Η κατάσταση που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες εδώ και μήνες στα Δωδεκάνησα και στα νησιά του Βορείου Αιγαίου συνεχώς επιδεινώνεται. Από την αρχή του χρόνου πάνω από 55.000 πρόσφυγες έχουν φτάσει από την Τουρκία. Το 90 τις εκατό προέρχονται από χώρες που βιώνουν πόλεμο και παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων, κυρίως από τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ και τη Σομαλία.

Τα κύρια νησιά που δέχονται πρόσφυγες είναι η Λέσβος που έχει δεχθεί 21,600 από τις αρχές του χρόνου, η Χίος 9,400, η Κως 8,900, η Λέρος 3,900 και η Σάμος 3,500. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων αφίξεων δεν μπαίνουν στη διαδικασία ασύλου και κατά συνέπεια δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στις έστω περιορισμένες υπηρεσίες και άλλες διευκολύνσεις που προβλέπονται για τους αιτούντες άσυλο.

Υπάρχουν κέντρα ταυτοποίησης μόνο στη Λέσβο, στη Σάμο και τη Χίο. Η κατάσταση πρώτης υποδοχής για τους πρόσφυγες που φτάνουν στα νησιά του Αιγαίου δυσχεραίνει συνεχώς, παρά τις αξιοσημείωτες προσπάθειες που καταβάλλουν οι τοπικές αρχές και η κοινωνία των πολιτών. Εκατοντάδες πρόσφυγες εξακολουθούν να έρχονται καθημερινά.

Για παράδειγμα στη Λέσβο που έχει δεχθεί τον μεγαλύτερο αριθμό αφίξεων, άνδρες, γυναίκες, μικρά παιδιά, γέροντες και άρρωστοι αποβιβάζονται στις βόρειες ακτές του νησιού και αναγκάζονται να περπατούν έως και 70 χιλιόμετρα μέχρι τη Μυτιλήνη. Το Κέντρο Ταυτοποίησης στη Μόρια είναι υπερπλήρες και πολλοί κατασκηνώνουν απ’έξω. Η Ύπατη Αρμοστεία διανέμει υπνόσακους και είδη προσωπικής υγιεινής στους πιο ευάλωτους.

Τώρα για την Αθήνα, αφήνονται χωρίς καμία ουσιαστική στήριξη και συνδρομή από τις κρατικές αρχές. Διάφορες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, η Εκκλησία καθώς και Υπηρεσίες Συσσιτίου κάποιων Δήμων αλλά και ιδιωτικές φιλανθρωπικές οργανώσεις και άλλοι φορείς της κοινωνίας των πολιτών παρέχουν αποσπασματικά και χωρίς προβλεψιμότητα όση βοήθεια (σίτιση, προσωρινή στέγαση, νομική συνδρομή, ψυχοκοινωνική συμβουλευτική κτλ) τους επιτρέπουν οι περιορισμένοι πόροι τους. Σε βάθος χρόνου στα μεγάλα αστικά κέντρα και κυρίως στην Αθήνα, οι αιτούντες άσυλο, τα ασυνόδευτα παιδιά και άλλες ευάλωτες ομάδες θα έπρεπε να φιλοξενούνται σε κατάλληλες – ανοιχτές δομές.

Οι Ελληνικές αρχές κάνουν ό,τι μπορούν αλλά δεν επαρκεί ο εθνικός προϋπολογισμός ούτε οι πρόσθετες χρηματοδοτήσεις από την Ε.Ε. Η Ελλάδα, ή οποιαδήποτε άλλη χώρα, δεν μπορεί να χειριστεί αυτό το εξαιρετικά περίπλοκο ζήτημα από μόνη της. Χρειάζεται οπωσδήποτε μεγαλύτερη υποστήριξη από την Ε.Ε.

Η Υπηρεσία Ασύλου λειτουργεί από τον Ιούνιο 2013. Είναι μία αυτοτελής υπηρεσία που υπάγεται στην Αν. Υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής. Εξετάζει τα αιτήματα ασύλου σε πρώτο βαθμό. Οι βασικές βελτιώσεις εντοπίζονται στην ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν στους αιτούντες άσυλο όπως σε θέματα διερμηνείας, πληροφόρησης και φυσικά την μεγάλη λεπτομέρεια με την οποία διεξάγεται η συνέντευξη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι αποφάσεις να είναι δίκαιες, σωστές και τεκμηριωμένες, όπως αντανακλάται και στα αυξημένα ποσοστά αναγνώρισης για παράδειγμα των Σύρων, των Σομαλών και των Σουδανών προσφύγων. Έχει όμως έλλειψη προσωπικού και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη μεγάλη ζήτηση για πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου.

Το μεταναστευτικό πρέπει να τύχει αντιμετώπισης μέσα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, αναθεωρημένο στη βάση των σημερινών δεδομένων: μιλάμε για προσφυγικό κυρίως πληθυσμό. Οι προτάσεις της Επιτροπής της Ε.Ε. είναι ένα πρώτο βήμα στη σωστή κατεύθυνση, ώστε να μη φέρουν αποκλειστικά οι χώρες πρώτης εισόδου το βάρος της διαχείρισης ενός τόσο μεγάλου αριθμού προσφύγων. Όμως τα μέτρα που προτείνονται υπολείπονται σημαντικά των πραγματικών αναγκών και δεν γνωρίζουμε ακόμα αν θα τύχουν της αποδοχής των Κρατών Μελών της Ε.Ε.

Γενικότερα για το μεταναστευτικό η Ύπατη Αρμοστεία έχει καταθέσει πολλές προτάσεις. Αρχικά η προστασία της ανθρώπινης ζωής με την ενίσχυση των επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης στη θάλασσα, ιδίως στην κεντρική Μεσόγειο (πέρασμα από τα παράλια της Β. Αφρικής στην Ιταλία), όπου σημειώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός ναυαγίων με εκατοντάδες τραγικά θύματα. Έπειτα, η παροχή γενναίας οικονομικής βοήθειας στις αναπτυσσόμενες χώρες, που φιλοξενούν σήμερα το 86% του προσφυγικού πληθυσμού παγκοσμίως.

Ακόμη, η δημιουργία τρόπων νόμιμης μετακίνησης των προσφύγων, ώστε να μην αναγκάζονται να καταφεύγουν στους διακινητές και να διακινδυνεύουν τη ζωή τους στα σαπιοκάραβα, επειδή δεν έχουν άλλη επιλογή. Τέτοιοι νόμιμοι τρόποι είναι τα προγράμματα μετεγκατάστασης από χώρες όπου έχουν καταφύγει (π.χ. Τουρκία, Λίβανος, Ιορδανία, Αίγυπτος, Ιράκ, όσον αφορά τα 4 εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία που βρίσκονται εκεί) προς τις χώρες της Ε.Ε. Επίσης η παροχή θεωρήσεων εισόδου για ανθρωπιστικούς, σπουδαστικούς ή εργασιακούς λόγους, τα προγράμματα ευρύτερης οικογενειακής συνένωσης με τις οικογένειές τους στην Ευρώπη, ή ακόμα ιδιωτικά προγράμματα πρόσκλησης και υποδοχής προσφύγων. Ακόμα πρέπει να γίνει πιο δίκαιη κατανομή των προσφύγων μέσα στην ΕΕ ώστε να μην εγκλωβίζονται στις χώρες που αποτελούν εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε.

Φυσικά η πραγματική λύση βρίσκεται στην εξάλειψη των αιτίων που δημιουργούν τις προσφυγικές ροές: τον πόλεμο, τις διώξεις, τις διακρίσεις που οδήγησαν τον αριθμό των ξεριζωμένων στον κόσμο να φτάνει στο πρωτοφανές ρεκόρ των 60 εκατομμυρίων.

*Καίτη Κεχαγιόγλου
Υπεύθυνη Επικοινωνίας και Ενημέρωσης
Ύπατη Αρμοστεία ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες