Στις 24 Φεβρουαρίου, η εποχή της αναζήτησης της Ρωσίας για τη θέση της στον Δυτικοκεντρικό κόσμο τελείωσε. Σε αυτόν τον κόσμο, όλα τα πολιτικά κίνητρα προήλθαν μόνο από τη Δύση. Οι Δυτικές χώρες επίσης καθόρισαν τους βασικούς κανόνες αυτού του κόσμου και επέτρεψαν, κατά το δοκούν, σε άλλους συμμετέχοντες να έχουν μερίδιο στα οφέλη της εγκαθιδρυμένης τάξης. Τις προηγούμενες δεκαετίες, η Ρωσία αναζήτησε τη θέση της σε αυτόν τον κόσμο με έναν τρόπο ο οποίος βρισκόταν σε συμφωνία με τα συμφέροντά της. Αρχικά προσεκτικά και συνεσταλμένα κατόπιν πολύ πιο επίμονα, η Ρωσία έδωσε το σήμα ότι η αδιαφορία για τα συμφέροντά της θα οδηγούσε σε παγκόσμια κρίση.
Σε απάντηση σε αυτό, η Δύση άρχισε να θεωρεί τη Ρωσία το κυριότερο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η ευρωπαϊκή ασφάλεια. Το κύριο θέμα ήταν το μέτρο της ρωσικής ενοχής για τα γεγονότα που συνέβαιναν στην Ανατολική Ευρώπη – τη Μολδαβία, τη Λευκορωσία, το Ντονμπάς και την Κριμαία. Μέχρι το τέλος του 2020 εθεωρείτο κοινός τόπος να εκτελεί στρατιωτικές προκλήσεις στα σύνορα της Ρωσίας, δοκιμάζοντας την πολιτική θέλησης της ρωσικής ηγεσίας σε σχεδόν καθημερινή βάση. Η επικίνδυνη εγγύτητα των στρατιωτικών πλοίων, ο ελιγμός των στρατιωτικών στόλων κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, οι προκλήσεις στο Ντονμπάς και την Κριμαία, η συνεχής πολιτική πίεση, οι κυρώσεις, οι κυβερνοεπιθέσεις, καθώς επίσης και η συνεχής απειλή κλιμάκωσης της διένεξης έγιναν αναπόσπαστο χαρακτηριστικό του επονομαζόμενου πολιτικού διαλόγου με τη Ρωσία.
Κατά τη διάρκεια αυτών των δεκαετιών, η ρωσική γραμμή βασιζόταν στη διπλωματία. Η ρωσική αντίδραση ήταν περίπλοκη, μεθοδική και απευθυνόταν στην κοινή λογική των ηγετικών ελίτ της Δύσης. Σε μια σειρά δημόσιων εμφανίσεων στα σημαντικά ξένα φόρα και μέσω μιας λίστας πρωτοβουλιών με σκοπό να δημιουργήσει ένα νέο καθεστώς ασφάλειας στην Ευρώπη -όπως η Ευρωπαϊκή Συνθήκη Ασφάλειας (European Security Treaty)-, η Ρωσία ζητούσε συμπαγή και αδιαίρετη αρχιτεκτονική ευρωπαϊκής ασφάλειας μέσω συμβιβασμού και διπλωματίας. Όταν, τελικά, συνειδητοποίησε ότι αυτές οι προσπάθειες δεν στέφθηκαν με επιτυχία, υιοθέτησε τη λογική της Δύσης, σύμφωνα με την οποία η ευρωπαϊκή ασφάλεια είχε ένα μόνο πρόβλημα. Η Ρωσία τώρα σκέφτεται με τον ίδιο τρόπο: το βασικό πρόβλημα του ευρωπαϊκού συστήματος ασφάλειας βρίσκεται στον στρατιωτικό ακτιβισμό των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Μετά από λίγο, τα συναισθήματα για την υφιστάμενη έντονη κρίση θα υποχωρήσουν και αναπόφευκτα θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις. Όμως, σε οποιαδήποτε περίπτωση, η Ρωσία θα μετατοπίσει το όριο ασφαλείας πιο μακριά από τα σύνορά της, βαθύτερα προς τη Δύση. Η Ουκρανία θα αποκτήσει νέα κυβέρνηση και θα αποστρατιωτικοποιηθεί – αυτό είναι σίγουρο. Είναι πάρα πολύ πιθανό ότι η Ουκρανία θα γίνει το τρίτο μέλος της ένωσης μεταξύ Ρωσίας και Λευκορωσίας. Αν η αμερικανική απειλή δημιουργίας υποστηρικτικού συστήματος για τον ουκρανικό υπόγειο σιδηρόδρομο με τα στρατόπεδα ανάπτυξης στην περιοχή των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης αρχίσει να υλοποιείται, η Ρωσία θα έχει στο μυαλό της μια συμμετρική αντίδραση η οποία θα είναι έντονη πίεση στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Με το πέρασμα του χρόνου, αυτή η υβριδική αντιπαράθεση πρέπει να τελειώσει, όπως τελείωσε ανάμεσα στη Ρωσία και στην Τουρκία, οι οποίες χρησιμοποίησαν παρόμοια εργαλεία επιρροής η μία προς την άλλη. Στον νέο κόσμο, η Ρωσία δεν θα ανεχτεί παραβιάσεις των δικαιωμάτων των ανθρώπων με ρωσική ταυτότητα, οπουδήποτε και να ζουν. Θα τους υπερασπιστεί αυστηρά και επίμονα. Η ανταλλαγή κυβερνοεπιθέσεων θα γίνει κοινός τόπος σε έναν κόσμο στον οποίο η άμεση στρατιωτική διένεξη μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης θα είναι αδύνατη. Θα γίνει μια -σχετικά- ρουτίνα επίδειξης στρατιωτικών προθέσεων και δυναμικής. Σε περίπτωση ανάπτυξης των επιθετικών όπλων του ΝΑΤΟ στα ρωσικά σύνορα, για παράδειγμα στην περιοχή των χωρών της Βαλτικής ή στην Πολωνία, η Ρωσία θα δημιουργήσει απειλές σε απρόσμενα μέρη στην Ευρώπη και στο Δυτικό ημισφαίριο.
Η βασική διαδικασία αυτού του νέου κόσμου θα είναι ελεγχόμενη αντιπαράθεση ανάμεσα στη Ρωσία και στη Δύση, αποτρέποντας αυθόρμητη κλιμάκωση προς πόλεμο. Ο στόχος της Ρωσίας παραμένει αμετάβλητος – να δημιουργήσει ένα δικαιότερο σύστημα ασφάλειας στην Ευρώπη το οποίο θα λαμβάνει υπ’ όψιν του τα ρωσικά συμφέροντα καλύτερα. Αυτό το σύστημα θα πρέπει να βασίζεται σε κανόνες συνετής συμπεριφοράς και στην άρνηση να δημιουργηθούν αμοιβαίες στρατιωτικές απειλές. Η αλληλεξάρτηση ανάμεσα στη Ρωσία και στις άλλες χώρες της Δύσης θα αποδυναμωθεί, όμως δεν θα αποδυναμωθεί τελείως. Οι παραδόσεις των ρωσικών πηγών ενέργειας σε αντάλλαγμα με τις Δυτικές τεχνολογίες θα έχουν ζήτηση. Δεν είναι πιθανό ούτε να εξαιρεθεί τελείως η Ρωσία από το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Παρ’ όλα αυτά, οι επιβεβλημένες κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ θα επιταχύνουν την απόσυρση από το δολάριο στις διεθνείς συμφωνίες.
Αν και στα πρωτοσέλιδα των μέσων ενημέρωσης παγκοσμίως βλέπουμε την οπτική της υφιστάμενης κρίσης μέσα από τα μάτια της Δύσης, οι σημαντικοί παράγοντες της παρούσας κατάστασης είναι οι χώρες της Ανατολής όπως η Κίνα, η οποία έχει επιλέξει μια προσεκτική γραμμή σχετικά με αυτό που συμβαίνει και στέλνει σήματα ότι είναι μια χώρα από αυτές που ενδιαφέρονται να δημιουργήσουν μια πολυκεντρική παγκόσμια τάξη. Η θέση άλλων ομάδων ελίτ -οι οποίες έχουν τη δύναμη να ασκήσουν επιρροή- επίσης δείχνει πως δεν υπάρχει αλληλεγγύη ανάμεσα σε αυτές και στις χώρες της Δύσης αναφορικά με αυτό που συμβαίνει τώρα. Το Ιράν, το Αζερμπαϊτζάν, η Τουρκία, η Βραζιλία και το Πακιστάν δηλώνουν με τη στάση τους ότι τα εθνικά τους συμφέροντα είναι διαφορετικά από αυτά της Δύσης σε ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Ο επιχειρησιακός χαρακτήρας της μεγαλύτερης στρατιωτικής κρίσης στην Ευρώπη από την επίθεση του ΝΑΤΟ στο Βελιγράδι δείχνει ότι οι διεθνείς σχέσεις επιστρέφουν στην ιστορική τους νόρμα. Έχει πολλά κέντρα πρωτοβουλιών τα οποία συναγωνίζονται μεταξύ τους για παγκόσμια επιρροή. Υπάρχουν περισσότεροι κίνδυνοι στον κόσμο, όμως πολύ περισσότερη προσοχή.