Ενώ η χώρα ψάχνει απεγνωσμένα πρόσθετους πόρους για να καλύψει τις μαύρες τρύπες του προϋπολογισμού, η φοροδιαφυγή καλπάζει, το παρεμπόριο «τσακίζει» τα μαγαζιά και τέλος, το λαθρεμπόριο/νοθεία των καυσίμων φαίνεται ότι έχει πάρει διαστάσεις λαίλαπας. Ως προς το τελευταίο ντοσιέ του ανωτέρω τρίπτυχου, Σύνδεσμοί και Ομοσπονδίες επιχειρήσεων που εμπλέκονται στην εμπορία των καυσίμων, εκτιμούν ότι οι διαφυγόντες έμμεσοι φόροι είναι της τάξης των 500 εκατομμυρίων.
Από την άλλη, έκθεση του ΔΝΤ, αγγίζοντας μια δεύτερη πτυχή του θέματος, σημειώνει ότι η έλλειψη ανταγωνισμού στον υπό εξέταση χώρο κοστίζει στους έλληνες καταναλωτές ένα δις ευρώ.
Ένας αόρατος μηχανισμός διακίνησης ενός ογκωδέστατου προϊόντος λειτουργεί παράνομα και ανέγγιχτα. Το λαθρεμπόριο καυσίμων αρχίζει με την ελεύθερη κυκλοφορία των βενζινών / ντίζελ στους δρόμους μέσω βυτιοφόρων ή στη θάλασσα με τα ειδικά πλοιάρια εφοδιασμού των πλοίων, (τα σλέπια). Συνεχίζει με την παράνομη αποθήκευσή τους σε μεγάλες δεξαμενές και ακολούθως την εικονική εξαγωγή τους ή τη διοχέτευσή τους στην εγχώρια αγορά. Τέλος ολοκληρώνει τον κύκλο του με τον αποχρωματισμό των καυσίμων και τη χρήση τους για άλλους σκοπούς προκαλώντας παράλληλα προβλήματα στη υγεία των πολιτών λόγω προσμίξεων με χημικές ουσίες (θείο).
Η αγορά των καυσίμων, εξαιτίας της υφιστάμενης απραξίας της πολιτικής ηγεσίας και της μη υιοθέτησης έως σήμερα αυτονόητων μέτρων, φαίνεται ότι κινείται σε ένα πολιτικό περιβάλλον χαρακτηριστικά του οποίου είναι οι ακόλουθες συνιστώσες: H δειλία και η υποκρισία. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι οι «πεφωτισμένοι» αρχηγοί και υπουργοί μας θέλουν διακαώς αλλά αδυνατούν να ελέγξουν το κύκλωμα αυτό, εφαρμόζοντας βέλτιστες πρακτικές γνωστές σε όλο τον κόσμο. Δεν ψάχνουμε βελόνα στα άχυρα άλλα τόνους καυσίμων που χάνονται σε μια αγορά, όπου εμπλέκονται πολλά συμφέροντα.
Από την άλλη, η οικονομική θεωρία και ειδικότερα η Θεωρία της Προσόδου οδηγεί σε σκέψεις και υπόνοιες για την ύπαρξη ενός υφέρποντος χρηματισμού πολιτικών προσώπων, τα οποία με τη συμπεριφορά τους προσφέρουν μια προνομιακή θέση σε «παίχτες» του κλάδου. Η θέση της χώρας ως της 80ης πιο διεφθαρμένης στον πλανήτη μας επιτρέπει να αποδεχθούμε καταρχήν τα ανωτέρω ως υποθέσεις.
Όλα τα προαναφερθέντα ενισχύουν τέλος, έναν άλλον παράγοντα, τον φόβο. Αυτός με τη σειρά του επηρεάζει αρνητικά τις λειτουργίες της Διοίκησης, όπως και την ίδια την κοινωνία, που μένει άναυδη, βλέποντας οργίλους πολιτικούς να αφορίζουν απλά το πρόβλημα!
Η έκφραση της πολιτικής βούλησης με σκοπό το δραστικό περιορισμό της νοθείας και του λαθρεμπορίου των καυσίμων, θα μπορούσε να καταρρίψει τις ανωτέρω επιβαρυντικές, για το πολιτικό μας σύστημα, υποθέσεις. Γι’ όλα αυτά όμως χρειάζεται ένας απλός μηχανισμός εποπτείας, ο οποίος θα αντιμετωπίσει με τις απλές συνταγές της επιστήμης του Μάνατζμεντ «τη μεγάλη φωτιά με την φωτιά», θα χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την τεχνολογία, θέτοντας ταυτόχρονα ένα δεσμευτικό πλαίσιο διοικητικών προστίμων και ένα σύνολο διατάξεων που αφορούν στο «μαύρο χρήμα» και στο «πόθεν έσχες» των εμπλεκομένων τόσο από τη πλευρά της προσφοράς, όσο και από την πλευρά των εποπτευουσών αρχών-συμπεριλαμβανομένων και πολιτικών προσώπων.
Μια ομάδα εργασίας του Τμήματος των Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ σε συνεργασία με άλλους φορείς, ασχολήθηκε με την πρόταξη μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος της νοθείας και του λαθρεμπορίου καυσίμων. Τα αποτελέσματά της θα ανακοινωθούν στις επόμενες ημέρες. Η έρευνα συστηματικοποιεί τις υφιστάμενες απόψεις και προτάσεις, εισάγοντας πρόσθετα κάποιες άλλες λύσεις, που είναι ικανές να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού εποπτείας αυτής της τόσο ιδιόρρυθμης αγοράς, μιας αγοράς χωρίς οίκτο!
Δημήτρης Μάρδας
Καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ