Αυτός είναι ο τίτλος του νέου ριάλιτι που παίζεται καθημερινά πια στην τηλεόραση, στους δρόμους, στα πεζοδρόμια, στα μαγαζιά, στα γραφεία και στα σπίτια μας. Παίκτες είναι ο Γιώργος, η Μαιρούλα, η μαμά Αντιγόνη, ο παππούς Πέτρος, ο θείος Γιάννης, η ανιψιά Κούλα και ο πατέρας Κυριάκος. Έχουν όλοι επιλεχθεί ως τυχαία αντιπροσωπευτικά δείγματα Ελλήνων ανθρώπων, εργαζομένων και ημιαπασχολούμενων, μαθητών, φοιτητών, αγροτών. Συνταξιούχων, γιατρών, ανέργων, φαρμακοποιών.

Παρόλο που πρόκειται για δείγματα που όπως όλοι ξέρουμε δεν πουλιούνται, αυτοί έχουν πουληθεί – παρά τη θέλησή τους. Ξύπνησαν ένα πρωί και έτριβαν τα μάτια τους: Τα δικαιώματά τους είχαν κάνει φτερά, οι δουλειές τους ήταν παρελθόν και τα λεφτά τους κινδύνευαν να μην είναι πια δικά τους. Δεν γινόταν να κάνουν πίσω όμως γιατί είχαν εκφράσει την επιθυμία τους γραπτώς να συμμετάσχουν σε αυτό το παιχνίδι. Με τη θέλησή τους αυτή τη φορά.

Έτσι τελείως αυθόρμητα, αβίαστα και αβάδιστα αντικατέστησαν το «Καλημέρα, τι κάνεις;» με το «καλημέρα, την παλεύεις»; Ανέβηκαν όλοι στο ρινγκ (αυτό ήταν το σκηνικό του παιχνιδιού) και άρχισε το μπουνίδι. Η διαιτησία είναι ανύπαρκτη. Κάτι ανίδεοι μόνο προσπαθούσαν να τους χωρίσουν. Να δούνε ποιος έχει δίκιο, ποιος κλωτσάει περισσότερο, ποιος πέθανε. Όμως κανείς δεν πάταγε το κόκκινο κουμπί να σταματήσει το γύρισμα.
Το ριάλιτι αυτό μεταδίδεται δορυφορικά σε όλο τον κόσμο και οι θεατές του είναι κυρίως κάτοικοι ξένων χωρών γιατί εμείς οι ιθαγενείς είμαστε οι παίκτες.
Το ριάλιτι αυτό είναι μία ξένη παραγωγή που την έχουμε φέρει στη χώρα γιατί θα μαζέψει πολλά λεφτά από τη διαφήμιση. Οι θεατές βλέπουν τα τεκταινόμενα στο ρινγκ και ποντάρουν στους παίκτες που πιστεύουν ότι θα μείνουν ή θα φύγουν. Οι παίκτες φοράνε διαφημιστικές μπλούζες χορηγών. Οι εταιρίες των παικτών που πάνε καλά βγάζουν λεφτά και διαφημίζονται κιόλας.
Στο ριάλιτι αυτό οι παίκτες παίζουν συγχρόνως και ένα παιχνίδι παρατηρητικότητας όπως αυτό που υπάρχει στα περιοδικά με τα σταυρόλεξα: Κάθε μέρα κάνουν ένα περίπατο και καλούνται να βρουν τις διαφορές: Τι ήταν εδώ χθες και δεν υπάρχει σήμερα; Το ψιλικατζίδικο; Το κρεοπωλείο; Το μαγαζάκι με τα κοσμήματα; Όποιος έχει την καλύτερη μνήμη επιβραβεύεται με ένα ένσημο. Πιθανόν κατά την έξοδό του να πάρει σύνταξη. Αν υπάρχει τότε.

«Την παλεύεις»; Οι πρωταγωνιστές του ριάλιτι ρωτάνε συνέχεια ο ένας τον άλλον. Το ερώτημα παραμένει; Η χώρα-στούντιο έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο ρινγκ. Μπουνιές, κλωτσιές, κεφαλοκλειδώματα, σφαλιάρες, φτυσίματα, μαυρισμένα μάτια κλπ, κλπ. Όλοι τέζα. Κάτι ξανθιές μόνο συνεχίζουν να ψωνίζουν και να ασχολούνται με το ποιος διάσημος θα παντρευτεί κάποια ξανθιά.

Ο παρουσιαστής – που τον έχουν επιλέξει οι παραγωγοί αλλά και αποδέχθηκαν οι παίκτες με τη θέλησή τους όπως είπαμε και παραπάνω – πρέπει να λέει πάντα σωστά τις ατάκες του. Μπερδεύεται που και που. Δεν μπορεί να αρθρώσει καλά, δεν μιλάει καλά Ελληνικά. Όμως είναι αθλητικός και μορφωμένος με γνωριμίες εντός και εκτός του ρινγκ. Κάμεραμεν, τεχνικοί, μακιγιέρ, γυμναστές και ενδυματολόγοι περιφέρονται γύρω του και προσπαθούν να χτίσουν την εικόνα του όσο καλύτερα μπορούν. Οι διαφημιστές και πιθανοί χορηγοί πηγαινοέρχονται επίσης γύρω του, φτιάχνουν σλόγκανς, του γράφουν τι θα πει και τον κατευθύνουν, έτσι ώστε να φαίνεται ότι αυτός ο καημένος απλώς κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να ανέβει η θεαματικότητα, η παραγωγικότητα και το ριάλιτι να πιάσει ψηλά νούμερα, μπας και ρίξει κανείς κανένα χρήμα σε αυτή την ξενόφερτη παραγωγή που στοιχίζει πολύ στη χώρα.

Εν τω μεταξύ, οι παίκτες συνεχίζουν να παλεύουν με απαράμιλλη αγωνιστική διάθεση. Κάνουν απεργίες, κλείνουν δρόμους, κατεβάζουν ρολά στα καταστήματά τους, διαμαρτύρονται έξω από δημόσιες υπηρεσίες και φωνάζουν. Πέφτουν μολότοφ, σφαλιάρες, κλωτσιές και κεφαλοκλειδώματα. Ταχυδρομούνται και δέματα με εκρηκτικά. Γίνονται και απεργίες πείνας, σηκώνονται και οι μπάρες στα διόδια. Η παραγωγή φαίνεται να μην ασχολείται με τα θύματα. Ο παρουσιαστής πάντα κομψός με το επιτελείο του, τους βοηθούς του, τους δημοσιογράφους και τα σελέμπριτις από το εξωτερικό, εργάζεται αδιάλειπτα. Πρέπει να φέρει το ριάλιτι εις πέρας γιατί έχει και αυτός οικογένεια που πρέπει να ταΐσει. Είχε διαβάσει το σενάριο από πριν και ήξερε ότι θα είχε το ρόλο του κακού. Ε, πόσο θα κρατήσει όλο αυτό; Αν τα φτύσει θα τον αντικαταστήσουν. Του το έχουν πει άλλωστε από την παραγωγή. Θα μείνει όσο αντέξει. Μέχρι τώρα πάντως τη δουλειά του την έκανε και την έκανε καλά.

Οι παίκτες εν των μεταξύ συνεχίζουν την κλωτσοπατινάδα. Ο μόνος απαράβατος κανόνας που έχουν είναι να μην βγει κανείς νοκ – άουτ. Θα τα καταφέρουν γιατί οι περισσότεροι είναι παλιές καραβάνες. Περνάνε από τον ένα γύρο στον άλλον και κάνουν υπομονή μέχρι το πρώτο διαφημιστικό μπρέηκ που αν γίνει πάει να πει ότι άρχισαν να πέφτουν τα πρώτα λεφτάκια. Η παραγωγή θα αρχίσει να βγάζει τα σπασμένα. Θα τους αφήσει να αναπνεύσουν λίγο.

Οι παίκτες πρέπει λοιπόν να κάνουν κάτι θεαματικό. Να ανεβάσουν την θεαματικότητα. Να προσελκύσουν τους διαφημιστές.
Κατεβαίνουν από το ρινγκ. Ψάχνουν να βρουν διέξοδο από το στούντιο. Α! να εκεί κάπου είναι η έξοδος κινδύνου. Πηδάνε έξω. Από κάτω τους περιμένει η πυροσβεστική. Σώθηκαν.
Κάτι λεωφορεία τους περιμένουν να τους μεταφέρουν και πάλι μέσα στο στούντιο.

Το ριάλιτι «Ντου γιου θινκ γιου κεν παλέψ ιτ» συνεχίζεται …