Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης δικηγόρος – Συνταγματολόγος.
Στην αναθεώρηση του Συντάγματος του 2019, η πρόταση του κόμματος του ΣΥΡΙΖΑ, για την δυνατότητα διενέργειας Δημοψηφίσματος, μετά από αίτηση πεντακοσίων χιλιάδων πολιτών που έχουν εκλογικό δικαίωμα στην χώρα: ήταν προς την σωστή κατεύθυνση, με σκοπό την ενίσχυση της δημοκρατίας και της συμβολής των πολιτών στην λήψη αποφάσεων. Αφορά στην ενίσχυση της δημοκρατίας και της εμπλοκής του λαού στη λήψη των αποφάσεων. Άλλωστε, σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, με 1.000.000 υπογραφές πολιτών διαφορετικών χωρών, διενεργείται δημοψήφισμα πανευρωπαϊκό, ώστε να ακουσθεί αυτούσια η φωνή των πολιτών.
Αυτή η πρόταση έρχεται ως δικαίωση ενός μαζικού λαϊκού αιτήματος, των διαχρονικών λαϊκών κινητοποιήσεων, για περισσότερη και βαθύτερη δημοκρατία, για συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων. Δηλαδή, καθιέρωση λαϊκού δημοψηφίσματος αλλά και λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία. Θα έπρεπε να υφίσταται η υποχρέωση να κυρώνεται με δημοψήφισμα κάθε διεθνής συνθήκη η οποία παραχωρεί κυριαρχικές αρμοδιότητες της χώρας σε διεθνείς οργανισμούς.
Επειδή, στην χώρα μας, κάποια δημοψηφίσματα του παρελθόντος, έχουν καταγγελθεί ως προϊόν νοθείας, θα πρέπει να προβλεφθούν νομοθετικα οι απαραίτητες εγγυήσεις, ως κράτος μέλος της ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον.
Στην Ελβετία των 9 εκατομμυρίων κατοίκων, δημοψήφισμα μετά από αίτημα πολιτών, διενεργείται: εάν οι εκλογείς θέλουν να εγκρίνουν έναν νόμο που προτάθηκε ή να καταργήσουν έναν υφιστάμενο νόμο, αρκεί να συγκεντρώσουν τουλάχιστον 50.000 υπογραφές και να τις υποβάλλουν στο αρμόδιο ομοσπονδιακό γραφείο για να προγραμματιστεί δημοψήφισμα. Μία λαϊκή πρωτοβουλία και συγκέντρωση τουλάχιστον 100.000 υπογραφών απαιτούνται για να προταθεί ένας νέος νόμος για ψηφοφορία.
Κατάθεση προτάσεων νόμου με πρωτοβουλία πολιτών, τις οποίες η Βουλή είναι υποχρεωμένη να συζητήσει, προβλέπεται στα Συντάγματα διαφόρων ευρωπαϊκών κρατών όπως στην Ιταλία των 60 εκατομμυρίων κατοίκων, αρκεί η συγκέντρωση 50.000 υπογραφών, στην Αυστρία η συλλογή 100.000 υπογραφών και στην Ισπανία η συλλογή 500.000 υπογραφών. Εξάλλου, σε 9 Πολιτείες των ΗΠΑ (Αλάσκα, Γιούτα, Μασαχουσέτη, Μέιν, Μίσιγκαν, Νεβάδα Ουαϊόμινγκ, Ουάσιγκτον και Οχάιο), ο θεσμός προβλέπεται ακόμη πιο ισχυρός, καθώς ορίζεται ότι, εάν το νομοθετικό σώμα απορρίψει την πρόταση νόμου που κατατέθηκε από τους πολίτες με συλλογή των απαιτούμενων υπογραφών, διενεργείται υποχρεωτικά δημοψήφισμα.
Στο Σύνταγμα της Ελλάδος, η πρόταση αφορούσε την τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 44 του Συντάγματος, προκειμένου να καθιερωθεί ο θεσμός του δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία. Θα μπορεί να προκηρύσσεται για κρίσιμα εθνικά θέματα μετά από αίτηση πεντακοσίων χιλιάδων πολιτών που έχουν το εκλογικό δικαίωμα ή για ψηφισμένα νομοσχέδια που ρυθμίζουν σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, εκτός από τα δημοσιονομικά, μετά από αίτηση ενός εκατομμυρίου πολιτών. Η διαδικασία και οι όροι ενεργοποίησης του θεσμού θα καθορίζονται με εκτελεστικό νόμο. Σε περίπτωση αμφισβήτησης για το αν η αίτηση δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία αφορά κρίσιμο εθνικό θέμα ή νομοσχέδιο που ρυθμίζει σοβαρό κοινωνικό ζήτημα, θα αποφαίνεται η Βουλή με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Το θεσμό του δημοψηφίσματος με λαϊκή πρωτοβουλία, και μάλιστα τόσο του νομοθετικού δημοψηφίσματος όσο και εκείνου για κρίσιμα εθνικά θέματα, τον είχε περιλάβει στην πρότασή της το 2014 και η Νέα Δημοκρατία. Αντίστοιχη πρόταση, μόνο για το νομοθετικό δημοψήφισμα, είχε υποβάλει το ΠΑΣΟΚ το 2006, όπου προσδιόριζε τον απαιτούμενο αριθμό υπογραφών στο 5% του εκλογικού σώματος.
Τόσο τα δημοψηφίσματα με λαϊκή πρωτοβουλία όσο και οι άλλοι δύο θεσμοί διεύρυνσης της λαϊκής συμμετοχής, δηλαδή η κύρωση διεθνών συμβάσεων με δημοψήφισμα (προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 28 παρ. 2) και η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία (προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 73 παρ. 1), ενισχύουν τα στοιχεία άμεσης δημοκρατίας, χωρίς όμως να θίγουν τον αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα του πολιτεύματος. Αντιθέτως, εντάσσονται ομαλά στο αντιπροσωπευτικό σύστημα και το συμπληρώνουν δημιουργικά.
Ο δημοψηφισματικός θεσμός , είναι αυτός που γενικώς θεωρείται ως ο πιο συμβατός προς την αντιπροσωπευτική Δημοκρατία. Τα δημοψηφίσματα είναι δυνατόν να αποτελέσουν τη βάση για μια αναζωογόνηση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, σε μία εποχή απαξίωσης της πολιτικής, εφόσον λειτουργήσουν σε ένα πλαίσιο διαλόγου, πληροφόρησης, ελέγχου, ανταλλαγής ιδεών, ενεργητικής και ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων. Το δημοψήφισμα είναι ένας θεσμός άμεσης δημοκρατίας, που πλαισιώνει το πολίτευμα της έμμεσης (αντιπροσωπευτικής, κοινοβουλευτικής) δημοκρατίας, το οποίο καθιερώνεται από το ισχύον Σύνταγμα. Ως εκ τούτου, οι σχετικοί θεσμοί συμμετοχής δεν εξετάζονται σαν μέτρο σύγκρισης μεταξύ αντιπροσωπευτικής και άμεσης δημοκρατίας αλλά ως μορφές εμπλουτισμού και αναζωογόνησης της δημοκρατικής βάσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, λαμβάνοντας δε υπόψη την κρίση την οποία αυτή διέρχεται. Το δημοψήφισμα αποτελεί θεσμικό τρόπο συμμετοχής του λαού στην άσκηση της εξουσίας ως άμεσου οργάνου του κράτους και όχι εν γένει έκφραση της βούλησής του (όπως π.χ. σε μια συνάθροιση ή σε μια δημοσκόπηση).
Σλοβενία: Είναι συνταγματικά δυνατή η διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Ποσοστό 89,6% του Εκλογικού Σώματος στο δημοψήφισμα που διεξήχθη την 23η Μαρτίου 2003 αποφάσισε υπέρ της ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σουηδία: Στο σουηδικό σύνταγμα το δημοψήφισμα καθιερώθηκε το 1922. Αρχικά, αφορούσε συγκεκριμένα θέματα, ενώ το 1975 εισήχθη στο σουηδικό σύνταγμα το συμβουλευτικό δημοψήφισμα. Το δημοψήφισμα της 14ης Νοεμβρίου του 1994 αφορούσε την έγκριση Συνθήκης προσχώρησης της Σουηδίας στην Ε.Ε. Υπέρ της προσχώρησης τάχθηκε το 52,2% ,ενώ κατά το 47,8% των ψηφοφόρων.
Τσεχική Δημοκρατία: Προβλέπεται η διενέργεια δημοψηφίσματος. Για την ένταξή της στην Ε.Ε. διεξήγαγε δημοψήφισμα στις 13 και 14 Ιουνίου 2003. Οι πολίτες με ποσοστό 77,33% ψήφισαν υπέρ της ένταξης της χώρας στην ΕΕ
Φινλανδία: Στο φινλανδικό σύνταγμα ο θεσμός του δημοψηφίσματος είναι πρόσφατος, έχοντας καθιερωθεί το 1987. Τότε θεσμοθετήθηκε το συμβουλευτικό δημοψήφισμα, με αντικείμενο κάθε ζήτημα που εμπίπτει στη νομοθετική εξουσία. Στο δημοψήφισμα της 10ης Οκτωβρίου του 1994 εγκρίθηκε η Συνθήκη προσχώρησης της Φινλανδίας στην Ε.Ε. με ποσοστό 56,9%.
Αυστρία: Στη εν λόγω χώρα προβλέπεται συνταγματικό δημοψήφισμα, με τη μορφή υποχρεωτικού καταστατικού ή προαιρετικού αναθεωρητικού δημοψηφίσματος. Επίσης, κατοχυρώνεται η δυνατότητα δημοψηφίσματος για ψηφισμένο νομοσχέδιο ανεξαρτήτως περιεχομένου, καθώς και για εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Σε επίπεδο νομοθετικού δημοψηφίσματος έχει καθιερωθεί και το δικαίωμα πρόκλησης τέτοιας διαδικασίας με πρωτοβουλία των πολιτών, ενώ θεσμοί άμεσης δημοκρατίας προβλέπονται σε επίπεδο των κρατιδίων που συγκροτούν την αυστριακή ομοσπονδία. Επίσης, η Αυστρία διοργάνωσε στις 12/6/1994 δημοψήφισμα με αντικείμενο την ένταξή της στην Ε.Ε, όπου το εκλογικό σώμα τάχθηκε με ποσοστό 66,6% υπέρ.
Βέλγιο: Το βελγικό Σύνταγμα είναι από τα λίγα στην ΕΕ που δεν προβλέπει το θεσμό του δημοψηφίσματος. Ωστόσο το Βέλγιο, με σκοπό να επιλύσει το λεγόμενο ‘’βασιλικό ζήτημα’’, διεξήγαγε το 1950 πολιτειακό δημοψήφισμα, αλλά με συμβουλευτικό χαρακτήρα. Επίσης, το Κοινοβούλιο του Βελγίου απέρριψε συνταγματική μεταρρύθμιση, η οποία θα επέτρεπε τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Γαλλία: Στο γαλλικό Σύνταγμα του 1958 που ίδρυσε την λεγόμενη 5η Δημοκρατία και είναι αυτό που παραμένει σε ισχύ προβλέπεται η διεξαγωγή δημοψηφισμάτων. Το εν λόγω δημοψήφισμα θεσμοθετεί ειδικά το αναθεωρητικό συνταγματικό δημοψήφισμα. Ακόμα, κατοχυρώνεται το νομοθετικό δημοψήφισμα για νομοσχέδιο που μπορεί να ρυθμίζει μια ευρεία κατηγορία θεμάτων. Στη Γαλλία διεξήχθη το 1992 δημοψήφισμα για την έγκριση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, που επικράτησε το ΝΑΙ και το 2005 για την επικύρωση της ευρωπαϊκής Συνταγματικής Συνθήκης, στο οποίο οι πολίτες αρνήθηκαν την επικύρωση με ποσοστό 54,68%.
Γερμανία: Στο Θεμελιώδη Νόμο της Βόννης του 1949, με τον οποίο ιδρυόταν η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Δ. Γερμανίας δε ρυθμιζόταν με σαφήνεια η διεξαγωγή δημοψηφισμάτων σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Για το λόγο αυτό δεν έχει διεξαχθεί κανένα εθνικό δημοψήφισμα είτε στην εποχή της Δ. Γερμανίας, είτε μετά την ενοποίηση με την Α.Γερμανία. Ωστόσο, η θέση αυτή, έχει αρχίσει να αμφισβητείται τα τελευταία χρόνια, ειδικά με αφορμή την ευρωπαϊκή οικονομική κρίση. Σε επίπεδο κρατιδίων, ωστόσο, τα δημοψηφίσματα προβλέπονται και έχουν διεξαχθεί αρκετές φορές, με τελευταίο ενδιαφέρον παράδειγμα αυτό που διεξήχθη το 2011 στο Βερολίνο, για την επάνοδο στο δημόσιο της μερικώς ιδιωτικοποιημένης εταιρίας ύδρευσης και για το νερό ως δημόσιο αγαθό.