Όταν μια κοινωνία χάσει την ευκαιρία να συνδεθεί με την παγκόσμια κουλτούρα, μένει να κοιτάζει την άβυσσο που ανοίγεται μπροστά της δίχως να καταλαβαίνει, παρόλο που η άβυσσος αυτή υπάρχει για να την καταπιεί.

Ίμρε Κέρτες, Εγώ, Ένας Άλλος

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο φόβος της Παγκοσμιοποίησης

Οι περισσότεροι Έλληνες φοβούνται σήμερα την Παγκοσμιοποίηση, ένα ανώνυμο, μη αναγνωρίσιμο φαινόμενο, που καθορίζει ακόμη και λεπτομέρειες της ιδιωτικής τους ζωής. Το φαινόμενο αυτό προκαλεί αβεβαιότητα, ανασφάλεια και φοβίες, που αποτελούν και την πρώτη ύλη για την εμφάνιση του ανορθολογισμού και ιδιαίτερα του εθνικισμού. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Σέρβος κοινωνιολόγος Νέμποισα Πόποφ στο εξαίρετο δοκίμιο του Σέρβικος Λαϊκισμός: «Απ’ το φόβο του μέλλοντος, την αγωνία του αγνώστου, την ανησυχία λόγω της απώλειας ή της απραγματοποίητης ταυτότητας, τη φοβία απ’ τον άλλον, τη νοσταλγία για το παλιό μεγαλείο, ο ‘’μικρός άνθρωπος’’ αναζητά ανακούφιση στην ένταξη στη μάζα και στη συνοδεία του ηγέτη, ενώ ο ηγέτης συμπεριφέρεται απέναντί του σύμφωνα με τις αρχές της ‘’αντεστραμμένης ψυχανάλυσης’’, ενισχύει όλες τις ανικανοποίητες επιθυμίες του και την επιθετικότητα του για να τον εμποδίσει να αποκτήσει προσωπική ανεξαρτησία». Ως ανάμειξη όλων αυτών των ορθολογικών και ανορθολογικών παραγόντων εμφανίζεται και ο σύγχρονος ελληνικός λαϊκιστικός εθνικισμός.

Το σκουλήκι του εθνικισμού διεισδύει ακόμη και στα πιο λεπτεπίλεπτα μυαλά, τσαλαβουτά στους εγκεφάλους ακόμη και των πιο «χάι» και «προοδευτικών» διανοουμένων και τους διαβρώνει. Στο περιθώριο της ελληνικής κοινωνίας συντηρούνται, με υπερβολικές συχνά «δαπάνες», ομάδες «διανοουμένων» και επαγγελματιών πλιατσικολόγων, που κτυπώντας τα κακώς κείμενα της κοινωνίας σε τελική ανάλυση την αναδομούν! Από αυτήν την οπτική οι Έλληνες νεοεθνικιστές κτυπώντας τη δημοκρατία και τον ορθολογισμό, προσφέρουν μια ανέλπιστη ευκαιρία για αναγέννηση! Όπως το κίνημα κατά της Παγκοσμιοποίησης αποτελεί τον ιχνηλάτη του μελλοντικού καπιταλισμού, έτσι και οι νεοεθνικιστές μπορούν να προσφέρουν μια ευκαιρία στη δημοκρατία να ανανεωθεί.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεν έχουμε «ανοσοποιηθεί» απέναντι στον ολοκληρωτισμό

Η ελληνική δημοκρατία, παρά την μεγάλη αντιφασιστική της ιστορία –και παρά την πρόσφατη «αναμνηστική δόση» της Χούντας των Συνταγματαρχών– δεν έχει ανοσοποιηθεί πλήρως από ολοκληρωτικές και ισοπεδωτικές ιδεολογίες. Αντίθετα τα τελευταία χρόνια υφέρπει ύπουλα στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας ένα είδος «εσωτερικού φασισμού», που χαρακτηρίζεται από τη λατρεία της παράδοσης, την απόρριψη του εκσυγχρονισμού, το φόβο του διαφορετικού, την εμμονή στις συνωμοσίες, την επίκληση και τη λατρεία των «ενδόξων προγόνων», την πεποίθηση πως τα ατομικά δικαιώματα είναι δευτερεύουσας σημασίας σε σύγκριση με την ενότητα του έθνους-κράτους, την ιδέα πως η Ελλάδα απειλείται συνεχώς από εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς κ.α. Μέσα από αυτή τη διαβρωτική διαδικασία οι Έλληνες μετατρέπονται σταδιακά από άτομα σε μια μάζα, που εκδηλώνει τη συνωμοσιοπαράνοια και το φόβο της απέναντι στη συνθετότητα του σύγχρονου κόσμου. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την τηλεόραση και το μαζικό αθλητισμό, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για να ευδοκιμήσει ο ανορθολογισμός και κατ’ επέκταση ο εθνικισμός.

Για να ζήσει κανείς χωρίς προβλήματα στη σημερινή, δημοκρατική κατά τ’ άλλα, Ελλάδα πρέπει να έχει τη «σωστή» εθνικότητα, να είναι δηλαδή εθνοτικά Έλληνας και θρησκευτικά Ορθόδοξος. Μόνον έτσι θεωρείται «αυθεντικός Έλληνας». Σε διαφορετική περίπτωση θεωρείται «Άλλος», δηλαδή «ξένο σώμα», που απειλεί το «ιδανικό» της εθνικής ομοιογένειας της Ελλάδας. Αν, παρ’ όλα αυτά δεν μπορούν ν’ αμφισβητήσουν την ελληνικότητά του, τότε τον χαρακτηρίζουν «προδότη», «πράκτορα», «κοσμοπολίτη δίχως ρίζες» ή απλά «διανοουμενίστικο παράσιτο»!

Το δικαίωμα στη διαφορά δεν είναι κατοχυρωμένο

Στη δημοκρατική Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα το δικαίωμα στη διαφορά δεν είναι κατοχυρωμένο. Οποιοσδήποτε Έλληνας πολίτης επιλέξει να ζει και να σκέφτεται διαφορετικά από τους υπόλοιπους, από την πλειοψηφία, αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα και υφίσταται σωρεία διακρίσεων. Οποιοσδήποτε τολμήσει να απομακρυνθεί από το «ζαλισμένο κοπάδι» και να ακολουθήσει μια ιδιαίτερη διαδρομή, τότε κινητοποιείται ολόκληρη η κοινωνία και στρέφεται εναντίον του για να τον επαναφέρει στο «σωστό δρόμο». Ιδιαίτερα μάλιστα σε ζητήματα «εθνικά», κανείς δεν επιτρέπεται να εκφέρει διαφορετική άποψη και να κριτικάρει ορθολογικά τον υπερπατριωτισμό και τον εθνοκεντρισμό, που οδηγούν πάντα τους λαούς στο ναρκοπέδιο της αιματοβαμμένης ιστορίας. Αν το κάνει, αμέσως χαρακτηρίζεται «αντεθνικός», «ανθέλληνας» και «προδότης», από τους νεοεθνικιστές δημαγωγούς που έχουν παρεισφρήσει παντού, ακόμη και στο χώρο της διεθνιστικής κατά τα άλλα Αριστεράς.

Οποιοσδήποτε προσπαθήσει, με καλή πίστη και φιλοπρόοδο διάθεση, να εμπλακεί σε διάλογο με τους νεοεθνικιστές δημαγωγούς, σύντομα διαπιστώνει το μάταιο της προσπάθειας του: δεν μπορείς να εμπλακείς σε σοβαρό διάλογο με ανθρώπους, που πιστεύουν πως έχουν με το μέρος τους την «αόρατη πλειοψηφία» των νεκρών, που μιλούν για λογαριασμό των εκατομμυρίων Ελλήνων που σκοτώθηκαν –χωρίς συχνά να μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά– στους πολέμους και τις μάχες που προηγήθηκαν. Δεν έχει σημασία που οι νεκροί μας δεν υπέγραψαν καμιά εξουσιοδότηση στους σημερινούς «υπερπατριώτες» για να τους εκπροσωπούν. Οι εθνικιστές δημαγωγοί, που φημίζονται για τη νεκρολαγνεία τους, πιστεύουν ακριβώς το αντίθετο. Πιστεύουν πως εκφράζουν τη βούληση των νεκρών μας και θεωρούν πως οι νεκροί πρέπει να είναι παρόντες και να συμμετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι στοιχειώνοντας τις συνειδήσεις των ζωντανών. Κάτι τέτοιο όμως ακυρώνει την απόλυτη αρχή της (ζωντανής) πλειοψηφίας, που είναι και η βάση της δημοκρατίας, και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, μέσω του μεταφυσικού εκτροχιασμού της πολιτικής, σε ολοκληρωτικά καθεστώτα και συγκεκριμένα στο φασισμό…

 

Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com), συγγραφέας και εκδότης-διευθυντής του περιοδικού ΖΕΝΙΘ.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης