Είναι μυστήρια εποχή, όπως όλες οι εποχές πριν και μετά από ένα μεγάλο πόλεμο. Όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν, τραγούδησε ο Παπάζογλου και ο Ρασούλης εύστοχος, εκπληκτικά επίκαιρος, απόλυτα διαχρονικός.
Οι πιτσιρικάδες στους δρόμους παίζουν καθημερινά ξύλο. Στο γήπεδο ή στην Πανεπιστημίου, γι’ αυτούς δεν φαίνεται να έχει μεγάλη σημασία. Το θέμα είναι ότι παίζουν ξύλο με το παραμικρό ή το μεγάλο, δίχως να θέλουν να τα ξεχωρίσουν. Έτσι κι αλλιώς αναζητούν παντού αφορμές, γιατί την αιτία, ακόμα κι όταν αδυνατούν να την εντοπίσουν, την αισθάνονται.
Είναι τραγικό να μη μπορείς να περιγράψεις με συγκεκριμένο τρόπο την αιτία του θυμού σου όταν σε ρωτάνε και να αισθάνεσαι αμήχανος.
Όσο δύσκολο είναι να καταλάβεις τι αισθάνεται ένας εικοσάρης που μπαίνει στο διαδικτυακό περιβάλλον, αφού πρώτα έχει βιώσει το οικογενειακό. Της ανέχειας, της μιζέριας, της γκρίνιας, της αδιαφορίας, του σκυλάδικου, της καμίας ευκαιρίας, του υποκριτικού καθωσπρεπισμού.
Μίας κοινωνίας που τον… παίρνει απ’ το πρωί ως το βράδυ, για να του δώσει έως και εφτακόσια ευρώ, εφ’ όσον η ταρίφα αρχίζει από το τίποτα.
Μίας κοινωνίας πενηντάρηδων και βάλε που σκυλοβρίζονται, αλληλοκλέβονται, αλληλοσκοτώνονται, σαπίζουν από το πρωί για να καληνυχτίσουν αλλήλους το βράδυ και να επαναλάβουν τα ίδια μόλις χαράξει.
Για όσους δεν καταλαβαίνουν τον θυμό του εικοσάρη γράφονται αυτές οι σειρές. Του σημερινού εικοσάρη που δεν έχει σημαία ευκαιρίας, ούτε σύμβολα πολιτικά. Ο Παπανδρέου τρίτης γενιάς μοιάζει με κομπιούτερ πριν τα xp. Ούτε σύμβολα καλλιτεχνικά, ο Νταλάρας στην εκπομπή του Θεμιστοκλή δε μπορώ να σας πω με τι μοιάζει. Ούτε σύμβολα σύγχρονα, νεανικά, γιατί κι ο Τσίπρας μοιάζει γι’ αρχηγός χωρίς να είναι, αλλά όμως μοιάζει.
Τούτες οι μέρες παραείναι περίεργες, γιατί ό,τι χτίσαμε έπεσε έτσι ξαφνικά κι από την άλλη την πλευρά δε βρέθηκε τίποτα, ούτε η σιωπή.
Οι στίχοι φίλου ποιητή διαχρονικοί:
«Είναι μυστήρια η εποχή κι ο πόλεμός της και ο εχθρός αόρατος. Μον’ ο λαός της φανερός να πολεμά και η μυρουδιά της νιότης»…