Ο Γκάζι είναι Αλβανός. Επομένως, από πρώτη άποψη δεν μπορεί να είναι καλός. Όχι γιατί φταίμε εμείς που είμαστε ρατσιστές, αλλά, γιατί φταίει αυτός που είναι Αλβανός. Δεν είναι απλά φίλος μου. Είναι συγκρατούμενος. Αυτός, εγώ κι ένας ακόμη, μοιραζόμαστε δέκα τετραγωνικά μέτρα κελιού και μαζί με άλλους εβδομήντα, περίπου 400m 2 τσιμεντένιου προαυλίου.

Γεννήθηκε σε μια χώρα που τον μεγάλωσε μόνο και μόνο για να τον ξαποστείλει. Σε μια χώρα που γεννούσε τα παιδιά της άρρωστα, από δικό της φταίξιμο, και τα αποπέμπει σαν να’ ταν εξώγαμα. Που τελικά, τα μισούσε. Ήρθε σε μια χώρα που νόμιζε ότι είναι διαφορετική. Αλλά δεν ήταν. Δύο μάνες με τα μητρικά τους ένστικτα, το ίδιο ανύπαρκτα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Δεκαπέντε χρόνια ζούσε στην Ελλάδα ο Γκάζι. Στην Κάρυστο. Μικρή η κοινωνία. Δούλεψε παντού και σκληρά, σ’ όλες τις δουλειές. Με τα πρώτα λεφτά, πήρε μηχανάκι. Κι όταν αισθάνθηκε δυνατός, έκανε στο μπράτσο του ένα τατουάζ με τον Άτλα να σηκώνει τη Γη. Θα κουβαλούσε το δικό του κόσμο. Κι ένα, με το όνομα Ελένη. Μπορούσε ακόμη και να αγαπήσει.

Έζησε σε διαλυμένη οικογένεια ο Γκάζι. Δύο αδελφάδες παντρεμένες από μικρές στη Ιταλία. Ένας πατέρας που κατέληξε σε τρελάδικο και πέθανε. Κι όμως, ο Γκάζι είχε όνειρο. Δεν γνώριζε όμως, ότι πάντα, για μια λεπτομέρεια, τα όνειρα γίνονταν εφιάλτες.

Όταν ήρθε η ώρα των ενσήμων και των δεδουλευμένων υπερωριών που δικαιούνταν σαν νόμιμος μετανάστης, έγινε από καλός, κακός. Δεν του έφτανε που του έδιναν φαγητό; Ήθελε κι ένσημα; Δεκαπέντε χρόνια στην Ελλάδα, ασταμάτητη δουλειά χωρίς ρεπό και μόνο 36 ένσημα όλα κι όλα. Η τοπική κοινωνία τον αποβάλλει. Αν κι έχει ανεξίτηλο τον Άτλα στο μπράτσο, καταρρέει. Η Αθήνα είναι λίγο πιο μακριά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στην κατρακύλα πιάνεσαι από παντού. Στο περιθώριο, πασχίζεις να αποδείξεις πως υπάρχεις. Του προσφέρθηκε η εύκολη λύση και την αποδέχτηκε. Φύλαξη ναρκωτικών. 800 ευρώ στα γρήγορα. 18 χρόνια η πρωτόδικη απόφαση. 45 ευρώ για κάθε χρόνο. Η αστυνομία δούλεψε σκληρά και ανταμείφθηκε με έναν έμπορα στα σίδερα.

Κάποιος φταίει που ο Γκάζι ολίσθησε. Σίγουρα ο ίδιος. Ύστερα, η απάθεια της κοινωνίας που όσο σ’ αρμέγει είσαι μέλος της. Όσο ζητάς, τόσο γίνεται ξένη. Δεν είναι τυχαίο που από τη σύλληψή του και τον εγκλεισμό στη φυλακή, το εμπόριο ναρκωτικών σταμάτησε στην Αθήνα. Οι πιάτσες άδειασαν. Τα πρεζόνια έμειναν χωρίς τη δόση τους. Πολλές νύχτες οι βαριές του ανάσες μπουκώνουν κι εμένα.

Στ’ αλήθεια, συγκινητική η ιστορία σου, Γκάζι.
  -Ξέρεις όμως σε πόσους θα μοιραζόταν το δηλητήριο που φύλαξες σπίτι σου;
  -Ξέρεις πόσες μάνες θα έψαχναν το πορτοφόλι τους για να δώσουν τα λιγοστά ευρώ τους στο εξαρτημένο παιδί τους;
  -Ξέρεις πόσες εξαρτημένες κοπέλες θα έδιναν το κορμί τους, σαν ζώα για να πάρουν μία δόση από τα κιλά που φύλαξες;
  -Ξέρεις ότι έδωσες άλλοθι στα νοσηρά επιχειρήματα των ρατσιστών; Και στις δυνάμεις καταστολής να πιάσουν εσένα για να μπορούν να κάνουν τα στραβά μάτια σε άλλους;

Γιατί, η αλήθεια, Γκάζι, έχει δύο όψεις: Η μία είναι αυτή που μας βολεύει. Η δεύτερη βολεύει τους υπόλοιπους.

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης