Την εκτίμησή του ότι οι πολιτικές της ΕΕ για τη σημασία των κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών ως προς την ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης είναι μια τεράστια ευκαιρία για όλες τις ελληνικές εξορυκτικές βιομηχανίες, αλλά και για την Ελλάδα, ώστε να «μπει στο χάρτη» μαζί με τις Φιλανδία, Σουηδία και Ιρλανδία, διατύπωσε ο πρόεδρος της Ελληνικός Χρυσός, Χρήστος Μπαλάσκας (φωτό), στη διάρκεια του Fireside chat που υλοποιήθηκε απόψε στη διάρκεια της εκδήλωσης που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας, στο πλαίσιο του εορτασμού φέτος των 100 χρόνων ιστορίας του. Θέμα της εκδήλωσης:«Ορυκτά, Πράσινη Μετάβαση, Κλιματική Αλλαγή -2024 Έτος Ορυκτών Πόρων-Είναι παντού γύρω μας».
Επιχειρηματολογώντας επί της θέσης του, ο κ. Μπαλάσκας τόνισε ότι «αφενός η Ελλάδα έχει έναν τεράστιο ορυκτό πλούτο και έτσι της δίνεται μια σημαντική ευκαιρία να μπορέσουμε όλοι μας να βάλουμε την χώρα και τις εταιρείες της πάνω στον χάρτη», είπε χαρακτηριστικά.
Διερωτώμενος το πώς μας επηρεάζουν οι πολιτικές της ΕΕ, ο ίδιος απάντησε ότι «θα μας βοηθήσουν στο κομμάτι της χρηματοδότησης, ελπίζω να μας βοηθήσουν και να απλοποιηθούν και να γίνουν πιο γρήγορες οι διαδικασίες αδειοδότησης. Πιστεύω επίσης, ότι θα βοηθηθούμε, και μας υποχρεώνει πλέον και η ΕΕ, να πάμε σε πιο ανταγωνιστικά μοντέλα, να εφαρμόσουμε την βιώσιμη εξόρυξη με σεβασμό στο περιβάλλον και στις τοπικές κοινωνίες».
Βέβαια, όπως έσπευσε να επισημάνει «θα χρειαστεί να προχωρήσουμε και να δώσουμε τη δυνατότητα και στο έμψυχο δυναμικό μας να εκπαιδευτεί, να αποκτήσει νέες δεξιότητες και να επενδύσουμε στην καινοτομία».
Ο χαλκός το βασικό μέταλλο του ηλεκτρικού μέλλοντος – Η Ελλάδα διαθέτει πολύ χαλκό
Λέγοντας ότι η Ελλάδα έχει πάρα πολλά στρατηγικά και κρίσιμα μέταλλα, ο κ. Μπαλάσκας επισήμανε ότι ο χαλκός είναι ένα από αυτά και μάλιστα όπως είπε «είναι το βασικό μέταλλο του ηλεκτρικού μέλλοντός μας. Χωρίς τον χαλκό δεν μπορούμε να έχουμε την ενεργειακή μετάβαση, δεν μπορούμε να κάνουμε την πράσινη μετάβαση», σημείωσε.
Η Ελληνικός Χρυσός, όπως είπε, με την επένδυση που κάνει αυτή τη στιγμή στις Σκουριές θα «φέρει» το συμπύκνωμα που θα βγαίνει χρυσός και χαλκός και αυτή η εξέλιξη, όπως πρόσθεσε «θα μας βάλει πραγματικά στον χάρτη».
Εξήγησε, ότι στα 20 χρόνια ζωής του μεταλλείου των Σκουριών «έχουμε επιβεβαιωμένα 740.000 τόνους χαλκού» και προσθέτοντας ότι «δεν φτάνει μόνο αυτό», ανέφερε ότι «χρειαζόμαστε μία δύο τρεις επιπλέον Σκουριές στην Ελλάδα και υπάρχουν στην Βόρεια Ελλάδα και στην Θράκη. Ας ξεκινήσουμε επιτέλους να κάνουμε την εξόρυξη, αφού προηγηθεί η διερεύνηση και αποτυπωθούν τα αποθέματα. Είναι άκρως απαραίτητο», είπε.
Βέβαια, ο ίδιος αναγνώρισε ότι για να γίνουν τα προαναφερόμενα «χρειαζόμαστε την κοινωνική άδεια. Πρέπει να πείσουμε τον κόσμο ότι δεν είμαστε περιβαλλοντικοί εγκληματίες. Αντίθετα σε σχέση με το παρελθόν, νομίζω ότι εφαρμόζουμε τα πρότυπα της βιώσιμης ανάπτυξης και υπεύθυνης εξόρυξης σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι πριν από 30 και 40 χρόνια», τόνισε.
Μεταξύ άλλων, εξέφρασε την πεποίθησή του ότι ο εξορυκτικός κλάδος θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί, ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις που επιβάλλουν οι νέες πολιτικές. «Ναι σαφώς μπορούμε να το κάνουμε, αλλά θα πρέπει να βοηθηθούμε και από το επενδυτικό κομμάτι με πρόσβαση σε επενδυτικά κεφάλαια και από την πολιτεία, όσον αφορά το αδειοδοτικό κομμάτι».
Μάλιστα, όπως διευκρίνισε αν δεν βοηθηθούν οι ελληνικές εξορυκτικές επιχειρήσεις στα προαναφερόμενα πεδία τότε «θα μείνουμε πίσω». Αυτό είναι και το μήνυμά του κ. Μπαλάσκα προς την πολιτεία, αλλά και την ΕΕ, η οποία όπως επισήμανε «δεν έχει ξεκαθαρίσει την πολιτική της ότι θα πρέπει να βοηθήσει και με ένα σχήμα ίσως προστατευτισμού, έτσι ώστε και να γίνουν οι επενδύσεις, αλλά και να γίνει και η μεταλλουργία και έτσι να κατευθύνονται τα μέταλλα στην ΕΕ και όχι στην Κίνα», τόνισε.
Σε ερώτηση για το εάν οι εντεινόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής κάνουν ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη μετάβασης σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο και στην εξορυκτική βιομηχανία, ο κ. Μπαλάσκας ανέφερε ότι το παραγωγικό μοντέλο για την κλιματική αλλαγή και στη βάση των επιταγών της ΕΕ είναι μια ανταγωνιστική βιομηχανία, αλλά με μηδενικό ανθρακικό αποτύπωμα. Αυτό, όπως εξήγησε σημαίνει ότι κάθε μία εξορυκτική ελληνική εταιρεία θα πρέπει να κάνει την ενεργειακή της μετάβαση χρησιμοποιώντας Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και θα πρέπει να επενδύσει σε αυτές, ώστε να μειώσει το κόστος της και να πετύχει τη μείωση των εκπομπών. «Θα πρέπει πλέον να μπορούμε να επενδύσουμε στις ΑΠΕ, αλλιώς δεν θα κάνουμε την ενεργειακή μετάβαση και δεν θα καταφέρουμε να μειώσουμε δραματικά τις εκπομπές καυσαερίων μας», υπογράμμισε.