Στα μαθητικά μας χρόνια (κάπου έξι του Γυμνασίου στο ίδιο το θρανίο) μου είχε δώσει την εντύπωση ότι είχα να κάνω με ένα υποψήφιο τυχοδιώκτη. Σχεδόν ποτέ δεν άνοιγε βιβλίο, ερχόταν από το μακρινό Δάσος Χαϊδαρίου στον Πειραιά με ένα τετράδιο στην κωλότσεπη, όμως – ο μπαγάσας – διέθετε μυαλό ξυράφι. Και θράσος! Σκεφθείτε ότι – μιλάμε για το 1961 – συζητούσε με τον φιλόλογο τα προβλήματα των γκέι και με τον γυμνασιάρχη για σοσιαλισμό! Πάντα πρώτος στον πίνακα, μόνιμα ενημερωμένος για τα πολιτικά (μιλάμε για βάρβαρη εποχή με το παρακράτος της Δεξιάς να οργιάζει στο παρασκήνιο και να οπλίζεται για τα όσα θ’ ακολουθούσαν), ήταν η περσόνα του σχολείου, που φοβούνταν οι καθηγητές, γούσταραν οι συμμαθήτριες και μπορούσε να συνεννοηθεί ο καφετζής της γειτονιάς που μας θεωρούσε όλους μας «παιδιά του» και δεν άφηνε καθηγητή να φτάσει μέσα όταν παίζαμε μπιλιάρδο με στοίχημα δίφραγκο!

Αυτά τα ωραία και ανέμελα έληξαν το ‘63, όταν καθένας μας πήρε τον δρόμο του για σπουδές ή μεροκάματο. Τον ξανάδα μετά από δυο χρόνια, όταν σμηνίτης με ωτοστόπ έφυγα από τη Νέα Αγχίαλο της Μαγνησίας, νύχτα για τη Θεσσαλονίκη. Θα παρακολουθούσα τον αγώνα ποδοσφαίρου του Εθνικού στην παλιά Τούμπα, ήθελα να δω από κοντά το φαινόμενο που ονομαζόταν «Κούδας», όμως στις τρεις τα ξημερώματα, χωρίς δεκάρα στις τσέπες, κάπου θα ‘πρεπε να ξαποστάσω ως το απόγευμα που θα γινόταν ο αγώνας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ξαπόστασα σε ένα μικρό νοικιασμένο δωμάτιο του πρώην συμμαθητή μου. Σπούδαζε ιατρική στη Σαλονίκη, τα έφερνε βόλτα δύσκολα, όμως στα μαθήματα ήταν ο κορυφαίος. Και ήρεμος –  οι επαναστατικές του ιδέες έδειχναν να έχουν καλμάρει. Αυτές τις λίγες ώρες που έμεινα κοντά στον υποψήφιο γιατρό, ένοιωσα ότι είχε τη δύναμη να αντέξει, να προκόψει, να γίνει σπουδαίος. Όπως αποδείχτηκε δεν έπεσα έξω. Ο συμμαθητής μου πήρε πτυχίο, μπήκε στην ιατρική αλλά και στην πολιτική, ως γνήσιος γιος πολιτευτή του Κέντρου. Δηλαδή πολιτική ήταν σαφές οικογενειακό μικρόβιο. Αργότερα έμαθα ότι τον γιατρό, μικρό, τον αγαπούσε ο γεροΠαπανδρέου και είχε κάνει τις προβλέψεις του, λέγοντάς του: «Εσύ μια μέρα θα βγεις βουλευτής στη Λακωνία».

Ο Κώστας Αθανασίου Ντέρος – αυτός είναι ο συμμαθητής μου και σταθερά φίλος μου σχεδόν έξι δεκαετίες – πράγματι, κατέβηκε στη δυσκολότερη περιφέρεια για…σοσιαλισμό και βγήκε περίπατο, πείθοντας ότι κάτι μπορούμε ν’ αλλάξουμε σε αυτή την «έρημη χώρα», αρκεί να δουλέψουμε τίμια και να μη κλέβουμε. Τι τα θες! Με τέτοιες αρχές δύσκολα θα μπορούσε να σταθεί στην διάσημη «παράγκα» της Πλατείας Συντάγματος! Στο εκλογοδικείο έχασε την έδρα, όμως δεν μου κακοφάνηκε. Άσκησε την ιατρική στο πιο δύσκολο κομμάτι της. Πρόεδρος του Δημόσιου Ψυχιατρείου. Υπηρέτησε με τιμιότητα σημαντικές θέσεις στο «Ασκληπιείο» και στο «Γενικό», όμως οι ιδέες του τον οδήγησαν συχνά σε συγκρούσεις. Δεν  άντεχε να νιώθει δημόσιος υπάλληλος.

Μέχρι που έφυγε, όταν σε έκθεσή του προς τον υπουργό Υγείας Γεννηματά έκανε σαφές πως «μέσα» μπαίνουν γνωστικοί και βγαίνουν άρρωστοι οι ασθενείς από την αδιαφορία και τις…αλυσίδες. Έφτυσε το σύστημα, αποφασίζοντας ταυτόχρονα να μείνει πιστός στις αρχές του, να φροντίζει όλους τους φουκαράδες, να μη πλουτίσει και όπου τον βγάλει…

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σήμερα, ελάχιστες εβδομάδες πριν βγει στη σύνταξη ο Κώστας Αθανασίου Ντέρος, ο φίλος μου ο γιατρός, «καθηγητής χωρίς έδρα», (αλλά διδάκτωρ της ΖΩΗΣ) δέχεται στο σπίτι του όσους υποφέρουν από τον προστάτη τους, δέχεται άσωτους και ζητιάνους για ένα φιλικό λόγο και ένα μικρό χαρτζιλίκι, πολεμάει με μανία το φακελάκι (ως στέλεχος του γενικού Κρατικού Νίκαιας), ζει σε ένα ημιυπόγειο πνιγμένος από τα βιβλία του (το κυρίως σπίτι δόθηκε προίκα στα κορίτσια του) και όλη του η ζωή καταναλώνεται πρώτα στο να καυτηριάζει το ΨΕΜΜΑ και την αλητεία της ιατρικής και της πολιτικής και ακολούθως στο ψάρεμα, σαλπάροντας  με ένα αυτοσχέδιο ακαλαφάτιστο σκαφάκι που θυμίζει κάπως την «Πιλαρ» του Χεμινγουέϊ και καθόλου τα πολυτελή γιοτ των πλουσίων…

Πως και τον θυμήθηκα τον παλιό μου φίλο; Αυτό δεν ισχύει, αφού ποτέ δεν τον ξέχασα. Όμως, διαβάζοντας σε εβδομαδιαίο περιοδικό ένα στοιχείο που αποκάλυψε ο «Μασκοφόρος» (δηλαδή ο θρυλικός κατσέρ της δεκαετίας του ‘65, που όλα τα συνέτριβε στου «Χρυσοστομίδη» ή στον «Τάφο του Ινδού») παραξενεύτηκα. Είπε στον δημοσιογράφο («Ταχυδρόμος») ο τότε μυστηριώδης «Μασκοφόρος», κατά κόσμον Γιώργος Γκουλιώβας:

«Κανείς δεν ήξερε ότι ο μασκοφόρος αλλά και μαύρος ή κόκκινος δαίμων ήμουν εγώ. Μόνο ένας, ο  καρδιολόγος Κώστας Ντέρος»!

«Ρε Κώστα – του τηλεφώνησα – ήξερες τον Μασκοφόρο και το κρατούσες για πάρτη σου; Εγώ νόμιζα πως είχε έρθει από την Αίγυπτο, το Πακιστάν ή την Κολομβία. Πως άντεξες τόσα χρόνια να φυλάς ένα ψέμα;»

Δεν ενοχλήθηκε, απλά γέλασε μάλλον πικρά και μου πέταξε: «Ρε Γιώργη, έπρεπε να ζήσει ο άνθρωπος, να βγάλει ένα μεροκάματο και παράλληλα να έχει έναν άνθρωπο δίπλα του να του «μαζεύει» τα χτυπήματα και τις πληγές από το ριγκ. Ποιον να εμπιστευτεί τότε, που μπορεί και να του ζητούσαν ολόκληρο μηνιάτικο για να τον γιατρέψουν;».

Αν το ελληνικό κράτος ήταν τίμιο και τηρούσε την… επετηρίδα της αξιοκρατίας, ο γιατρός Κώστας Αθανασίου Ντέρος, ο παλιός μου συμμαθητής, ο παθιασμένος Λάκωνας, ο μόνιμα παθιασμένος υβριστής του συστήματος, σπουδαίος επιστήμονας που περιμένει τη σύνταξη να τα φέρει βόλτα (με σχεδόν μισή ντουζίνα εγγόνια στην αυλή) θα ‘πρεπε να βρίσκεται στη θέση του υπουργού Υγείας, αλλά μην τον ρωτήσετε ποτέ «γιατί δεν δ ι ε κ δ ί κ η σ ε ς φίλε;», γιατί ενδέχεται να βρεις τον μπελά σου.

Είναι ότι, χειρότερο θα μπορούσε να σκεφτεί. Όσο για τον χαρακτήρα του; Όλοι οι προβεβλημένοι γιατροί σήμερα (από τον δήμαρχο Κακλαμάνη και τον Λευτέρη Ανευλαβή ως τον Θανασάκη τον Παπαχριστόπουλο) τον γνωρίζουν καλά. Πολύ καλά!

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης