Μετά από είκοσι χρόνια και βάλε, μέσα στα οποία το θέατρο ήταν κλειστό περιμένοντας «ρεκτιφιέ» αλλά και απουσίας λόγω έλλειψης κάποιας αξιόλογης προσπάθειας, βρέθηκα την περασμένη εβδομάδα στο υπέροχο Δημοτικό του Πειραιά, για την παράσταση «Θείος Βάνιας», με τον Δημήτρη Καταλειφό και μερικούς νέους ηθοποιούς, τους οποίους αναρωτιόμουν αν θα τους εμπιστευόμουν στους ρόλους αυτού του δύσκολου έργου, που έγραψε ο Άντον Τσέχοφ στην Ρωσία προς τα τέλη του 19ου αιώνα, σχεδόν, δηλαδή, με τον καιρό που κτιζόταν το εκπληκτικό θέατρο της Πλατείας Κοραή, ίσως το μοναδικό δείγμα Πολιτισμού που έχει να επιδείξει η πόλη του Ροντήρη, της Παξινού, του Τσαρούχη, του Καββαδία, των αδελφών Ανδριανόπουλοι, του Τρύφωνα Μουτσόπουλου, του Θύμιου Καρακατσάνη, του Μουρσελά και του αδικημένου παλαιότερου αθλητικού συλλόγου με την ονομασία «Εθνικός».

Όλα ήτταν υπέροχα, για να μην πω μαγικά! Η παράσταση έδωσε τροφή στο -αν και καθημερινή και σε απογευματινή παράσταση- στην κατάμεστη πλατεία και στα θεωρεία, περνώντας με εξαιρετικό τρόπο τα μηνύματα του μεγάλου Ρώσου, όπως τα έχει καταθέσει στον «Βάνια». Δηλαδή την αξία της εργασίας, τον φόβο των γηρατειών, το πικρό συναίσθημα του ανεκπλήρωτου έρωτα, τις αξίες αλλά και την ματαιότητα της ζωής.

Όπως υπέροχη ήταν η υποδοχή στον αριστουργηματικό χώρο, πριν ανοίξουν τα περάσματα για την αίθουσα. Περιμένοντας την ώρα της έναρξης, μπήκα στο ωραίο μπιστρό με τα παλιά βαριά έπιπλα, τα βελούδα και την απαλή μουσική από κλασικά συμφωνικά έργα. Αλλού δεν το βρίσκεις αυτό το δείγμα σε σύγχρονα θέατρα της πρωτεύουσας, όπου το πλαστικό, ο θόρυβος και η…βιασύνη εκνευρίζουν τον επισκέπτη.

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που το Δημοτικό του Πειραιά προσπαθεί να επιστρέψει στον Πολιτισμό, των δεκαετιών του 1950-60, τότε που η Λυρική Σκηνή είχε την έδρα της εκεί (και που θα εύρισκε τόσο καταπληκτική ακουστική, άλλωστε!) και ο Μαγκλιβέρας, ο Πασχάλης, η Λέλα Ζωγράφου, η Ζαχαράτου, ο Τουφεξιάδης και οι λοιποί πρωταγωνιστές του μελοδράματος (και της οπερέτας), έγραφαν ιστορικές σελίδες στον μουσικό Πολιτισμό αυτού του τόπου.

Το ό,τι ακολούθησε στην δεκαετία του 1980 δεν αποτελεί τιμή για το ιστορικό θέατρο. Ήταν ημέρες προχειρότητας και κιτς, άσχετα αν το πειραϊκό θεατρόφιλο κοινό διψούσε για θεατρική τροφή και γέμιζε ασφυκτικά τους χώρους. Θυμάμαι παραστάσεις του θεατρικού διδύμου Νίκου Καμπάνη – Βύρωνα Μακρίδη, με πρωταγωνιστή τον αείμνηστο πειραιώτη ηθοποιό Βασίλη Μπουγιουκλάκη (θύμα του αυριανισμού κατά την παντοδυναμία του ΠαΣοΚ) να προσπαθεί να παράγει γέλιο, με αρκετή επιτυχία, αλλά πέραν τούτου μηδέν…

Είναι φανερό πως η διοίκηση του Δημοτικού Θεάτρου και ο εντεταλμένος αντιδήμαρχος του τομέα με τον καλλιτεχνικό διευθυντή, λειτουργούν αρμονικά και με στόχο την ποιότητα. Γι’ αυτό και αξίζει να περιμένουμε τις επόμενες παραγωγές με ενδιαφέρον.

Έτσι κι’ αλλιώς ο σεβασμός των θεατών έχει κερδηθεί από τους υπεύθυνους. Ακόμη και από τον καλοντυμένο σερβιτόρο στο μπιστρό μέχρι την ευπρεπή ταξιθέτρια η οποία, όταν προσπαθείς να προσφέρεις μικρό φιλοδώρημα, φέρνει τα χέρια χιαστί πάνω στο στήθος της ψελλίζοντας «δεν επιτρέπεται` καλή διασκέδαση»!

Και απομακρύνεται στο ημίφως, την στιγμή που ακούγεται το ‘δεύτερο κουδούνι’…