Ο στίχος του λαϊκού μας άσματος προσεγγίζει ιδιόμορφα την άτυπη κοινωνιολογική δομή που συνιστά η πατροπαράδοτη «λαϊκή αγορά». Καθότι ο ερωτευμένος και «υποψιασμένος» εραστής υποχρεώνεται να δεχθεί την αφοπλιστική στην ειλικρινή της πρόθεση αλλά συνάμα και καθησυχαστική επιβεβαίωση της «ωραίας», την οποία «πήρε 8 φορές και δεν την βρήκε εκεί», αλλά αυτό ήταν λογικό καθώς η καλή του είχε πάει… λαϊκή!

Σίγουρα είναι ανορθόδοξος, και ίσως μερικοί αντιτάξουν και απρεπής για ένα πανεπιστημιακό δάσκαλο, ο τρόπος εισαγωγής στο θέμα μου αλλά η επιλογή μου υπαγορεύεται από μια πλειάδα παραγόντων ανάμεσα στους οποίους η «δικαιολογία» την οποία επικαλείται στο στίχο που όλοι λίγο πολύ γνωρίζουμε η περιώνυμη κυρίας του λαϊκού άσματος δεν είναι η λιγότερο σημαντική ούτε και ιεραρχικά η… τελευταία.

Οι λαϊκές αγορές, ως κοινωνικός θεσμός, υπήρχαν και υπάρχουν σε κάθε ελληνική πόλη και προσωπικά τις βρήκα, όπως θα επιβεβαιώσουν εάν ρωτηθούν όλοι οι συμπατριώτες και συμπατριώτισσές μας που έχουν ταξιδέψει ή ζούνε μονίμως σε άλλες χώρες της Ευρώπης, στην Αμερική και τον Καναδά ακόμη και στην Αυστραλία και όχι μόνο. Από το παζάρι της αρχαιότητας μέχρι σήμερα, με κυμαινόμενες ιδιομορφίες που αντανακλούν ήθη, έθιμα, κοινωνιολογικές, ψυχολογικές και οικονομικές παραμέτρους της περιρρέουσας ιστορικής πραγματικότητας οι λαϊκές αγορές αποτελούν τον πόλο έλξης και το σημείο αναφοράς για μεμονωμένα άτομα και για  οικογένειες που άσχετα με το μέγεθος του «βαλαντίου» τους εδώ θα βρούνε το φρέσκο προϊόν του παραγωγού ή του μικροεμπόρου σε τιμές προσιτές και σε ποικιλίες που δεν μπορεί να διαθέτει ο «λαχανοπώλης» της γειτονιάς ιδιαίτερα εκείνος που καθοδηγούμενος από το μαρκετίστικο πνεύμα της εποχής μας έχει αναγάγει το «μανάβικο-κατάστημά» του σε επίπεδο «μπουτίκ».

Στη λαϊκή θα κατεβεί ο συνταξιούχος και η σύζυγός του, εδώ θα βολευτεί ο φοιτητής και η φοιτήτρια, στη λαϊκή θα βρει για τα παιδάκια της η νοικοκυρά σύζυγος του δημόσιου υπάλληλου ή  του επιχειρηματία τα φρούτα και τα λαχανικά που θα καταναλώσουν τα αγαπημένα της πρόσωπα. Αυτή η δυναμική πρόσμιξη ηλικιών, προσωπικοτήτων και κοινωνικο-οικονομικών τάξεων στις λαϊκές μας αγορές έπρεπε να αποτελεί αντικείμενο σοβαρών κοινωνιολογικών, ψυχολογικών και οικονομικών ερευνών καθώς εδώ αναπτύσσονται, όπως μπορεί ο καθένας και η καθεμιά μας να το επιβεβαιώσει από προσωπικές εμπειρίες, διαπροσωπικές σχέσεις ανάμεσα σε πωλητή και πελάτη, εδώ γίνεται καλοπροαίρετο  και συχνά καυστικό χιούμορ ανάμεσα στους ανταγωνιστές στην προσπάθεια του εμπειρικού μάρκετινγκ για επηρεασμό του πελάτη, εδώ αντιπαρατάσσονται ποδοσφαιρικές ιδεολογίες και πεποιθήσεις και , φυσικά, στην Ελλάδα ζούμε άλλωστε, εδώ συγκρούονται παραμονές τοπικών ή εθνικών εκλογών και οι… πολιτικοί μας οι οποίοι – όπως με διαβεβαιώνουν οι γείτονές μου και τακτικοί επισκέπτες της λαϊκής – μόνο τότε θυμούνται τις λαϊκές και μαζί τους τα… λαϊκά στρώματα, τουτέστιν το «λαουτζίκο» που τους δίνει το δικαίωμα να αποκατασταθούν ως Εθνοπατέρες και Εθνομητέρες σε Νομοθέτες και κατόχους πολυτελών μερσεντές…

Συχνά οι πολιτικοί μας από τα τηλεοπτικά παράθυρα εκστομίζουν «μπαρούφες» απίστευτων μεγεθών καθώς ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝ τις Λαϊκές, τους παραγωγούς και μικροεμπόρους ότι ευθύνονται για την άνοδο του πληθωρισμού και την  αδυναμία της νοικοκυράς να γεμίσει το καλάθι της… Μεγαλύτερη ανακρίβεια σίγουρα ΔΕΝ υπάρχει, αλλά η δικαιολογία «βολεύει» τους αιρετούς  άρχοντές μας με τον ίδιο τρόπο που βολεύει και η απάντηση της γνωστής «άφαντης» για άλλους λόγους κυρίας του λαϊκού μας άσματος…

Εκείνη, όμως, καθώς την οικονομική ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενη υποχρεώνεται να αποκτήσει την συνήθεια του να επισκέπτεται τακτικότατα την λαϊκή οπότε και είναι πειστική η επίκληση της απουσίας της λόγω επίσκεψης στην… λαϊκή!

Οι πολιτικοί μας πότε θα πάνε… λαϊκή, όχι για να τους δούμε αλλά για να δούνε αυτοί τα γερόντια που ΠΕΦΤΟΥΝ με τα μούτρα στην άσφαλτο της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας και άλλων πόλεων για να μαζέψουν φρούτα, λαχανικά και σαρδέλες που οι μικροέμποροι της λαϊκής ρίχνουν στο οδόστρωμα μόλις τελειώνει η λαϊκή;

Οι πολιτικοί μας πότε θα συνειδητοποιήσουν ότι ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ όταν για ΤΕΤΑΡΤΗ φορά μέσα σε μερικές εβδομάδες οι περιώνυμοι πλέον «Ρομπέν των Σουπερμάρκετ» αφού αφαιρέσουν από τα ράφια του σουπερμάρκετ εμπορεύματα, χωρίς να καταβάλλουν το απαιτούμενο χρηματικό τίμημα, στη συνέχεια τα διανέμουν  στους επισκέπτες της λαϊκής οι οποίοι χαμηλόμισθοι και ταλαιπωρημένοι στην συντριπτική τους πλειοψηφία τα δέχονται ως «μάνα εξ ουρανού»;

Και πότε οι Κυβερνώντες θα συνειδητοποιήσουν ότι παράλληλα ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ, όταν μια παρέα αντί-εξουσιαστών καίει σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη τα «αφύλακτα και προφανώς ανυπεράσπιστα φρούρια» εκείνων που τάχτηκαν και ορκίστηκαν να διασφαλίζουν την έννομη τάξη και να παρέχουν το αίσθημα της ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ στον μέσο Έλληνα και την μέση Ελληνίδα;

Μήπως όταν κάποια μέρα είτε οι Ρομπέν των Σουπερμάρκετ είτε οι εμπρηστές των τμημάτων της ΕΛ.ΑΣ. αφαιρέσουν από τις συζύγους των πολιτικών μας τις πληρωμένες από τον ελληνικό λαό Μερσεντές με τις οποίες ουκ ολίγες από ότι μαθαίνουμε από το δημοσιογραφικό κουτσομπολιό επισκέπτονται τις λαϊκές αγορές αποφεύγοντας (λόγω….ακρίβειας, άραγε;) τα μανάβικα – μπουτίκ της γειτονιάς τους και τις προσφέρουν στους γέροντες και τις γερόντισσες των λαϊκών αγορών για να γευτούν την σχετική χλιδή των «εχόντων και κατεχόντων» και να ξαποστάσουν ξεχνώντας για μερικά λεπτά το μαρτύριο της πεζοπορίας;

Φοβάμαι, και καταθέτω το ρήμα χωρίς εισαγωγικά, ότι είμαστε ήδη στο ΔΩΔΕΚΑ και ΠΕΝΤΕ και όχι στο… παρά ΠΕΝΤΕ, σε θέματα που αφορούν την αβάσταχτη πλέον ακρίβεια, την απίστευτη ανέχεια εκατομμυρίων συμπατριωτών μας, τη μετουσίωση του πάγκου των λαϊκών αγορών σε «μπουτίκ πολυτελείας» και τη διογκούμενη λαϊκή δυσφορία που μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός διάβρωσης του κοινωνικού μας ιστού…

Εάν συμβεί, αυτό που οι εχέφρονες Έλληνες – που ΔΕΝ κατέχουν  Κυβερνητικούς και καλοπληρωμένους θώκους εξουσίας – απευχόμαστε τότε ας μην επικαλεσθούν οι σημερινοί κάτοχοι της εξουσίας ότι ΔΕΝ αντελήφθησαν την επερχόμενη κοινωνική αναταραχή τώρα που τέλειωσε το καλοκαίρι και σφίγγουν τα κρύα και δεν ήταν εκεί, δηλαδή στα Κέντρα έγκαιρης λήψης αποφάσεων, καθότι «είχαν πάει… λαϊκή!»

Δεν θα μας πείσουν…