Βιώνουμε ένα μοναδικό φαινόμενο. Για πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική Ελλάδα πολιτικό κόμμα χαρακτηρίζεται εγκληματική οργάνωση και συλλαμβάνονται βουλευτές. Το Σύνταγμα θεσπίζει τις βουλευτικές ασυλίες και ορίζει ότι ένας βουλευτής δεν είναι δυνατόν να συλληφθεί χωρίς άδεια της Βουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα (άρθρο 62). Οι συλληφθέντες βουλευτές, εξ όσων μπορούμε να υποθέσουμε, κατηγορούνται για σύσταση και συμμετοχή αλλά και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης (άρθρο 187 ΠΚ). Αυτό αποτελεί διαρκές έγκλημα, το οποίο είναι πάντοτε αυτόφωρο και επομένως είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν συλλήψεις ανά πάσα στιγμή.

Από άποψη, λοιπόν, τυπικής νομιμότητας δεν υπάρχει κανένα ζήτημα και όλα έχουν εξελιχθεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Είναι αυτονόητο ότι οι Αρχές πριν προχωρήσουν στη σύλληψη έχουν οπωσδήποτε συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία, που θεμελιώνουν την ενοχή των συγκεκριμένων προσώπων.

Όμως ανεξάρτητα από τη παρούσα υπόθεση, κυρίως σε περιπτώσεις που δεν πρόκειται για κατά κυριολεξία αυτόφωρα αδικήματα, αλλά το αυτόφωρο προκύπτει από τον διαρκή χαρακτήρα του εγκλήματος και ιδιαίτερα σε περιόδους στις οποίες η πολιτική ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη, υπάρχουν περιθώρια μη ορθής χρησιμοποίησης της διαδικασίας. Για τον λόγο αυτό είναι απαραίτητη η μεσολάβηση της Βουλής, ώστε με απόφασή της να παρέχει δημοκρατική νομιμοποίηση σε όλες τις περιπτώσεις σύλληψης πολιτικής ηγεσίας. 

Οι βουλευτές χάνουν τη βουλευτική τους ιδιότητα μόνο μετά από αμετάκλητη απόφαση της Δικαιοσύνης για στέρηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων ή εφόσον παραιτηθούν. Τη θέση των παραιτηθέντων βουλευτών καταλαμβάνουν οι επιλαχόντες υποψήφιοι του ιδίου ψηφοδελτίου, εκτός και εάν δηλώσουν ΟΛΟΙ ότι δεν επιθυμούν τη βουλευτική ιδιότητα. Εάν αρνηθούν, τότε κενώνεται η έδρα και τίθεται θέμα αναπληρωματικής εκλογής.

Η ρύθμιση των αναπληρωματικών εκλογών επαφίεται στον κοινό νομοθέτη. Σύμφωνα με όσα ορίζει το Σύνταγμα, δεν γίνονται αναπληρωματικές εκλογές εάν ο αριθμός των κενών εδρών -κατά το τελευταίο έτος της 4ετίας- δεν είναι πάνω από 60. Ο νόμος που ισχύει σήμερα ορίζει ότι αν εκκενωθεί έδρα γίνονται αναπληρωματικές -όχι επαναληπτικές, όπως λανθασμένα λέγεται- εκλογές. Είναι όμως δυνατή η ψήφιση νόμου στις επόμενες ημέρες ο οποίος θα περιέχει άλλη ρύθμιση, π.χ. ότι αναπληρωματικές εκλογές γίνονται μόνον αν οι κενές έδρες είναι πάνω από 30. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ακόμα και στην περίπτωση που παραιτηθούν και οι 18 βουλευτές της Χρυσής Αυγής δεν σημαίνει πως θα πραγματοποιηθούν αναπληρωματικές εκλογές.

Αυτό ισχύει όχι μόνο για τους βουλευτές περιφερειών αλλά και για τους βουλευτές επικρατείας.

Ανδρέας Γ. Δημητρόπουλος
Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου
Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών