Toυ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΣΤΕΦΑΝΑΔΗ, Καθηγητή Καρδιολογίας, Διευθυντή της Α Καρδιολογικής Κλινικής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, «Ιπποκράτειο» Γ.Ν.Α., Professor of Medicine, Emory University School of Medicine , Atlanta (Georgia) ΗΠΑ, Προέδρου Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η στυτική δυσλειτουργία, η διαταραχή δηλαδή της επίτευξης και διατήρησης ικανοποιητικής στύσης κατά την ερωτική πράξη, αποτελεί συχνή κλινική εκδήλωση σε άντρες άνω των 40 ετών, ιδίως σε αυτούς που πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση. Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα πάσχουν από στυτική δυσλειτουργία περίπου μισό εκατομμύριο Έλληνες. Από δεδομένα της Μονάδας Καρδιαγγειακών Νοσημάτων και Σεξουαλικής Υγείας (Υπεύθυνος: Λέκτορας Χαράλαμπος Βλαχόπουλος) της Α΄ Καρδιολογικής Κλινικής  του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο (Διευθυντής: Καθηγητής Χριστόδουλος Στεφανάδης) φαίνεται ότι σχεδόν ένας στους δύο υπερτασικούς παρουσιάζει προβλήματα στην ερωτική του ζωή λόγω κάποιου βαθμού στυτικής δυσλειτουργίας. Η βαρύτητα και η διάρκεια της υπέρτασης σχετίζονται  με την πιθανότητα εμφάνισης και με τη βαρύτητα της στυτικής δυσλειτουργίας.

Η στυτική δυσλειτουργία οφείλεται κατά κύριο λόγο σε προσβολή των αγγείων του πέους, και αυτό φαινόμενο είναι ιδιαίτερα έντονο σε υπερτασικούς άνδρες. Όμως, ορισμένες κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων, όπως οι β-αναστολείς και τα διουρητικά, έχουν ενοχοποιηθεί για πρόκληση στυτικής δυσλειτουργίας. Φάρμακα, δηλαδή, που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της υπέρτασης, ενδέχεται να προκαλούν τα ίδια στυτική δυσλειτουργία, μέσω διαφόρων μηχανισμών.  Έτσι, το ερώτημα που έχει αποτελέσει αντικείμενο αρκετών συζητήσεων τα τελευταία χρόνια είναι κατά πόσον η στυτική δυσλειτουργία στους άνδρες με υπέρταση οφείλεται την υπέρταση καθ’ αυτή ή στα αντιυπερτασικά φάρμακα που χορηγούνται. Τα τελευταία δεδομένα υποστηρίζουν ότι οι διαταραχές της δομής και λειτουργίας των αγγείων ευθύνονται κατά κύριο λόγο για την πρόκληση στυτικής δυσλειτουργίας σε υπερτασικούς ασθενείς, ενώ η συμμετοχή των αντιυπερτασικών φαρμάκων φαίνεται ότι είναι υπαρκτή, αλλά μάλλον δευτερεύουσας σημασίας. Έχει παρατηρηθεί ότι ανάμεσα σε υπερτασικούς ασθενείς που λαμβάνουν αγωγή , η συχνότητα διάγνωσης στυτικής δυσλειτουργίας είναι μεγαλύτερη σε ασθενείς που γνωρίζουν ότι αυτό αποτελεί πιθανή παρενέργεια των εν λόγω φαρμάκων, γεγονός που τονίζει τη σημασία της ψυχολογικής συνιστώσας.

Η στυτική δυσλειτουργία φαίνεται ότι επηρεάζει δυσμενώς την ποιότητα ζωής των υπερτασικών ασθενών, σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από όσο επηρεάζει η ίδια η υπέρταση. Έτσι, καθίσταται σαφής η σημασία της θεραπευτική παρέμβασης που έχει ως στόχο τη βελτίωση των προβλημάτων στη λειτουργία της στύσης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Επιπλέον, η στυτική δυσλειτουργία φαίνεται ότι συχνά αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου, καθώς συχνά συνυπάρχει με άλλες παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος που μπορεί να έχουν ή να μην έχουν προκαλέσει συμπτώματα. Έτσι, μελέτη της Α΄ Καρδιολογικής Κλινικής  του Πανεπιστημίου Αθηνών που έτυχε διεθνούς αναγνώρισης έδειξε ότι περίπου 1 στους 5 ασθενείς με στυτική δυσλειτουργία πάσχει ταυτόχρονα από στεφανιαία νόσο, απόφραξη δηλαδή των αρτηριών της καρδιάς, χωρίς να το γνωρίζει. Το εύρημα αυτό επιβεβαιώθηκε από μεταγενέστερες διεθνείς μελέτες που έδειξαν ότι πολλοί ασθενείς εμφανίζουν στηθάγχη ή έμφραγμα του μυοκαρδίου λίγο καιρό μετά την εμφάνιση προβλημάτων της στύσης.

Τα στοιχεία αυτά υποδηλώνουν τη σημασία που πρέπει να δίνει ο υπερτασικός ασθενής όταν εμφανίζει διαταραχές στη στύση του. Καθοριστικό  ρόλο για την επίτευξη και διατήρηση μιας ικανοποιητικής ερωτικής ζωής στους υπερτασικούς ασθενείς κατέχει αναμφισβήτητα  η αλλαγή στον τρόπο ζωής με οδηγίες για μείωση του σωματικού βάρους, διακοπή του καπνίσματος και άσκηση και η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης. Όταν όμως τα μέτρα αυτά δεν είναι αποτελεσματικά, μπορεί να χορηγηθεί κάποιο από τα ειδικά φάρμακα για τη στυτική δυσλειτουργία που κυκλοφορούν και στη χώρα μας (σιλδεναφίλη-Viagra, βαρδεναφίλη-Levitra και ταδαλαφίλη-Cialis). Τα φάρμακα αυτά θεωρούνται αποτελεσματικά και ασφαλή, με την προϋπόθεση ότι οι ασθενείς θα υποβληθούν σε καρδιολογικό έλεγχο πριν από τη χορήγησή τους. Η θεραπεία αυτή δεν αντιμετωπίζει μόνο τη στυτική δυσλειτουργία, αλλά επιπλέον ασκεί προστατευτική δράση στο σύνολο του καρδιαγγειακού συστήματος.               

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης