Ο σοφιστής Θρασύμαχος, επονομαζόμενος και Χαλκηδόνιος γίγαντας λόγω του σωματικού μεγέθους και όχι του πνευματικού του, περιγράφεται στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα ως η προσωποποίηση της σοφιστικής σχολής, γιατί εξέφραζε τα χειρότερα χαρακτηριστικά τους, ήταν δηλαδή ματαιόδοξος, εριστικός, ισχυρογνώμων, απειλητικός, παραδόπιστος και μικρόμυαλος.

Για να αποφύγει τη δημόσια αντιπαράθεση με τον Σωκράτη, ζητεί υπέρογκα ποσά και χορηγίες, δυσκολεύοντας τις συνθήκες διαλεκτικής αντιπαράθεσης με τον δάσκαλο, γνωρίζοντας την επερχόμενη ήττα και γελοιοποίηση στην αγορά του δήμου.

Σε όλες τις συζητήσεις με τον Σωκράτη προβάλλει παιδιάστικα και αφελή επιχειρήματα, είναι ανίκανος να προβλέψει το επόμενο επιχείρημα του μεγάλου διαλεκτικού και συνήθως κατατροπώνεται. Aκόμα και οι φίλοι του, Αντίμαχος και Πολέμαρχος, δεν μπορούν να τον βοηθήσουν με τον ανίκητο στη σκέψη Σωκράτη.

Στην ήττα τους αντιδρούν με ειρωνεία και σοφιστείες, με αμηχανία και επιθετικότητα, πολλές φορές και προσπάθεια άσκησης σωματικής βίας στο μικρόσωμο Σωκράτη, είπαμε ο Χαλκηδών γίγαντας στο σώμα και νάνος στο μυαλό θυμώνει, όταν χάνει στον διάλογο.

Γιατί αυτή η ιστορία των σοφιστών που έπεισαν τους Τριάκοντα να στείλουν τον Σωκράτη και την αξιοπρέπεια στον θάνατο μου θυμίζει τη πρόσφατη απόφαση να τιμωρηθεί ένας δικαιόπολις, που αφελώς πίστευε πως τα κοινά και κακά δαιμόνια στο δίκαιο άστυ των Αχαρνών έπρεπε να λέγονται με το όνομά τους.

Η τιμωρία του αφελούς πολίτη, που ονομάζει τους κλέφτες «κλέφτες» και τους συνένοχους τους που συνομιλούν για τα λάφυρα της κλοπής, αναποδογυρίζει τη λογική και διαλεκτική σκέψη που ανυψώνει τον άνθρωπο ως ιστορικό υποκείμενο με ελεύθερη βούληση, αλλά αντίθετα περιγράφει τον μισάνθρωπο μέσα στις παραγωγικές και κοινωνικές συνθήκες που παράγουν Δίκαιο σύμφωνα με τις ανάγκες των θεσμών και όχι σύμφωνα με τις ανάγκες των πολιτών που συνδιαλέγονται.

Το δίκαιο, οι θεσμοί, οι αρχές, η Πολιτεία, η δικαιοσύνη αν δεν έχουν περιεχόμενο που να κατανοεί ο κοινός νους ως νομιμοποιητική νοητική αξία, ο ιστορικός άνθρωπος καταργείται και ξανάπαμε στο δίκαιο της ελέω θεού βασιλείας, που λίγοι εκλεκτοί αποφάσιζαν για τους πολλούς με τη βαρβαρότητα της δύναμης που παράγεται παράλογα στους Καφκικούς εφιάλτες του Πύργου.

Στον Κάφκα αυτή η ανθρωπόφαγα μηχανή, που τα βράδια βγάζει τέρατα που καταβροχθίζουν ανθρώπους χωρίς λόγο, δημιουργεί μια περιέργεια για τον πύργο που είναι παράλληλα και θαυμασμός, αφού η οργάνωσή του είναι τέλεια και δουλεύει σαν ρολόι, όπου όλα είναι στην εντέλεια ρυθμισμένα, έτσι που ο μοναχικός πολίτης να δέχεται την ανθρωποθυσία σαν «από μηχανής θεός», που θα τον ανακουφίσει από τα μικροαστικά του όνειρα, που είναι μίζερα και φοβισμένα, όπως ο ίδιος, ένα γρανάζι της γραφειοκρατίας που υπηρετεί τυφλά και χωρίς ερωτήματα, γιατί η ερώτηση για το παράλογο των αποφάσεων του Πύργου θα τον οδηγήσει στον αφανισμό.

HOMO HOMINIS LUPUS, μήπως πρέπει εντέλει να αναρωτηθούμε στα αλήθεια αν ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο και όχι ο Εγελιανός αναποδογυρισμένος, σύμφωνα με τον Κάρολο, άνθρωπος.