Όταν γίνεται λόγος για τη σχέση του διαβήτη με τη σεξουαλική δυσλειτουργία, συνήθως αυτό που έρχεται αυτόματα στη σκέψη μας είναι τα προβλήματα στύσης στους άνδρες διαβητικούς. Τι γίνεται όμως με τις γυναίκες; Φαίνεται πως και αυτές μπορεί να εμφανίζουν σεξουαλικά προβλήματα που σχετίζονται με τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Ο διαβήτης, άλλωστε, δεν είναι απλώς ένα ιατρικό γεγονός. Είναι ένα γεγονός ζωής που επηρεάζει και τη σεξουαλικότητα.

Δεν είναι όμως ο διαβήτης αυτός καθαυτός που βλάπτει τη σεξουαλική ζωή, αλλά οι συνέπειες που προκύπτουν, όταν δεν υπάρχει η κατάλληλη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Όταν τα επίπεδα του σακχάρου δεν έχουν τεθεί υπό έλεγχο, προβλήματα παρουσιάζονται στη σεξουαλική λειτουργία και των δύο φύλων. Η μόνη διαφορά ίσως είναι ότι οι γυναίκες δεν έχουν τόσο καλή επίγνωση των προβλημάτων αυτών σε σχέση με τους άνδρες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι ειδικοί μάλιστα υποστηρίζουν πως, αν και οι γυναίκες γενικότερα έχουν αρχίσει να ζητούν πιο εύκολα βοήθεια σε σχέση με τα πολύ ιδιωτικά τους ζητήματα, οι διαβητικές γυναίκες ειδικότερα ακόμα διστάζουν να μιλήσουν στον γιατρό τους. Δεν μιλούν οι γυναίκες από τη μία, δεν μιλούν οι ιατροί από την άλλη και το πρόβλημα παραμένει σιωπηλό και άλυτο.

Η επιστημονική κοινότητα άρχισε να ασχολείται με το θέμα το 1971 με μια πρωτοποριακή τότε μελέτη, η οποία ανέδειξε το υψηλό ποσοστό των διαβητικών γυναικών που δεν μπορούν να φτάσουν σε οργασμό κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής. Το ποσοστό αυτό άγγιζε το 35%, ενώ το αντίστοιχο σε γυναίκες που δεν είχαν διαβήτη ήταν μόλις 6%.

Οι επιστήμονες εξηγούν πως η διαφορά αυτή μπορεί να οφείλεται στα υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, τα οποία επηρεάζουν την κολπική εφύγρανση, με αποτέλεσμα η διείσδυση να προκαλεί δυσφορία ή ακόμα και πόνο, ενώ μπορεί να επηρεάζεται η αισθητικότητα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μια μελέτη του 1986, η οποία σήμερα θεωρείται ο θεμέλιος λίθος της έρευνας στο θέμα, ανέδειξε πως το 50% των γυναικών που συμμετείχαν είχε κάποιο σεξουαλικό πρόβλημα, εκ των οποίων το 32% δήλωσε πως ήταν σχετικό με την εφύγρανση του κόλπου. Το 89% δήλωσε πως τα προβλήματα ξεκίνησαν αφού τέθηκε η διάγνωση του διαβήτη.

Το ζήτημα της κολπικής εφύγρανσης είναι πολύ σημαντικό, αλλά δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με διαβήτη. Έχει βρεθεί μια σημαντική σχέση ανάμεσα στα επίπεδα γλυκόζης και τη γενετήσια διέγερση. Είναι λοιπόν πιθανό τα αρρύθμιστα επίπεδα σακχάρου να επηρεάζουν όχι μόνο τον βαθμό ευχαρίστησης από την επαφή, αλλά και την επιθυμία της γυναίκας για επαφή.

Τα αρρύθμιστα επίπεδα σακχάρου επηρεάζουν την κυκλοφορία του αίματος στα αγγεία. Στον άνδρα με αυτό τον τρόπο δημιουργείται η στυτική δυσλειτουργία. Στη γυναίκα εμποδίζεται η μικροκυκλοφορία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων και κατά συνέπεια εμποδίζεται η διέγερση και η αισθητικότητα της περιοχής. Όσο περισσότερο μένει αρρύθμιστος ο διαβήτης, τόσο περισσότερο δυσχεραίνεται η κυκλοφορία του αίματος στα αγγεία.

Όταν το αυξημένο σάκχαρο παραμένει για μεγάλο διάστημα στο αίμα, πυροδοτεί την καταστροφή της μυελίνης, μιας πρωτεΐνης που καλύπτει τα νεύρα και οδηγεί σε μια μορφή βλάβης που ονομάζεται νευροπάθεια. Ένας τύπος νευροπάθειας που ονομάζεται περιφερική νευροπάθεια, επηρεάζει νεύρα τα οποία συνδέονται άμεσα με τον ερεθισμό της περιοχής των γεννητικών οργάνων.

Κάποιοι πιστεύουν πως τα προβλήματα αυτά προκύπτουν συνήθως σε άτομα με διαβήτη τύπου Ι, ακριβώς επειδή ζουν με τη νόσο από μικρή ηλικία. Στην πραγματικότητα όμως, πολλά άτομα με διαβήτη τύπου ΙΙ έχουν το νόσημα χρόνια πριν από τη διάγνωση, με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές οι βλάβες να έχουν ήδη συμβεί.

Άλλος ένας παράγοντας που επηρεάζει σημαντικά τη σεξουαλική ζωή των γυναικών με διαβήτη είναι οι κολπικές λοιμώξεις και οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος.

Ο κόλπος είναι υγρός και θερμός και ευνοεί την ανάπτυξη των μυκήτων έτσι κι αλλιώς. Αν σε αυτό προστεθεί και το αυξημένο σάκχαρο, δημιουργείται το ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη χρόνιων μυκητιασικών λοιμώξεων. Οι λοιμώξεις αυτές επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τον ευαίσθητο κολπικό ιστό και μπορεί να δημιουργήσουν δυσφορία κατά την επαφή, ακόμα και μετά τη θεραπευτική τους αντιμετώπιση. Ο ερεθισμός των τοιχωμάτων του κόλπου, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή εφύγρανση, κάνει συχνά την ερωτική πράξη επώδυνη.

Το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να έχουν και οι λοιμώξεις του ουροποιητικού. Ιδιαίτερα όταν οι λοιμώξεις αυτές διαρκούν πολύ, μπορεί να οδηγήσουν τις γυναίκες με διαβήτη σε αποχή από τη σεξουαλική επαφή για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η αποχή από το σεξ μάλιστα μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση. Οι ειδικοί λένε ότι, όσο πιο μεγάλο είναι το διάστημα της αποχής, τόσο πιο δύσκολο κι επώδυνο είναι για τη γυναίκα να ξεκινήσει και πάλι τη σεξουαλική της ζωή.

Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, οι γυναίκες με διαβήτη που αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα στην ερωτική τους ζωή να μιλήσουν στον ειδικό που εμπιστεύονται και να διεκδικήσουν τη σεξουαλική τους υγεία.

Πηγή: webmd


Το άρθρο επιμελήθηκε ο Π. Δρέττας, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Δ/ντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,

www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης