«Βίλα Γιάννα, πλατεία ελευθερίας, παλιό Ψυχικό. Ελάτε να περάσουμε ένα επαναστατικό Σαββατόβραδο στο γνωστό σ’ όλους τους αγωνιστές αναρχοκομουνιστικό στέκι της συντρόφισσας Γιάννας Αγγελοπούλου! Υγεία, Καύλα κι Επανάσταση! Είσοδος ελεύθερη, φέρτε μόνο μπίρες, με τα άδεια μπουκάλια η Γιάννα θα φτιάξει μολότωφ!» γράφει η πρόσκληση, με χιλιάδες αποδέκτες, της σελίδας στο facebook «Πάρτυ στην αυτοδιαχειριζόμενη βίλα της συντρόφισσας Γιάννας».

Δεν ηδυνήθην να απορρίψω την πρότασιν που μου εγένετο διά την συμμετοχήν μου εις το σημερινό πάρτι εις την αυτοδιαχειριζόμενη βίλα της συντρόφισσας Γιάννας. Κι αυτό διά ιστορικούς λόγους.

Η αφεντομουτσουνάρα μου συνεπικουρούμενη από τον – επίσης – σύντροφο Τζίμη (Πανούση) την σ. Λιάνα (Κάνέλλη) και άλλους επαναστάτες, ήτο εκείνη που έκαμε κατάληψη όταν η σ. Γιάννα έκλεισε τον ραδιοσταθμό «City 99,5», όπου εργαζόμασταν ως (υψηλό) μισθωτοί σκλάβοι, απαιτώντας την απαλλοτρίωση της συχνότητας, των μηχανημάτων και την αυτοδιαχείριση του σταθμού.

Η φάρσα της ιστορίας είναι ότι μετά από (όχι και τόσο) σκληρές διαπραγματεύσεις, που έλαβαν χώραν μεταξύ της συντρόφισσας ιδιοκτήτριας και των εκπροσώπων μας σ. Γιάννη Προβή και σ. Λάμπη Ταγματάρχη, η Ρόζα Λούξεμπουργκ της Φιλοθέης όχι μόνο αποδέχθηκε να μας δωρίσει τον σταθμό αλλά μας έδινε και για έξι μήνες τα πολυτελέστατα γραφεία της, μέχρι να μπορέσουμε με την ησυχία μας να βρούμε νέα επαναστατική στέγη…

Ήμασταν τόσο (μα τόσο!) μαλάκες και στενοκέφαλοι που τσακωθήκαμε μεταξύ μας και χάσαμε μια μοναδική ευκαιρία να αυτοδιαχειριστούμε τον City, τον διαρκώς ανερχόμενο ραδιοσταθμό που κάλυψε με τον καλύτερο τρόπο τη νεανική εξέγερση το 2008, όταν δολοφόνησαν τον Αλέξη Γρηγορόπουλο.

Καιγόταν η Αθήνα για τον Γρηγορόπουλο

Το άγριο θεριό της νιότης έκαιγε την Αθήνα. Οι μαθητές πετροβολούσαν τα αστυνομικά τμήματα. Ο Τζιμάκος έπαιζε αντάρτικα, μέχρι κι ο πάντα μετριοπαθής Κώστας Γιαννακίδης (Ο Citizen, η «λουλουδού») είχε βαφτεί με τα χρώματα του πολέμου. Σκότωσαν ένα παιδάκι 15 χρονών οι δολοφόνοι!

Μπήκα στο στούντιο αποφασισμένος: αυτή να είναι η τελευταία μου εκπομπή.

Δεν λέγονται στο ιδιωτικό ραδιόφωνο όσα ξεστόμισα εκείνες τις άγριες μέρες. Στο πλατό έπαιζε ο «Αλέξης» του Διονύση Σαββόπουλου: «την νύχτα αυτή η αστυνομία/μάζεψε τους αλήτες απ’ το πάρκο/πλάκωσε το 100/κι ακουγόταν ως εδώ η σειρήνα/φύγε όσο έμεινε καιρός/γιατί η νύχτα στο κρατητήριο είναι κρύα/πως βαστιέται τέτοιος εξευτελισμός/και το στόμα μου φαρμάκι απ’ τα τσιγάρα/το πρωί στο λεωφορείο στριμωχτός/μια διαδήλωση κοιτώ μέσα απ’ τα τζάμια…

Εκατοντάδες τα μηνύματα: «Να πάρουμε τα όπλα, να τους πολεμήσουμε»! «Χαλαρά παιδιά»… τόλμησα και είπα. «Πουλημένε»! Εκείνες τις μέρες είδα τους «Πυρήνες της Φωτιάς» να ‘ρχονται…

Η συντρόφισσα Γιάννα στο στούντιο

Αίφνης, σκάει μύτη η συντρόφισσα στο στούντιο. Ήμουνα έτοιμος να της (την) πω: «Απολύομαι, χρυσή μου, και τρελαίνομαι»!

Εκείνη όμως ορμάει πρώτα στον Πανούση και του φιλάει την μουσούδα. Δεν έχω δει πιο σουρεαλιστική σκηνή. Μου σφίγγει θερμά το χέρι: «συγχαρητήρια, μας κάνετε να νιώθουμε υπερήφανοι». Δεν πάει καλά η μανδάμ, σκέφτηκα, κάτι πίνει και δεν μας δίνει.

Μετά έβλεπα στην οθόνη του υπολογιστή μου να ‘ρχονται συνέχεια οργισμένα μηνύματα απ’ τα παιδιά της. «Αποκλείεται, κάποιος κάνει φάρσα». Κι όμως…

Αργότερα, είδα τον Παναγιώτη Αγγελόπουλο στους Αγανακτισμένους στο Σύνταγμα και διάβασα ότι πρωτοστατούσε στο κίνημα «Occupy Wall Street», έτρεχε με ακτιβιστές στο Ελ Σαλβαδόρ και έφτιαχνε σπίτια για φτωχούς.

Είχε , λέει, το γονίδιο του Άγγελου Αγγελόπουλου, αδελφού του παππού του, που πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Ήταν γραμματέας οικονομικών στην Κυβέρνηση του Βουνού.

Η μαύρη δερμάτινη καπαρντίνα της KGB, το διαμαντένιο δαχτυλίδι, εγώ και η Γιάννα

Μόλις είχα γυρίσει απ΄ το Παρίσι και φόραγα μια μαύρη, μακριά ως τον αστράγαλο, δερμάτινη καπαρντίνα. «Άνηκε σε ένα υψηλόβαθμο στέλεχος της KGB», μου την διαφήμιζε ο πωλητής μεταχειρισμένων ρούχων στο δεύτερο υπόγειο απέναντι απ’ το μουσείο Μπομπιντού.

Πράγματι, αυτή καπαρντίνα είναι τρομακτική, από μόνη της χωρίς τον πράκτορα μέσα. Έχει 16 τσέπες! Για τα περίστροφα, τα στιλέτα και τις χειροβομβίδες…

«Αν μπορείτε να ανεβείτε τώρα στο γραφείο της, σας θέλει», μου είπε ευγενικά η διευθύντριά της.

Είμαι σίγουρος ότι τρόμαξε που με είδε έτσι με τα μούσια, το μάτι να γυαλίζει, ντυμένο εκτελεστή της KGB απ’ την κορφή μέχρι τα νύχια. Εκείνη είχε κάπως διαφορετικό styling από μένανε. Ένα μπας κλας ταγεράκι Luis Vuitton κι ένα δαχτυλίδι μ’ ένα τεράστιο διαμάντι που έβγαζε μάτι.

Διαβάστε τη συνέχεια στο enallaktikos.gr