Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας τυχαιοποιημένης κλινικής δοκιμής, ένα νέο φάρμακο για τη στυτική δυσλειτουργία φαίνεται να έχει βελτιώσει τη συχνότητα επίτευξης στύσης, ικανής για κολπική διείσδυση, έως και 60%.

Οι άνδρες στους οποίους χορηγήθηκε η δραστική ουσία αβαναφίλη πριν από τη ερωτική πράξη είχαν από 3 έως 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να έρθουν σε συνουσία. Οι βαθμολογίες σε ειδικές κλίμακες αξιολόγησης της στυτικής λειτουργίας βελτιώθηκαν σημαντικά στην ομάδα που έλαβε την αβαναφίλη, σε σύγκριση με αυτή που πήρε το placebo. Κάποιοι άνδρες, μάλιστα, ανέφεραν σεξουαλική δραστηριότητα μέσα σε 15 λεπτά από τη λήψη του φαρμάκου.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η αβαναφίλη φαίνεται να είναι ασφαλής και αποτελεσματική. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η γρήγορη δράση της την καθιστά το κατάλληλο φάρμακο για χρήση κατ’ επίκληση, αν και χρειάζεται επιπλέον έρευνα για την επιβεβαίωση της αποτελεσματικότητας και της ασφαλούς χορήγησης της ουσίας.

Η αβαναφίλη είναι ένας νέας γενιάς αναστολέας της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5 (PDE5) κι έχει πολύ μικρή συνάφεια με ουσίες της ίδιας κατηγορίας, η δράση των οποίων έχει σχετισθεί με διάφορες παρενέργειες, όπως είναι η διαταραχή της όρασης. Παράλληλα, το φαρμακοκινητικό προφίλ του φαρμάκου διαφέρει από αυτό των παλαιότερων αναστολέων PDE5, αφού μπορεί να πετύχει τη μέγιστη συγκέντρωση σε 35 λεπτά και ο χρόνος ημιζωής του είναι 1.5 ώρες. Η αβαναφίλη απορροφάται γρήγορα από τον γαστρεντερικό σωλήνα και απομακρύνεται από τον οργανισμό μέσω της χολής και των κοπράνων.

Στη μελέτη συμμετείχαν 646 άνδρες, οι οποίοι ανέφεραν ότι δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν στύση ικανή για διείσδυση τουλάχιστον στο 50% των φορών που προσπάθησαν και των οποίων η βαθμολογία στον διεθνή δείκτη στυτικής λειτουργίας ήταν από 5 έως 25. Οι συμμετέχοντες, οι οποίοι κατά μέσο όρο είχαν ηλικία 56 έτη, ζύγιζαν 90-91 κιλά, είχαν στυτική δυσλειτουργία για 6-7 χρόνια και η μέση βαθμολογία τους στον δείκτη στυτικής λειτουργίας ήταν 12-13, χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Στη μία οι ερευνητές χορηγούσαν ένα ψευδοφάρμακο (placebo) και στην άλλη μία από τις τρεις δόσεις του φαρμάκου, 50, 100, ή 200 mg. Η θεραπεία ολοκληρώθηκε σε 12 εβδομάδες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου εκτιμήθηκε με βάση τις επιτυχημένες απόπειρες της κολπικής διείσδυσης, το ποσοστό των στύσεων που επέτρεψαν τη συνουσία καθώς και την αλλαγή στη βαθμολογία του δείκτη στυτικής λειτουργίας.

Πριν από την έναρξη της κλινικής δοκιμής, οι επιτυχημένες διεισδύσεις στον κόλπο είχαν συχνότητα από 45-48%. Μετά τις 12 εβδομάδες η συχνότητα των επιτυχημένων διεισδύσεων για την ομάδα που λάμβανε το ψευδοφάρμακο ανέβηκε στο 54%, ενώ για τις υποομάδες των 50, 100 και 200 mg αβαναφίλης αυξήθηκε στο 64%, 74% και 77% αντίστοιχα.

Τα αρχικά ποσοστά στύσεων ικανών για συνουσία ήταν 12-14%. Μετά το τέλος της θεραπείας, το ποσοστό έφτασε στο 25% στην ομάδα που έλαβε το ψευδοφάρμακο, 41% στην υποομάδα των 50mg αβαναφίλης και 57% στις άλλες δύο υποομάδες. Τέλος η βελτίωση που σημειώθηκε στη βαθμολογία του δείκτη στυτικής λειτουργίας ήταν μεγαλύτερη στις τρεις υποομάδες της αβαναφίλης σε σχέση με την ομάδα του ψευδοφαρμάκου. Σημαντικός μάλιστα σε αυτές τις υποομάδες ήταν και ο αριθμός των ατόμων που συγκέντρωσε φυσιολογικές βαθμολογίες στον δείκτη αξιολόγησης της στυτικής λειτουργίας ύστερα από 12 εβδομάδες λήψης της αβαναφίλης.

Οι ερευνητές μελέτησαν επίσης τη δραστικότητα του φαρμάκου στα πρώτα 15 λεπτά μετά τη λήψη του. Από τους άνδρες που επιχείρησαν τη σεξουαλική επαφή 15 λεπτά μετά τη λήψη του φαρμάκου στις υποομάδες της αβαναφίλης το ποσοστό επιτυχίας ήταν 66%-72%, ενώ στην ομάδα του ψευδοφαρμάκου 25%.

Η συχνότητα επιπλοκών βρέθηκε 2.5% στην ομάδα του ψευδοφαρμάκου και από 8.8% έως 16.7% στις ομάδες της αβαναφίλης. Σοβαρές παρενέργειες κι επιπλοκές δεν σημειώθηκαν σε καμιά ομάδα, ενώ οι πιο συχνές που σχετίστηκαν με τη λήψη αβαναφίλης ήταν ο πονοκέφαλος και οι εξάψεις. Οι ερευνητές όμως σημειώνουν ότι δεν υπάρχουν με τη χορήγηση της αβαναφίλης τα προβλήματα που υπήρχαν με τους προηγούμενους αναστολείς PDE5. Οι πονοκέφαλοι και οι εξάψεις είναι σε πιο ήπια μορφή, ενώ δεν τίθεται ζήτημα διαταραχών όρασης, προβλημάτων ακοής και πριαπισμού.

Πηγή: medpagetoday


Το άρθρο επιμελήθηκε ο Θ.Παλλαντζάς, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,

www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης