Οκτώ Μαρτίου, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας. Μια μέρα γεμάτη εκδηλώσεις, παραστάσεις, ομιλίες, γιορτές, δωράκια και πολλά αλλά για να τιμηθούν οι αγώνες των γυναικών επί 60 χρόνια για τα δικαιώματά τους. Αν και πολλές φορές γίνονται όλα αυτά για να δείξουμε απλά πόσο πολύ είμαστε αλληλέγγυοι και πόσο πολύ πιστεύουμε στην ισότητα των δυο φύλων «αντρών και γυναικών».

Στο ερώτημα πόσα πραγματικά κατάφεραν οι γυναίκες σε θέματα ισότητας, ισονομίας και ευκαιριών παγκοσμίως, πρέπει  να απαντήσουν οι ίδιες οι γυναίκες. 

Εγώ όμως, ένας Αφγανός, ένας που κατάγεται από μία χώρα στην οποία οι γυναίκες κακοποιούνταν, νιώθω υποχρεωμένος έστω με τα λίγα ελληνικά που γνωρίζω, να τιμήσω μια γυναίκα Αφγανή. Μια γυναίκα που κατάφερε να φύγει από τη κόλαση που ζούσε στο Αφγανιστάν, είναι τώρα πια εδώ, στη Ελλάδα, και δίνει μάχη με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ίδια και η οικογένεια της για να επιβιώσουν.

Κάθε φορά που βλέπω την κυρία Μαριάμ Α., καθισμένη σε μια γωνία στα σκαλιά της Εκκλησίας του Αγίου Παντελεήμονα, ντρέπομαι να τη κοιτάξω στα μάτια για πολλούς λόγους, αλλά την θαυμάζω για την δύναμη, την αγωνία και την αποφασιστικότητά της για ζωή. Την θαυμάζω για την καλοσύνη της ως μάνα και ως γυναίκα.

Η 62χρονη Μαριάμ, ο άνδρας της και τα δυο παιδιά της είναι περίπου 11 μήνες στην Ελλάδα και μένουν όλοι μαζί στο ένα δωμάτιο ενός διαμερίσματος πληρώνοντας ενοίκιο 200 ευρώ το μήνα. Το διαμέρισμα το έχει νοικιάσει ένας άλλος Αφγανός πρόσφυγας, ο οποίος  μένει στο δεύτερο δωμάτιο του διαμερίσματος, το οποίο βρίσκεται κοντά στη πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα.

Η οικογένεια της Μαριάμ έχει κάνει αίτηση πολιτικού ασύλου και έχει πάρει ροζ κάρτα (αίτημα ασύλου). Ο άντρας της πάσχει από μια αρρώστια και δεν μπορεί να δουλέψει, ενώ η προσπάθεια των δυο παιδιών της για να βρουν δουλειά απέτυχε και μέχρι τώρα παραμένουν άνεργα.   

Η κυρία Μαριάμ, όμως, δεν είναι από τις γυναίκες που κάθονται στο σπίτι και περιμένουν από τους άντρες της οικογένειας να της τα φέρουν όλα έτοιμα. Βλέποντας ότι τα πράγματα στα οικονομικά της οικογένειάς της δεν πάνε καλά και ότι σε λίγο δεν θα έχουν να φάνε, πήρε την πρωτοβουλία και είπε «θα δουλέψω εγώ». Αν και η κ. Μαριάμ είναι μεγάλης  ηλικίας, αυτό δεν την εμποδίζει να βοηθήσει την οικογένειά της -άλλωστε δεν έχει και καμία άλλη επιλογή, παρά το ότι την έχουν συμβουλέψει  να απευθυνθεί για βοήθεια σε κάποια ΜΚΟ (Μη Κυβερνητική Οργάνωση). Εκείνη προτιμά να δουλέψει παρά να κάθεται όλη την ημέρα σε μία σειρά περιμένοντας για βοήθεια, την οποία μπορεί στο τέλος της ημέρας και να μην λάβει, γιατί θα της πουν «φύγε και έλα αύριο γιατί δεν προλαβαίνουμε σήμερα».  

Κάθε μέρα, εκτός από αυτές που βρέχει, η κυρία Μαριάμ έρχεται μπροστά στη Εκκλησία, βρίσκει μια γωνιά που να έχει ήλιο και να μη ενοχλεί κανέναν, στρώνει το στρωματάκι  της, τυλίγει το παλτό της γύρω της για να μη κρυώνει, βγάζει τα εργαλεία της δουλειάς και αρχίζει να δουλεύει φτιάχνοντας παιδικές κάλτσες, γάντια, και σφουγγαράκια για το μπάνιο -αγαθά που πουλάει προς τρία, τέσσερα ή πέντε ευρώ το ζευγάρι. 

Η κυρία Μαριάμ κάθε μέρα πλέον έχει παρά πολλούς επισκέπτες, όχι για να αγοράσουν τις κάλτσες, τα γάντια ή τα σφουγγαράκια που φτιάχνει, αλλά για να της πουν ένα γεια, να τη ρωτήσουν για την υγεία της και αν χρειάζεται κάτι να της φέρουν από το περίπτερο. Όλοι την φωνάζουν “μαμά” και εκείνη χαίρεται για αυτό. Σαν μια πραγματική μάνα τους δίνει ελπίδες για το μέλλον, λέγοντας «ότι όλα τα πάνε καλά». Τους  συμβουλεύει να μη κάνουν φασαρίες, να σέβονται τους μεγάλους, να μάθουν την Ελληνική γλώσσα, να βρουν δουλειά και να είναι καλά παιδιά.

Αν υπάρχει αγώνας  για τα δικαιώματα, είναι ο αγώνας της κυρίας Μαριάμ. Αν πρέπει να πούμε χρόνια πολλά στις γυναίκες για τις 8 Μαρτίου, πρέπει πρώτα να τα πούμε στη κυρία Μαριάμ.

Τέλος,  δεν έχω να πω κάτι άλλο, εκτός από το ότι σαν Αφγανός θέλω να ζητήσω μια μεγάλη συγγνώμη από τη κυρία Μαριάμ, αλλά και από όλες τις γυναίκες του Αφγανιστάν που αποτελούν το μέσο πολιτισμού της χώρας, για όλα αυτά που πέρασαν για περίπου τρεις δεκαετίες. Σε όλες αυτές εύχομαι καλούς αγώνες και καλύτερες εποχές.