Ο Γιακουμάτος ξαναχτύπησε, δερβισωμένος και έμπλεος κομματικού πατριωτισμού.
Σε αρμονική συμφωνία και ο Νομάρχης Πανίκας, αφού γλυκοφιλήθηκε με τον
Καρά(μαύρο)τζαφέρη και άφησε φεύγοντας ορθάνοιχτη την πίσω πόρτα, τραγουδάει πρίμο-σεκόντο:
«Δεν πάω πουθενά, πουθενά. Εδώ θα μείνω».
«Εγώ πάσχω από καραμανλίτιδα. Θα φύγω μετά τον Καραμανλή».
Ο άνθρωπος είναι άρρωστος με τον αρχηγό. Τον, κυριολεκτικά, λατρεύει και το δηλώνει. Και επιπλέον, ως νοήμων άνθρωπος, τι θα κάτσει να κάνει όταν ο στάβλος θα έχει χάσει τον δημιουργό του και θα έχει διαλυθεί, με τη βοήθειά του;
Και ο δράμα-βουλευτής, στεντορεία τη φωνή, άδει , τον ύμνο του αλόγου και των σταβλαρχών του άρχοντος.
Και αφού φάει τη «σφαλιάρα» ο, πώς τον λένε…
(κρητικιά ηχεί η κατάληξη. Πονάνε, ορέ, τα παλληκάρια;)
─ Πονάνε, λέει! Και σκούζουν (κι’ ας φοράνε, κατά δήλωσίν τους, παντελόνια)!
Κι’ αρχίζουν το ασίκικο γλείψιμο, όταν ο Σταβλοκάτοχος τα πετάξει έξω από τον στάβλο:
─ Είμαι καραμανλικότερος του Καραμανλέως! (κατά το Βασιλέως, βεβαίως, βεβαίως).
Ο Πολιτικάντικος κατινισμός, σε όλο του το μεγαλείο.
Το καραγκιοζιλίκι στην αποθέωσή του.
Ο κρετινισμός σε δημόσια έκθεση.
Κόλακες, χειρότεροι από τα κοράκια. Τα κοράκια τρώνε πτώματα, οι κόλακες ανθρώπους.
Κι’ ο Κώστας, ο μικρός ανεψιός του Κωνσταντίνου του «μεγάλου», ο σταβλοϊδιοκτήτης, το ξανασκέφτεται. Να ξανασταβλίσει το απολωλός πρόβατον.
Γιατί, παρά τους τσαμπουκάδες, ο αριθμός 151 και ένας, και λίγο μαύρο στα πλευρά …. δεν αποτελούν και στέρεο στήριγμα για την σταβλοσατραπεία, που κλυδωνίζεται.
«Οι αστρολόγοι (οι πληρωμένοι) της αυλής, εφλυαρούσαν
Που άλλα πολλά χρόνια θα «κυβερνήσει» ακόμη.»
«ενώ όμως έλεγαν αυτοί, εκείνος
παληές συνήθειες, ευλαβείς θυμάται» (Κ. Καβάφης):
Θυμάται τα «ταπεινοσεμνά» του, που βγήκαν όλα πλάνες, με τους Βουλγαράκηδες, Ρουσόπουλους και όσους λιμασμένους για εξουσία και χρήμα, σταβλίζει στην αυλή του.
Θυμάται τους «νταβατζήδες», που κάποιοι είπανε, πως νταβατζήδες πια δεν υπάρχουν….
Αχ ! «Οι άνθρωποι αυτοί ήταν μια κάποια λύσις» (Κ.Κ.)
« Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
Ο γέρος εζαλίσθηκε. Κι αποκοιμάται». (Κ.Κ)
«Παλιά μου τέχνη κόσκινο», δηλαδή, που λέει κι ο λαός.
«Αλλά στην αίθουσα την αλαβάστρινη
Τι ανήσυχοι που είν’ οι Λάρητές[1] του». (Κ.Κ.)
Όλα εκείνα τα χρυσαγόρια, που τα μαλάματα του ελαφρού στυλ (light style) και της απληστίας, έφαγαν τα πρόσωπά τους.
Λίφτινγκ, πια, δεν παίρνουν. Και το μπότοξ τι να κάνει;
«Τρέμουν οι σπιτικοί μικροί θεοί». (Κ.Κ.)
Οι ματαιόσπουδοι (Κ.Κ.).
Οι σπουδαιογελοίοι (Μόνιμος ο Κυνικός).
Άνθρωποι χωρίς λεβεντιά (Μανώλης Αναγνωστάκης)
«Γιατί άκουσαν μιαν απαίσια βοή,
… την σκάλα ν’ ανεβαίνει» (Κ.Κ.)
Ο γδούπος του γραμματέα του πολιτισμού ήταν βαρύς. Κι ας κουκουλώθηκε.
Και οι κομιστές ψιθυρίζουν, κάτω από την πύλη του Αδριανού, των Αγγέλων τα τραγούδια. Κοντά, πολύ κοντά, στην αυλή του Ρηγιλάρχη.
Το κότερο κλυδωνίζεται μέσα «στον πλούτο, τύχης έμετον» (Μόνιμος ο Κυνικός), της απληστίας.
Και η ύβρις (αλαζονεία), των χρυσωμένων παιδιών, φωτιά που φουντώνει. Δύσκολο να σβηστεί.
«Ύβριν χρη σβεννύναι μάλλον ή πυρκαϊήν: καλύτερα να σβήνει κανείς την αλαζονεία παρά την πυρκαγιά» (Ηράκλειτος).
Και ο κομματικός σταρχιδισμός* (όρος του Ανδρέα Ρουμελιώτη), του «δεν τρέχει τίποτα», στο φόρτε του.
Και τα γαλίφικα σαλιαρίσματα της υψηλοτάτης με την Κοντολίζα.
«Θυμάται πόσο στην Συρία θρήνησαν,…
…, σαν έγινε σκουπίδι η μάνα των Μακεδονία;» (Κ. Κ.)
«Δεν έφταιγε ο ίδιος. Τόσος ήτανε.» (Μανώλης Αναγνωστάκης)
[1] Λαρητες: Ρωμαϊκοί θεοί (θεότητες) της οικιακής ευημερίας
* Σταρχιδισμός: σύνθεμα των λέξεων: «στ’ αρχίδια μου», εικάζω
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΑΝΕΥΛΑΒΗΣ,
ΠΑΘΟΛΟΓΟΣ-ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΟΣ
ΑΜΙΣΘΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ Α. ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΛΙΝΙΚΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΕΙΟΥ ΓΕΝ. ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ, Ν. ΙΩΝΙΑΣ
Τηλ. 210 2775487, 210 2776612 (εσ. 637),
FAX :210 6898025, 210 2775487
e-mail: impious@otenet.gr