 (του περασμένου καλοκαιριού) παραβιάζει τις αποφάσεις της Ολομέλειας για την αντισυνταγματικότητα της υπαγωγής των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στο Υπερταμείο και διατάσσει την επιστροφή τους στο Δημόσιο.
Το καλοκαίρι του προηγούμενου έτους, ψηφίσθηκαν τα άρθρα 114 και 115 του νόμου 4964/2022, με τα οποία ο έλεγχος της πλειοψηφίας των μετοχών των δημόσιων επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης (ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ) παρέμενε στο Υπερταμείο στο οποίο είχαν υπαχθεί το 2016. Η παραμονή στο υπερταμειο- Ταϊπέδ μίας δημόσιας επιχείρησης , σημαίνει ότι βρίσκεται σε στάδιο αποκρατικοποίησης και αργά ή γρήγορα θα αποκρατικοποιηθεί. Οι εισηγμένες εταιρείες που θα περάσουν στο υπερταμείο μετά την παρακράτηση των μετοχών, θα παραμείνουν στο ΤΑΙΠΕΔ για να πουληθούν. Με την τροπολογία του Ιουλίου 2023 , επέρχεται απενταξη από το υπερταμείο των επιχειρήσεων διαχείρισης του νερού και επαναφορά τους στο δημόσιο .
Από τα πρώτα Μνημόνια, ξεκίνησε η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του νερού, η οποία προσέκρουσε διαχρονικά στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στην αντισυνταγματικότητα της συγκεκριμένης διάταξης και στην δικαιολογημένη κοινωνική κατακραυγή. Το νερό αποτελεί κοινωνικό αγαθό πρώτιστης ανάγκης , απαραίτητο για την επιβίωση του ανθρώπου και δεν θα πρέπει να καταστεί εμπόρευμα. Το Νερό δεν μπορεί να ενταχθεί υπό τη ρύθμιση κάποιας αρχής, που λογοδοτεί μόνο στον εαυτό της. Το Σύνταγμα, απαγορεύει ξεκάθαρα, να βρεθεί το Νερό εκτός δημοσίου ελέγχου. Το Συμβούλιο της Επικρατείας, με επανειλημμένες αποφάσεις του, έχει θέσει εμπόδια στις άμεσες ή έμμεσες προσπάθειες των κυβερνήσεων , να ιδιωτικοποιήσουν το Νερό. Την αντίθεσή της, στην ιδιωτικοποίηση του νερού , δημοσίευσε η ΄Ενωση Διοικητικών Δικαστών της χώρας. Τα σωματεία εργαζομένων στην ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ καταγγέλλουν και προειδοποιούν για τις επιπτώσεις της ιδιωτικοποίησης του νερού. Με βάση το άρθρο 24 του Συντάγματος, η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αποτελεί ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Οι πηγές προστατεύονται ,ως μέρος του φυσικού περιβάλλοντος, από το κράτος.
Ως απαραίτητο κοινωνικό αγαθό για την επιβίωση του ανθρώπου, η έμμεση απαγόρευση πρόσβασης πολλών ανθρώπων στο νερό, θα επιφέρει δυστυχώς θανάτους συνανθρώπων μας. Το νερό αποτελεί το ύψιστο κοινωνικό αγαθό, το οποίο θα πρέπει να απολαμβάνουμε όλοι μας. Το νερό αποτελεί κοινωνικό αγαθό πρώτιστης ανάγκης, απαραίτητο για την επιβίωση του ανθρώπου και θα πρέπει να προσφέρεται σε πολύ χαμηλή τιμή. Ειδικότερα, σε περιοχές όπου η ίδια η φύση, προσφέρει άφθονες ποσότητες νερού , θα πρέπει το τιμολόγιο ύδρευσης, να προβλέπει την χαμηλότερη δυνατή τιμή.
Η εκάστοτε Δημοτική Αρχή, οφείλει να διασφαλίζει στην πράξη, όχι μόνο τον δημόσιο χαρακτήρα του νερού, αλλά και την ποιότητα νερού που παρέχει στους δημότες.
Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, οι τοπικές κοινωνίες, σύλλογοι, οι εισαγγελείς, περιβαλλοντολογικές οργανώσεις, φορείς, τοπικά συμβούλια μπορούν να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς γνωρίζουν τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής. Μέσα από ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων, των πηγαίων νερών, με επενδύσεις σε έργα υποδομής, σε έργα ουσίας και σε εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού, «χτίζεις» τις βάσεις, για να προσφέρεις στους πολίτες ποιοτικό κι ασφαλές νερό.
Ως «εμβληματικής σημασίας δικαίωμα» , χαρακτηρίζεται το δικαίωμα στο νερό, καθώς , πάνω του στηρίζονται τα υπόλοιπα ανθρώπινα δικαιώματα, ξεκινώντας από τη ζωή και επιβίωση, την υγιεινή, του ικανοποιητικού επιπέδου διαβίωσης και άλλα.
Με τη μη κατοχύρωση της προσβασιμότητάς του νερού και μάλιστα της καλής ποιότητας νερού, από όλους τους πολίτες, προσβάλλονται ακολούθως βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Για τον λόγο τούτο, το νερό αποτελεί κομβικό σημείο και προτείνεται η συνταγματική κατοχύρωση, αφενός του νερού ως δημόσιου αγαθού και αφετέρου του δικαιώματος του νερού ως καθολικού δικαιώματος. Το ψήφισμα 64/292 της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, αναγνωρίζει το δικαίωμα όλων των πολιτών σε ασφαλές πόσιμο νερό, ως ανθρώπινο δικαίωμα. Η Ευρωπαϊκή οδηγία 2000/60/ ΕΚ , κατοχυρώνει το δικαίωμα πρόσβασης όλων των πολιτών σε πόσιμο νερό. Επιπροσθέτως, η Ευρωπαϊκή οδηγία 98/83/ ΕΚ, αναγνωρίζει το δικαίωμα πρόσβασης όλων. Νερό και ζωή, είναι αναπόσπαστα δεμένες έννοιες και χωρίς νερό, δεν μπορεί να υπάρξει ζωή. Δικαστικές αποφάσεις διαχρονικά, έχουν αναγνωρίσει το δικαίωμα πρόσβασης όλων των πολιτών σε πόσιμο νερό, ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα . Με βάση το άρθρο 24 του Συντάγματος, η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Οι πηγές προστατεύονται ,ως μέρος του φυσικού περιβάλλοντος.
Τη συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος στο νερό ως δημόσιο αγαθό και του δικαιώματος στο νερό ως καθολικού δικαιώματος ,προτείνει η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ).
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε ένα σύνθετο και αντιφατικό θεσμικό πλαίσιο όσον αφορά τη διαχείριση του νερού, καθώς ενώ η κοινοτική οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα αποτελεί μια προοδευτική νομοθεσία για την περιβαλλοντική αξία του νερού, αγνοεί την κοινωνική του αξία και τις ανισότητες που προκύπτουν από τα μοντέλα διαχείρισης του νερού. Και όχι μόνο αυτό αλλά η ΕΕ, υιοθετώντας τις πολιτικές της Παγκόσμιας Τράπεζας και των άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, έχει ηγετικό ρόλο παγκοσμίως στην ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στις πόλεις σε αναπτυσσόμενες χώρες καθώς προωθεί ενεργά το λεγόμενο «γαλλικό μοντέλο» των ιδιωτικοποιήσεων, με βάση τη σύμπραξη εταιρικής σχέσης μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ). Οι ΣΔΙΤ μπορεί να συγχέονται συχνά με τις ιδιωτικοποιήσεις, όμως αποτελούν ένα εξελιγμένο, και άκρως προσοδοφόρο για τον ιδιωτικό τομέα, μοντέλο διαχείρισης.
Όσον αφορά στις εταιρείες ύδρευσης, ο ιδιωτικός τομέας δεν επωφελείται μόνο από την μετοχική πλειοψηφία αλλά και από τον έλεγχο της πληροφορίας στη διαχείριση του νερού και κυρίως στη συντήρηση και επέκταση των δικτύων, οι οποίες απονέμονται στον ιδιωτικό τομέα λόγω του κόστους και της υποτιθέμενης τεχνολογίας που απαιτείται και που «λείπει» από το δημόσιο. Έτσι τα οφέλη για τον ιδιωτικό τομέα δεν προκύπτουν μόνο από το κεφάλαιο της κοινοπραξίας αλλά είναι κρυμμένα στο κόστος συντήρησης και επέκτασης των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης, όπου και οι εταιρείες ύδρευσης προτείνουν μεγάλα έργα, δικούς τους εργολάβους και οικονομικά κοστοβόρες λύσεις, τις οποίες και επωμίζονται οι χρήστες, ή πλέον πελάτες, νερού.
Σε σχέση με την κατασκευή μεγάλων έργων, η έλλειψη δημόσιων πόρων έχει παραλύσει πολλά μεγάλα, συνήθως αντικρουόμενα, υδροδοτικά έργα. Είναι όμως αυτή η έλλειψη δημόσιας χρηματοδότησης που ανοίγει νέους δρόμους για την ένταξη του ιδιωτικού τομέα στη διαχείριση του νερού καθώς οι ιδιωτικές εταιρείες αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας τα μεγάλα έργα και επωφελούνται τον έλεγχο των κερδών που προκύπτουν από τις νέες υποδομές, οι οποίες αφορούν συνήθως παραγωγικούς τομείς όπως η άρδευση. Καθώς στόχος πλέον στην ιδιωτική διαχείριση του νερού γίνεται η μεγιστοποίηση του κέρδους, αναπτύσσεται και μια εμμονή σε μεγαλοκατασκευαστικές λύσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι «αυξανόμενες» ανάγκες σε νερό, τις οποίες οι ίδιες εταιρίες προωθούν.
Η πρόσβαση σε πόσιμο νερό και σε αποχέτευση έχει αναγνωριστεί από τα Ηνωμένα Έθνη ως οικουμενικό δικαίωμα. Όλα τα υδάτινα σώματα (ποτάμια, λίμνες, υγρότοποι, υπόγεια ύδατα) θα πρέπει να είναι δημόσια, υπό συνεχή δημόσιο έλεγχο και ευθύνη και οι όποιες χρήσεις τους να καθορίζονται αποκλειστικά από τους αρμόδιους δημόσιους φορείς. Η κοινή χρήση προσήκει σε όλους και δεν μπορεί ο ένας να αποκλείει αυτήν από τον άλλον. Ακόμα και στην περίπτωση θεωρούμενης «ιδιωτικής χρήσης» κάποιου υδάτινου σώματος (π.χ. γεώτρηση), η οποιαδήποτε χρήση ή επέμβαση σε αυτό θα πρέπει να προσδιορίζεται ρητά από τον αρμόδιο φορέα της πολιτείας. Υποχρέωση των δημόσιων αρχών είναι, μεταξύ άλλων, η παροχή κατάλληλων υποδομών και η ενίσχυση των τομέων έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης σε μεθόδους βελτιστοποίησης των αποθεμάτων και αναβάθμισης των δικτύων, καθώς και σε ορθολογικές παρεμβάσεις για θέματα όπως τιμολόγησης, κατασπατάλησης αποθεμάτων σε επίπεδο νοικοκυριού ή και δημόσιας χρήσης, κ.ά. Οι πολίτες / χρήστες κατέχουν επίσης σημαντικό μερίδιο ευθύνης και μπορούν να συμβάλουν στην προστασία των υδατικών πόρων με την υιοθέτηση πρακτικών εξοικονόμησης νερού, αποφυγής δραστηριοτήτων που προκαλούν ρύπανση των υδάτων και καταβολή τιμήματος αντίστοιχου του νερού που χρησιμοποιούν. Για το σκοπό αυτό, προτείνεται η προώθηση ολοκληρωμένης πολιτικής για τη δημιουργία μιας νέας κουλτούρας και τη διαμόρφωση υδατικής συνείδησης (από μικρή ηλικία) σχετικά με την αξία του πόρου και την ορθολογική του χρήση.H ολοκληρωμένη, ορθολογική και βιώσιμη διαχείριση του δημόσιου αγαθού, φυσικού πόρου και περιβαλλοντικού αγαθού, όπως είναι το νερό, πρέπει να είναι δημόσια, απαραίτητη προϋπόθεση και μοναδικός ενδεδειγμένος τρόπος για την προστασία, ανάπτυξη και καλή κατάσταση του πόρου, με παράλληλη εξασφάλιση της ελεύθερης πρόσβασης από όλους. Τα απαραίτητα συστατικά της δημόσιας διαχείρισης από τους αρμόδιους φορείς παρουσιάζονται ακολούθως:
• Ολοκληρωμένη διαχείριση σε επίπεδο λεκάνης απορροής με την ανάκτηση του οικονομικού, περιβαλλοντικού και του κόστους φυσικού πόρου, που να λαμβάνει υπόψη τη χωρική και χρονική μεταβολή των παραμέτρων που προσδιορίζουν το υδατικό ισοζύγιο. • Δημόσια λειτουργία των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, χωρίς να αποκλείεται η συμμετοχή ιδιωτών σε επιμέρους λειτουργίες, όπως στη μελέτη, κατασκευή ή και λειτουργία έργων (π.χ. βιολογικών καθαρισμών).
• Ανάγκη περαιτέρω αναβάθμισης του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης. Οι οργανισμοί ύδρευσης και αποχέτευσης πρέπει να επιτελούν κοινωνικό έργο, καθώς οι προσφερόμενες υπηρεσίες συνεισφέρουν άμεσα στο επίπεδο διαβίωσης, την προστασία της δημόσιας υγείας και την αειφορία του περιβάλλοντος. • Λήψη μέτρων χρηστής διαχείρισης του νερού και ελέγχου της κατανάλωσής του. Ιδιαίτερα σε περιπτώσεις ξηρικών ετών, πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα περιορισμού της αλόγιστης κατανάλωσης νερού και όχι μόνο με αύξηση της τιμής του. Επιπλέον, η χρήση του νερού σε κάθε γεωγραφική περιοχή πρέπει να είναι συμβατή με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.
• Ανάπτυξη υδατικής συνείδησης σε πολίτες / μαθητές σχετικά με την αξία του πόρου. Η πιο αποδοτική διαχείριση του νερού πραγματοποιείται από ενημερωμένους πολίτες / χρήστες, οπότε καθίσταται και πιο αποτελεσματική η εφαρμογή σχετικών πολιτικών.
Δικαίωμα στο νερό:
Η Επιτροπή των Η.Ε. για τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα αναγνώρισε ως θεμελιώδες δικαίωμα όλων των ανθρώπων την πρόσβαση σε επαρκείς ποσότητες πόσιμου νερού για προσωπική και οικιακή χρήση (Νοέμβριος 2003) . Τον Μάρτιο 2005 ξεκίνησε η 10ετής καμπάνια των Η.Ε. με τίτλο «Νερό για Ζωή» .Οι «Στόχοι της Δεκαετίας» που υιοθετήθηκαν από τις κυβερνήσεις το 2000, αποτελούν το ελάχιστο που μπορεί να κάνει η παγκόσμια κοινότητα για να μειωθεί στο μισό ο αριθμός των ανθρώπων και ιδιαίτερα των παιδιών που πεθαίνουν κάθε χρόνο από ασθένειες που έχουν να κάνουν με το νερό. Το 2004 η Ε. Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τίτλο: «Διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών: πρόληψη, προστασία και μείωση των επιπτώσεών τους» .Το 2007 υιοθετήθηκε και δημοσιεύθηκε η Οδηγία 2007/60/EC για την εκτίμηση και την διαχείριση του κινδύνου των πλημμυρών, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 26 Νοεμβρίου 2007. Αυτή η οδηγία απαιτεί τα Κράτη Μέλη (ΚΜ) να εκτιμήσουν εάν όλα τα υδατορεύματα και οι ακτογραμμές βρίσκονται σε κίνδυνο από πλημμύρες, να χαρτογραφήσουν μέτρα κατά της πλημμύρας και τα πάγια και τους ανθρώπους που βρίσκονται σε κίνδυνο σε αυτές τις περιοχές και να πάρουν επαρκή και αποτελεσματικά μέτρα για να ελαττώσουν αυτόν τον κίνδυνο των πλημμυρών. Με αυτή την οδηγία ενισχύεται το δικαίωμα του κοινού να έχει πρόσβαση στην πληροφορία και να έχει λόγο στην διαδικασία σχεδιασμού.