Σε ποσοστό μεγαλύτερο του 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ εκτιμήθηκε το ετήσιο κόστος της διαφθοράς παγκοσμίως, αγγίζοντας το αστρονομικό νούμερο των 2,6 τρισ. δολάρια, όπως σημείωσε η επίτροπος για θέματα Εσωτερικών Υποθέσεων, Σ. Μάλστρομ, στο πλαίσιο κοινοβουλευτικού ελέγχου που άσκησε ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Γ. Παπανικολάου, για το κόστος της διαφθοράς στα κράτη-μέλη, εν μέσω της χειρότερης οικονομικής κρίσης των τελευταίων δεκαετιών.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτιμάται ότι το κόστος της διαφθοράς στην Ε.Ε. ανέρχεται σε 1% του ΑΕΠ της Ε.Ε. (περίπου 120 δισ. ευρώ ετησίως). Ο κ. Παπανικολάου τόνισε ότι η διαφθορά στην Ε.Ε. δεν αποτελεί φαινόμενο του ευρωπαϊκού Νότου – όπως κακώς προωθείται από μερίδα ξένων Μ.Μ.Ε. – μάλιστα σε πρόσφατη αξιολόγηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα 2/3 των κρατών μελών της Ε.Ε. απέτυχαν να λάβουν σκορ πάνω από 5 (με άριστα το 10) στο ερώτημα πόσο απαλλαγμένα είναι από τη διαφθορά.
Από την πλευρά της, η Σουηδή επίτροπος, απαντώντας στον Έλληνα ευρωβουλευτή σχετικά με τα κριτήρια που θα χρησιμοποιηθούν στις τακτικές εκθέσεις της Επιτροπής, ώστε να διερευνάται το ακριβές μέγεθος της διαφθοράς στα κράτη-μέλη, τόνισε ότι η Επιτροπή θα βασιστεί στα ελάχιστα πρότυπα για την καταπολέμηση της διαφθοράς που έχουν θεσπιστεί από υφιστάμενα διεθνή μέσα και θα επικεντρωθεί σε θέματα εφαρμογής. Επίσης, θα διασφαλίζει ότι καλύπτονται τα κενά μεταξύ των υφιστάμενων διεθνών και ευρωπαϊκών μέσων παρακολούθησης.
Ο κ. Παπανικολάου, από την πλευρά του, υπογράμμισε: «Η διαφθορά, και πολύ περισσότερο ο συνδυασμός της με τη γραφειοκρατία, αποτελεί πλήγμα και μάλιστα σημαντικό στην ανάπτυξη. 1% του ΑΕΠ ισοδυναμεί στην Ελλάδα με απώλειες περίπου 3 δις ευρώ ετησίως. Η αντιμετώπισή της, επομένως, δεν είναι απλώς σημαντική. Είναι προαπαιτούμενο για την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας και τη δημιουργία υγιών βάσεων οικονομικής ανάπτυξης.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένει με ενδιαφέρον τις νέες πρωτοβουλίες της Επιτροπής για την αντιμετώπιση του φαινομένου, ωστόσο αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Ενίσχυση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, μείωση της γραφειοκρατίας, ευελιξία του κράτους είναι πολιτικές των οποίων η εφαρμογή αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών-μελών».
Επιμέλεια: Πέτρος Σιδερέας