To «Ελληνικό Σύνδρομο»

Ξεκινώ με τη διαπίστωση πως σήμερα τα όνειρα είναι πολύ σημαντικότερα από ποτέ άλλοτε. Ειδικά στην Ελλάδα, την αλλοτινή κοιτίδα της δημοκρατίας και της φιλοσοφίας, η οποία κινδυνεύει πλέον να χάσει το φως της και να μετατραπεί σε μια «γκρίζα» χώρα, κατοικημένη από ανθρώπους που εκπέμπουν «μιζερόνια» (σωματίδια μιζέριας). Δεν αστειεύομαι. Η κατάσταση είναι τραγική. Και θα ήταν ακόμη τραγικότερη, αν δεν ήταν αστεία.

Η πολιτική έχασε το νόημα της κι έγινε παράρτημα του lifestyle. Ο ατομικισμός, σε συνδυασμό με τον ηδονιστικό και εγωιστικό καταναλωτισμό, θριαμβεύει λυσσαλέα παντού σε βάρος των συλλογικών οραμάτων που κάποτε μας συνέπαιρναν. Το ίδιο και ο εθνολαϊκισμός που τσαλαβουτά ακόμη και στα πιο λεπτεπίλεπτα μυαλά προχωρώντας με το σύνθημα «όπισθεν ολοταχώς». Αντί για διανοούμενους με κριτική σκέψη, γεμίσαμε με κουφιοκέφαλους «Επώνυμους», αξιοθρήνητους συνωμοσιοπαρανοϊκούς, Ελληναράδες με εμμονικά σύνδρομα και ιδεοψυχαναγκασμούς, καθώς και αδίστακτους τηλεμάρκετινγκ εθνικιστές, που θα πουλούσαν ακόμη και τη μάνα τους για λίγα ευρώ.

Γι’ αυτό και τελευταία παρατηρείται μια περίεργη δυσανεξία απέναντι στις αιρετικές απόψεις που –αν μη τι άλλο– αποτελεί σημάδι επιδείνωσης της δημοκρατικής μας ζωής. Τα σχολεία μας, αντί να δημιουργούν ελεύθερα σκεπτόμενους ανθρώπους, παράγουν μηχανικά εξαρτήματα της καπιταλιστικής μεγα-μηχανής, που εκτονώνουν την καταπίεσή τους σε computer games και ομαδικούς βιασμούς, τους οποίους επιδεικνύουν με τα κινητά τους…

Η «Κοινωνία των Κολλητών»

Από τη φιλόδοξα κυοφορούμενη «κοινωνία των πολιτών» των αρχών της δεκαετίας του 1990, που με τη δημοκρατική της αλληλεγγύη υποτίθεται πως θα άλλαζε την κοινωνία μας, περάσαμε σχεδόν αμαχητί στην «κοινωνία των κολλητών», όπου οι κατάλληλες γνωριμίες θεωρούνται πλέον το κλειδί του ασανσέρ που οδηγεί στην κοινωνική ανέλιξη. Βλέπουμε γύρω μας να προκόβουν μόνον όσοι πουλούν φούμαρα και ψεύτικα όνειρα, με άλλα λόγια οι απατεώνες. Γεμίσαμε «νταβατζήδες», λαμόγια, «κουμπάρους» και διαπλεκόμενους, χάρη και στην ανοχή (ή την ανικανότητα) μιας νεοσυντηρητικής κυβέρνησης που στην αρχή ηθικολογούσε μιλώντας για «επανίδρυση του κράτους» –που είναι αυτή η περίφημη «επανίδρυση», την είδε μήπως κανείς;– και στη συνέχεια συνθηκολογούσε στο μεγάλο κεφάλαιο και στους διαφθαρμένους προστάτες της, όπως άλλωστε έκαναν και οι σοσιαλδημοκράτες προκάτοχοί της. Μιας κυβέρνησης που επανακατέλαβε το κράτος, λες και ήταν το «εκλογικό έπαθλο» του 2004, και το παραγέμισε με τα «δικά της παιδιά».

Παρασυρμένη από τη δίνη του τουρμποκαπιταλισμού η Ελλάδα καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει –παλιά ιστορία! Η οικονομία της βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κατανάλωση και αυτή η κατανάλωση τροφοδοτείται και συντηρείται από τον διαρκή δανεισμό, ο οποίος οδηγεί στην υπερχρέωση. Τόσο το κράτος, όσο και οι πολίτες δανείζονται για να μπορούν να καταναλώνουν. Δεν παράγουν πλέον…

Ηλεκτρονικοί Προλετάριοι και «Νεάντερταλ με γραβάτες»

Η κοινωνία μας γέμισε με ανασφάλεια, τα καλώς εννοούμενα «κεκτημένα δικαιώματα» αμφισβητούνται ανοικτά και η μεσαία τάξη γίνεται μέρα με τη μέρα όλο και φτωχότερη. Σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας είναι βυθισμένο στην εξαθλίωση –εντάξει, «δεν πεινάνε» ακόμη, αλλά υποφέρουν τα πάνδεινα για να τα κερδίσουν τα προς το ζειν– και μια καινούργια στρατιά «ηλεκτρονικών προλετάριων» με πτυχία πανεπιστημίου συνωστίζονται σε φτηνά διαμερισματάκια μέσα στο πολεοδομικό χάος της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, όπου το πράσινο σπανίζει κι όποιος κυκλοφορεί με ποδήλατο τον κοιτάζουν όλοι σαν εξωγήινο. Στους δρόμους των ελληνικών πόλεων το κυρίαρχο είδος είναι οι «Νεάντερταλ με γραβάτες»: ανθρωπάρια χωρίς συνείδηση, ευαισθησίες και κριτική σκέψη. Άνθρωποι με προκάτ αντιλήψεις που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η επιτυχία και το χρήμα.

Σ’ αυτό το σκηνικό νέες αλλόκοτες πολιτικές «αλχημείες» έχουν κάνει την εμφάνισή τους, συγχέοντας ακόμη περισσότερο τα πράγματα: Οικολόγοι  neocons και «λάιτ λεφτ» καπιταλιστές. Κόκκινοι εθνικιστές και αντιαμερικανοί ακροδεξιοί. Υπερ-ορθόδοξοι κομμουνιστές και αρχαιολάτρες φασίστες. Συντηρητικοί gay και θεοσεβούμενοι «αριστεροί». Φαλλοκράτες φεμινιστές και οπαδοί της παγκοσμιοποίησης που πίνουν κόκα κόλα…

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες δεν είναι περίεργο που αμέτρητοι Έλληνες είναι καταθλιπτικοί –οι περισσότεροι χωρίς καν να το γνωρίζουν, γι’ αυτό ίσως είναι και πιο επικίνδυνοι– και ξυπνούν με το φόβο ότι θα ζήσουν. Η ψυχή τους έχει καταντήσει «σκυθική έρημος», που λεηλατείται από φόβους κατασκευασμένους από τα Media. Τα ίδια τα Media και οι κλειδοκράτορές τους έχουν επιδοθεί σ’ έναν ανελέητο αγώνα δρόμου για τη συντριβή της οποιασδήποτε νοήμονος ζωής που εμφανίζεται, έστω και σε περιορισμένους θύλακες, στην Ελλάδα. Η έλλειψη του παραμικρού είδους ηρωισμού και οράματος αποδεικνύονται πλέον θριαμβευτικά. Ζώντας χωρίς όραμα για το μέλλον έχουμε πλέον μάθει όχι να ζούμε, αλλά να επιβιώνουμε…

Ευτυχώς δεν υπάρχει μόνον η «Γκρίζα Ελλάδα»

Όλο αυτό το μίζερο και ελευθεροκτόνο πράγμα είναι η σημερινή Ελλάδα; Ευτυχώς όχι! Δεν υπάρχει μόνον η «γκρίζα» Ελλάδα. Υπάρχει και η άλλη Ελλάδα, εκείνη που αντιστέκεται δημιουργικά! Η Ελλάδα που δεν έχει προδώσει ακόμη τον εαυτό της, που σκέφτεται, δρα και δημιουργεί ελεύθερα, πληρώνοντας βέβαια και το ανάλογο τίμημα για την ελευθερία της. Μια πολύχρωμη Ελλάδα που πασχίζει να βγει από τον διανοητικό της λήθαργο και να ανακτήσει το χαμένο έδαφος δουλεύοντας τριπλοβάρδια. Είναι η εναλλακτική Ελλάδα, που αντιπροσωπεύει και την ελπίδα για μια νέα πνευματική αναγέννηση την οποία η χώρα μας δεν είχε ποτέ την τύχη να γνωρίσει εφόσον, όταν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες συμμετείχαν στην Αναγέννηση, εμείς ήμασταν βυθισμένοι στην ασιατική ομίχλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή η εναλλακτική Ελλάδα για την οποία γίνεται λόγος δεν είναι κάτι το αφηρημένο. Αποτελείται από συγκεκριμένους ανθρώπους, ομάδες ανθρώπων και διάφορα κινήματα, που αντιστέκονται με τον τρόπο τους σ’ αυτή την «κουλτούρα της παράνοιας» που περιέγραψα προηγουμένως. Αντιστέκονται προτείνοντας ταυτόχρονα εναλλακτικούς τρόπους διεξόδου και νέα οράματα ή απλά δίνοντας με τη στάση και το έργο τους ένα ζωντανό παράδειγμα ότι η Ελλάδα δεν έχει ακόμη ηττηθεί. Είναι οι εναλλακτικοί Έλληνες, που αντιστέκονται δημιουργικά και δεν αφήνουν τα οράματά μας να πεθάνουν.

Τι σημαίνει να είναι κανείς εναλλακτικός;

Εναλλακτικός δεν σημαίνει απλά να φοράς μπλουζάκια με τον Τσε Γκεβάρα, να καπνίζεις «χόρτο», να ακούς ψαγμένη ροκ ή alternative μουσική, να διαβάζεις Adbusters ή Ζενίθ, να αγοράζεις βιολογικά φρούτα και να πετάς τις εφημερίδες σου στους κάδους ανακύκλωσης χαρτιού, να έχεις μια «χαλαρή» και ελευθεριάζουσα συμπεριφορά, οικολογικές ευαισθησίες, να δηλώνεις αντι-Μπουσικός, να διαδηλώνεις κατά της Παγκοσμιοποίησης και του πολέμου στο Ιράκ, να είσαι υπέρ του γάμου μεταξύ των gay, υπέρ των δικαιωμάτων των μεταναστών και των μειονοτήτων, και να έχεις «άποψη» για τα διεθνή ζητήματα –όλα τα προηγούμενα θα μπορούσαν κάλλιστα να χαρακτηρίζουν έναν δήθεν Αριστερό, όχι όμως κι έναν εναλλακτικό.

Εναλλακτικός σημαίνει πάνω απ’ όλα να είσαι ο Εαυτός σου, να αφουγκράζεσαι τις εσωτερικές φωνές της συνείδησής σου, να σκέφτεσαι ελεύθερα και να πράττεις υπεύθυνα έξω από το «κυρίαρχο ρεύμα» (mainsteram). Σημαίνει να αμφιβάλλεις και να προτείνεις ταυτόχρονα. Να επαναστατείς και να συναινείς εκεί όπου υπάρχει θετικό αποτέλεσμα. Να καταστρέφεις το παλιό, αλλά και να δημιουργείς το νέο. Να κόβεις ένα δένδρο, αλλά και να φυτεύεις ένα άλλο. Να μην κτίζεις την ταυτότητά σου πάνω σε μια άρνηση, αλλά να είσαι θετικός εκεί που χρειάζεται.

Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και εκδότης-διευθυντής του περιοδικού ΖΕΝΙΘ.