Λίγο πριν εκπνεύσει αυτή η χρονιά και μέσα στις λάμψεις των γιορτών μας, η πολιτεία -μέσω των οργάνων της– δολοφόνησε ένα από τα παιδιά της. Εξέπνευσε άλλη μια από τις ελπίδες της για έναν καλύτερο κόσμο.

Λυπηθήκαμε ως κοινωνία. Πονέσαμε, όπως για κάθε χαμό ενός νέου παιδιού. Στη συνέχεια, προβληματιστήκαμε από την οργή που ξεχείλισε στους δρόμους. Κάποιοι αφυπνιστήκαμε. Αγανακτήσαμε ενδεχομένως με τη νεανική μανία που έκαψε κτίρια, τρομάξαμε από τους ήχους των κροτίδων και πνιγήκαμε από τους καπνούς των δακρυγόνων. Απογοητευτήκαμε με τις εικόνες καταστροφής περιουσιών. Αυτά, όσον αφορά στα δικά μας συναισθήματα.

Αναρωτηθήκαμε τάχα εμείς, από τους βολικούς καναπέδες μας, τι φταίει αλήθεια και όλοι αυτοί οι νέοι –με ή χωρίς κουκούλες– διαδήλωσαν και φώναξαν με οργή, άλλοι ξέσπασαν με θυμό και κάποιοι με τόση βία στους φωτεινούς δρόμους, ταρακούνησαν το καλοστημένο μας «σύστημα»; Σκεφτήκαμε άραγε, ως κοινωνία, πόση απελπισία περιέχει αυτή η βία; Αν οι νέοι του Internet και της περισσής μελέτης σε παπαγαλίστικα κείμενα, νούμερα, γλώσσες και φροντιστήρια καίνε τελικά τα όνειρα που εμείς τους επιβάλλαμε; Aν τα οράματά τους έχουν μετατραπεί σε εφιάλτες; Πέρασε ενδεχομένως από το μυαλό όλων μας το γεγονός ότι η δολοφονία του 15χρονου από τη σφαίρα οργάνου της εξουσίας ήταν η θρυαλλίδα για τη συνέχεια; To έναυσμα για την έκρηξη της πυριτιδαποθήκης; Το κίνητρο για να σπάσει το χρόνιο απόστημα;

Εθελοτυφλούμε, αν απορούμε και ενιστάμεθα. Γιατί μέσα μας ξέρουμε. Γιατί βουίζουν τα αυτιά μας από τις «κροτίδες» των καταγγελιών, τσούζουν τα μάτια μας από τα «δακρυγόνα» των τηλεπαραθύρων και κλείνουμε τη μύτη μας από τη δυσοσμία της διαφθοράς και των συμφερόντων, τα τελευταία χρόνια, χρόνια που μεγάλωσαν αυτά τα παιδιά. Γιατί ήδη έσπασαν οι «βιτρίνες»της κοινωνίας μας από την προβολή ανίκανων και αναξιόπιστων πολιτικών και από τον προκλητικό πλουτισμό τους για την εξυπηρέτηση του συστήματος. «Καίγεται» καθημερινά η κοινωνία μας από την κακή εκπαίδευση, την αδιέξοδη παιδεία, την κακή περίθαλψη, την ανεπαρκή αστυνομία, το εμπόριο ναρκωτικών, τα κατευθυνόμενα μέσα μαζικής ενημέρωσης, την απαξίωση πολιτών, την καταστροφή του περιβάλλοντος… Και δεν τρομάζουμε από αυτές τις καταστροφές: γιατί ο λογαριασμός πηγαίνει κατευθείαν στη νεολαία.

Ποιος εξέθρεψε αυτή την τερατογενή κοινωνία που μόνο βία μπορεί να γεννήσει; Όλοι μας, με την ανοχή μας. Προς τι η έκπληξη και η ενόχληση λοιπόν τώρα; Ποιος εξόργισε και εξόπλισε τη νεολαία ή ακόμη και τους «άθλιους» των δρόμων, τους χουλιγκάνους, τους χαβαλέδες ή ίσως και τους μετανάστες που συμμετέχουν στην εξέγερση; Τυχαία είναι η σημερινή κοινωνική έκρηξη, ο πόλεμος με την εξουσία, έστω και με τις υπερβολές της σε υλικές απώλειες; Ή μήπως οι καμένοι κάδοι και οι σπασμένες βιτρίνες, ακόμη και οι λεηλασίες εξάντλησαν την αντοχή μας σε εικόνες βίας;   

Η αλλοτριωμένη φοβική μας κοινωνία, που βολεύτηκε σε κρατικοδίαιτες καρέκλες και μίζες σιωπής και συμβιβασμού, πρέπει να λησμόνησε πως παράγεται καθημερινά βία σε όλα τα επίπεδα. Λησμόνησε τη βία που υφιστάμεθα από την εξουσία με τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα –μικρά ή μεγάλα– και με τα ξεπουλήματα της χώρας μας, τη βία από τις υποκλοπές, τη βία από τις απάτες στα χρηματιστήρια και τα ομόλογα, το Βατοπέδιο, τη βία της ατιμωρησίας μεγαλοεκδοτών, μεγαλοεπιχειρηματιών, μεγαλοδημοσιογράφων, μεγαλοπολιτικών, μεγαλοοργάνων της εξουσίας. Ή τη βία που ασκεί το κράτος, με τα… οικονομικά συστήματα που δημιουργούν οι ιθύνοντες για να εξαντλούν τις δικές μας αποδοχές… Η κοινωνία μας λησμόνησε, ίσως, τη βία της εικονικής πραγματικότητας και του αποπροσανοτολισμού που μας επιβάλει η τηλεόραση, τη βία του ζουμαρίσματος της ανθρώπινης σκέψης και άποψης, ακριβώς στο ζουμ της κάμερας, τη βία της επιχειρούμενης καθήλωσης αποβλακωμένων πολιτών σε reality, σε κλειδαρότρυπες και ηλίθια τηλεπαιχνίδια.  

Ανεχόμαστε, λοιπόν, τη βία της κρατικής απάθειας απέναντι σε σοβαρά προβλήματα που μαστίζουν την κοινωνία, ανεχόμαστε τη συγκάλυψη της διαφθοράς και την ατιμωρησία αυτών που λεηλατούν την ηθική, τις αξίες, την ιστορία, τους πόρους και το μέλλον των παιδιών μας. Ωστόσο, δεν ανεχόμαστε να κλονίζεται η ησυχία μας από την ηχηρή απάντηση των νεώτερων στους εφιάλτες που τους δίνουμε να πορευτούν. Γιατί εθιστήκαμε… Γιατί εμείς φοβόμαστε να βγούμε στους δρόμους. Πονάει… η μέση μας και όχι η ψυχή μας… Άσε τους νεώτερους λέμε… Γιατί εμείς οι μεγαλύτεροι δεν τολμάμε να αναλογιστούμε πως οι ουσιαστικές ζημιές της κοινωνίας μας δεν είναι τα καμένα κτίρια που επιδιορθώνονται. Είναι οι πληγές που δύσκολα επουλώνονται. Οι νέοι τολμούν, ωστόσο, να επαναστατήσουν για να κάνουν τους εφιάλτες νέα οράματα… Μήπως και προλάβουν… Με επαναστάσεις δεν έγιναν εξάλλου οράματα οι εφιάλτες;