«Ου μόνον αρχή άνδρα δείκνυσι, αλλά και αρχήν ανήρ» (Πλουτάρχου Πολιτικά 811β)
Ιδού τι κάνατε, σεις οι «άρχοντες», στην πόλη και τον δήμο. Στη Δημοκρατία μας. Στην Ελλάδα μας.
«Μια πατρίδα που ζημιώθη, διατιμήθη και όλο σ’ αυτό κατανταίνει» (Μακρυγιάννης), εξ αιτίας ανίκανων αρχόντων, των «αλιτηρίων (καταστροφέων) της πόλης» (Ζήνων ο Ελεάτης).
«Άνθρωποι, χωρίς ηθική και πίστη. Και κρίμα τα φώτα τους. Ότι ο άνθρωπος κάνει τα φώτα κι όχι τα φώτα τον άνθρωπον» (Μακρυγιάννης).
Ιδού, αυτοί, που λαλούν «σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες» (Σεφέρης).
Οι γλωσσοχαλαστήδες, οι χαλασοχώρηδες, οι πρόθυμοι σε κωλο-
ρεβερέντζες, οι λάτρεις του ξενόφερτου, που τους πούλησαν οι καπάτσοι «φύκια για μεταξωτές κορδέλες», και καμαρώνουν ως ευρωπέη (δεν είναι λάθος), με ημίψηλο και τσαρούχια, έτοιμοι να φορέσουν και στις Καρυάτιδες μπούρκα.
«Και φωνάζουν οι πατριδέμποροι να φοβηθούν οι πατριώτες». (Βάρναλης).
Οι δημιουργοί του δύσμορφου προσώπου της αλαζονικής τους εξουσίας. «Κράτος αδηφάγων και ασυστόλων κώλων»
Ιδού οι άρχοντες, που άφησαν τα κάστρα της πατρίδας απολέμιστα και μπήκαν «ντυμένοι φίλοι οι εχθροί», οι απολίτιστοι της παγκοσμιοποίησης του αμερικάνικου τρόπου ζωής, οι «πολιτισμένοι» βάρβαροι της Εσπερίας.
Οι πολιτικατζήδες, που βύθισαν τον κοσμάκη στην ανέχεια, του πετσόκοψαν το βιός, τον έριξαν στην ανεργία, ομολογώντας κυνικά, ότι τα μέτρα αυτά είναι άδικα, και χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα.
Γιατί λοιπόν νομίζετε ότι πρέπει να μας κυβερνάτε;
Μήπως διότι σκοπείτε, «όπως οι βέλτιστοι τας τιμάς έξουσιν οι δ’ άλλοι μηδέν αδικήσονται;» (Ισοκράτης προς Νικοκλέα 2:16. Δεν μεταφράζω. Ανελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ.)
Μα καθημερινά δεν βλέπουμε
«να χρησιμοποιείτε παντού», στις θέσεις όλες, «κάτι μούτρα μπρούντζινα, κάτι αχρείους και γιους αχρείων: Τοῖς δὲ χαλκοῖς καὶ πονηροῖς κἀκ πονηρῶν εἰς ἅπαντα χρώμεθα» (Αριστοφάνους Βάτραχοι 730-31. Μετάφραση: Θρ. Σταύρου)
Μα δεν το βλέπουμε, πως,
«τιμώνται στην πόλη τα πλούτη και οι πλούσιοι, και περιφρονούνται η αρετή και οι χρηστοί: Τιμωμένου δὴ πλούτου ἐν πόλει καὶ τῶν πλουσίων ἀτιμοτέρα ἀρετή τε καὶ οἱ ἀγαθοί.» (Πλάτωνος Πολιτεία. 551a. Μετάφραση Ι. Γρυπάρης)
Ε, λοιπόν, ΝΑΙ,
«Να ξεφτελίζεις τους κακούς δεν είναι καθόλου άπρεπο, ίσα-ίσα τιμάς τους καλούς μ᾽ αυτόν τον τρόπο — έτσι λεν οι μυαλωμένοι: Λοιδορήσαι τους πονηρούς ουδέν εστ’ επίφθονον, αλλά τιμή τοισι χρηστοίς, όστις ευ λογίζεται. (Αριστοφάνης Ιππής 1274-75 Μετάφραση Ηλία Σ. Σπυρόπουλου)
«Θα διοικήσεις σωστά τον δήμο εάν δεν επιτρέπεις στον λαό να υβρίζει, ούτε ανέχεσαι να υβρίζεται, αλλά έχεις ως σκοπό οι μεν άριστοι να τιμώνται οι δε άλλοι, κατά κανένα τρόπο, να μην αδικούνται.
Καλώς αν δημαγωγήσεις αν μηθ’ υβρίζειν τον όχλον εάς, μηθ’ υβριζόμενον περιοράς, αλλά σκοπής όπως οι βέλτιστοι μεν τας τιμάς έξουσιν οι δ’ άλλοι μηδέν αδικήσονται» (Ισοκράτης).
Διότι «ο αληθινός άρχων ου πέφυκε (δεν έγινε) το αυτώ (το δικό του) συμφέρον σκοπείσθαι (να φροντίζει), αλλά το τω αρχομένω.» (Πλάτων. Πολιτεία 347d).
Και πού, είναι αυτός ο πολιτικός άνδρας σήμερα;
Πού, η πολιτική;
Πού, η πολιτεία;
«Οι Έλληνες (οι Έλληνες!) να τον ακολουθούν,
μήτε να κρίνουν ή να συζητούν
μήτε να εκλέγουν πια, ν’ ακολουθούνε μόνο.»
(Κ. Καβάφης)
«Κι εδώ είναι η στάχτη ενός λαού, που κάποτε ήταν φλόγα»
(Κ. Βάρναλης)
«Έλληνες το γένος, ως ήτε φωνή και πάτριος παιδεία μαρτυρεί» (Πλήθων ο Γεμιστός)
«Καταραμένε Έλληνα. Όπου να γυρίσω την σκέψη μου, όπου και να στρέψω την ψυχή μου, μπροστά μου σε βλέπω, σε βρίσκω. Τέχνη λαχταρώ, Ποίηση, Θέατρο, Αρχιτεκτονική, εσύ μπροστά, πρώτος και αξεπέραστος. Επιστήμη αναζητώ, Μαθηματικά, Φιλοσοφία, Ιατρική, κορυφαίος και ανυπέρβλητος. Για Δημοκρατία διψώ, Ισονομία και Ισότητα, εσύ μπροστά μου, ασυναγώνιστος κι ανεπισκίαστος. Καταραμένε Έλληνα […] Γιατί να σε αγγίξω; Για να αισθανθώ πόσο μικρός είμαι, ασήμαντος, μηδαμινός; (Φρίντριχ Σίλλερ Friedrich Schiller)
«Μελετάτε τον Σαίξπηρ, μελετάτε τον Μολιέρο, αλλά προπάντων μελετάτε τους Έλληνες και πάντα τους Έλληνες […] Ω, μαγεία του Ελληνικού δαιμονίου, πόσο δυνατή είναι η σαγήνη της λατρείας σου και πόσο γόησσα είναι η διονυσιακή φιλοσοφία! Μ’ αυτήν και μόνη το πνεύμα μου πετά προς το Πάνθεον της φύσεως και εκεί μόνον ευρίσκω ανακούφιση και γαλήνη από την τρικυμία των μικροτήτων της ζωής. Αρχαίον Ελληνικόν πνεύμα πόσον σε αγάπησα! […] Ό,τι είναι η καρδιά και ο νους για το σώμα, είναι η Ελλάδα για την ανθρωπότητα […]. Αλλά ποιος είναι δυνατόν να μετρηθεί με τους θεούς; […]»
(Γιόχαν Γκαίτε Johann Goethe)
«Σε κάθε εποχή, οι διαδοχικοί πολιτισμοί προσπάθησαν με αγανάκτηση να αποσείσουν τον ζυγό των Ελλάνων, γιατί κάθε προσωπική δημιουργία, φαινομενικά, απόλυτα πρωτότυπη και ειλικρινά θαυμαζόμενη, φαινότανε δίπλα σ’ αυτούς, πως ξαφνικά έχανε το χρώμα και τη ζωή και γινότανε έκτρωμα αδέξιας μίμησης και γελοιογραφία. Και κάθε στιγμή ξεσπάει ακόμα μία φορά η υπόκωφη οργή, η μαζεμένη στα τρίσβαθα της καρδιάς εναντίον αυτού του αλαζονικού λαού που είχε την τόλμημα χαρακτηρίσει με το επίθετο «βάρβαρος» κάθε τι που του ήταν ξένο […] ούτε το δηλητήριο, ούτε ο φθόνος, ούτε η αχαλίνωτη συκοφαντία και η οργή κατόρθωσαν ν’ αγγίξουν την αυθάδη του γαλήνη. Γι’ αυτό, μπροστά στους Έλληνες, δοκιμάζουμε ντροπή και δέος. Τουλάχιστον ένας άντρα που εκτιμά την αλήθεια παραπάνω από κάθε τι, ας τολμήσει να διαλαλήσει αυτήν την αλήθεια, πως, παρόμοιοι με τον ηνίοχο που οδηγεί το άρμα, οι Έλληνες κρατούν στα χέρια τους τους χαλινούς της τέχνης μας, όπως άλλωστε κάθε τέχνης, αλλά σχεδόν πάντοτε, άρμα και άλογα, πολύ κατώτερης ποιότητας και ράτσας δεν ταιριάζουνε στους ένδοξους οδηγούς τους. Και τότε παίζοντας γκρεμίζουν αυτά τα άρματα στις αβύσσους, που οι ίδιοι τις δρασκελίζουν μ’ ένα πήδημα, παρόμοιοι με τον ωκύποδα Αχιλλέα. […] «Απ’ το χαμόγελο του Διόνυσου γεννήθηκαν οι θεοί απ’ τα δάκρυά του οι άνθρωποι.» (Φρίντριχ Νίτσε Friedrich Nietzsche)
Λοιπόν:
«Τί λέτε ρε μαλάκες!» … «Με παρειάν αναίσθητον εις τους κολάφους» (Τίτος Πατρίκιος, … Κ. Καρυωτάκης)
«Παραπάτησε και μπλουμ!
πέφτει σ’ ανοιχτό λαγούμι.
Χαχανίζει ν’ απορείς
και φωνάζει απανωτά:
—Δε λερώθ’κε ο Θοδωρής,
λερωθήκαν τα σκατά!» (Κ. Βάρναλης)
Οι υπόγειες συμφωνίες έχουν αποκαλυφθεί. «Τα συμφωνημένα υπονοούμενα» έχουν πια ξεσκεπαστεί.
«Από το ανέσπερο φως πώς να κρυφτείς;: Το μη δύνόν ποτε πώς αν τις λάθοι;» (Ηράκλειτος).
Μη μου χτυπάς την πόρτα. Δε θα σ’ ανοίξω.
Δε σε γνωρίζω, φτενέ πολιτικατζή.
«Ζωντανέ από αυταπάτη»
Από τον δρόμο μου, την οδό των ονείρων μου,
δεν πέρασες, ποτέ.
Εσύ, για δόξα έψαχνες για φήμη και λεφτά
Κι εγώ, τα είχα χεσμένα, για πάντα, όλ’ αυτά.
Ελευθέριος Ανευλαβής.
«ΟΥΤΙΝΟΣ ΔΟΥΛΟΣ…ΟΥΔ’ ΥΠΗΚΟΟΣ.» (Σοφοκλής)