Έφυγε από την ζωή σε ηλικία 76 ετών ο εμβληματικός Σουηδός προπονητής Σβεν Γκόραν Έρικσον, έπειτα από μια άνιση μάχη με τον καρκίνο.
Η είδηση του θανάτου του σκόρπισε την θλίψη στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.
Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιανουάριο ο Σβεν-Γκόραν Έρικσον είχε αποκαλύψει πως διαγνώστηκε με καρκίνο στο πάγκρεας, καθώς και το ότι στην αισιόδοξη περίπτωση θα είχε ακόμα έναν χρόνο ζωής.
Έκτοτε, είχε ταξιδέψει στην Ευρώπη επισκεπτόμενος και γήπεδα πρώην ομάδων του, όπως οι Λάτσιο, Σαμπντόρια και Μπενφίκα.
«Φροντίστε τη ζωή σας και ζήστε την, αντίο» – Το συγκινητικό του μήνυμα λίγες ημέρες πριν τον θάνατό του
Μάλιστα, πριν από λίγες ημέρες είχε κυκλοφορήσει το trailer για το ντοκιμαντέρ – αφιέρωμα του Amazon Prime στην ζωή και την καριέρα του με τίτλο «Sven».
Ο σπουδαίος προπονητής άνοιξε την καρδιά του στον κόσμο, έκανε έναν απολογισμό της ζωής και της πορείας του και στο τέλος αποχαιρέτησε το κοινό.
“It’s cancer I have, but don’t be sorry… smile and remember the good times”
The official trailer of 𝐒𝐯𝐞𝐧, a new documentary on the extraordinary life of Sven-Goran Eriksson, coming soon to Prime Video. pic.twitter.com/qbU9lyLzoQ
ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ— Amazon Prime Video Sport (@primevideosport) March 14, 2024
Συγκεκριμένα, ο 76χρονος Σουηδός είχε πει στο μήνυμά του:
«Είχα μια καλή ζωή, ναι. Νομίζω ότι όλοι φοβόμαστε τη μέρα που θα τελειώσει η ζωή, όταν θα πεθάνουμε. Αλλά η ζωή έχει να κάνει και με τον θάνατο. Πρέπει να μάθεις να τον αποδέχεσαι για αυτό που είναι.
Ας ελπίσουμε ότι στο τέλος, ο κόσμος θα πει ”Ναι, ήταν καλός άνθρωπος”, αλλά δεν θα το πουν όλοι αυτό. Ελπίζω ότι θα με θυμάστε ως έναν θετικό τύπο, που προσπαθούσε να κάνει ό, τι μπορούσε. Μην λυπάστε. Χαμογελάστε. Σας ευχαριστώ για όλα, προπονητές, παίκτες, το κοινό. Ήταν όλα φανταστικά. Φροντίστε τον εαυτό σας, φροντίστε τη ζωή σας και ζήστε την. Αντίο!».
Η τελευταία του επιθυμία
Ο θρυλικός Σουηδός προπονητής, όπως αποκαλύπτει το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Sven» που κυκλοφόρησε από την «Amazon», λάτρευε τη λίμνη Fryken που βρίσκεται κοντά στο σπίτι του στο Βέρμλαντ της Σουηδίας.
Ο Έρικσον δεδομένου ότι ήταν αρκετά καταπονημένος το τελευταίο διάστημα δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει στην λίμνη.
Δεδομένου λοιπόν ότι αυτή η λίμνη γαλήνευε την ψυχή του 76χρονου τεχνικού είχε ζητήσει η στάχτη του να πεταχτεί στο νερό της.
«Πάντα πίστευα ότι ήταν ένα καλό μέρος. Η στάχτη μου μπορεί να πεταχτεί στο νερό εδώ» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Σουηδός στο trailer του ντοκιμαντέρ για τη ζωή του.
H προπονητική του καριέρα
Γεννημένος στις 5 Φεβρουαρίου 1948 στην πόλη Σούνε της Σουηδίας, ο Σβεν Γκόραν Ερικσον είχε μία μάλλον αδιάφορη καριέρα ως ποδοσφαιριστής και εγκατέλειψε τα γήπεδα σε ηλικία 25 ετών.
Η αγάπη του για το ποδόσφαιρο, όμως, τον οδήγησε να ασχοληθεί με την προπονητική, ξεκινώντας ως βοηθός προπονητής της Ντάγκερφορς, στην 3η κατηγορία του σουηδικού πρωταθλήματος.
Το 1977 προήχθη σε πρώτο προπονητή και στη δεύτερη σεζόν του κέρδισε την άνοδο στη β΄ κατηγορία. Το 1979 κάνει το μεγάλο «άλμα» στην καριέρα του και αναλαμβάνει προς γενική έκπληξη την Γκέτεμποργκ, όπου και αρχίζει να «φτιάχνει» το όνομά του.
Κατακτά δύο φορές το κύπελλο Σουηδίας και το 1982 αφήνει άφωνη την ποδοσφαιρική Ευρώπη, οδηγώντας την ομάδα του στην κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA, με δύο νίκες στον τελικό απέναντι στο Αμβούργο (την ομάδα δηλαδή που ένα χρόνο αργότερα κέρδισε στην Αθήνα το Κύπελλο Πρωταθλητριών!).
Ο ευρωπαϊκός θρίαμβος της Γκέτεμποργκ υπήρξε το «διαβατήριο» για την… εκτόξευση του Ερικσον. Το ίδιο καλοκαίρι αναλαμβάνει την Μπενφίκα, με την οποία κατακτά σε δύο χρόνια ισάριθμα πρωταθλήματα και ένα κύπελλο Πορτογαλίας, ενώ έφτασε ξανά ως τον τελικό του Κυπέλλου UEFA, χάνοντας αυτή τη φορά το τρόπαιο από την Άντερλεχτ.
Επόμενος «σταθμός» της καριέρας του ήταν το καμπιονάτο και η Ρόμα, στην οποία έμεινε τρία χρόνια και πανηγύρισε ένα κύπελλο Ιταλίας, για να ακολουθήσει μία μέτρια διετία στη Φιορεντίνα και η επιστροφή στην Μπενφίκα, την οποία οδήγησε ως τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1990 (ηττήθηκε 1-0 από την ανυπέρβλητη Μίλαν του Αρίγκο Σάκι), ενώ κατέκτησε άλλο ένα πρωτάθλημα.
Το 1992 επέστρεψε στη Ιταλία για λογαριασμό της Σαμπντόρια, που μόλις είχε φτάσει «μια ανάσα» από τον τίτλο της πρωταθλήτριας Ευρώπης (χάνοντας τον τελικό από την Μπαρτσελόνα).
Έμεινε πέντε χρόνια στη Γένοβα, αλλά δεν μπόρεσε να οδηγήσει τους «μπλουτσερκιάτι» σε ανάλογες επιτυχίες, με εξαίρεση την κατάκτηση του κυπέλλου το 1994. Το 1997 ανέλαβε τη Λάτσιο (αν και αρχικά είχε συμφωνήσει με την Μπλάκμπερν), όπου πανηγύρισε πολύ μεγάλες επιτυχίες: δύο κύπελλα και δύο σούπερ καπ Ιταλίας, το Κύπελλο Κυπελλούχων και το Σούπερ Καπ Ευρώπης το 1999 και κυρίως το πρωτάθλημα του 2000, μόλις το δεύτερο -και τελευταίο μέχρι σήμερα- στην ιστορία του συλλόγου της Ρώμης.
Πριν καν αποχωρήσει από τη Λάτσιο, απ’ όπου απολύθηκε τον Ιανουάριο του 2001, ο Έρικσον είχε συμφωνήσει να αναλάβει την εθνική Αγγλίας, αντικαθιστώντας τον Κέβιν Κίγκαν.
Έκανε ντεμπούτο στον πάγκο των «τριών λιονταριών» τον Φεβρουάριο του 2001, σε ένα φιλικό με την Ισπανία (3-0) και γνώρισε την καθολική αποδοχή τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, χάρη στο «εκκωφαντικό» 5-1 επί της Γερμανίας στο Μόναχο, σε ματς για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Για να περάσει στην τελική φάση, πάντως, η Αγγλία χρειάστηκε το φάουλ του Ντέιβιντ Μπέκαμ στα τελευταία λεπτά του αγώνα με την Ελλάδα στο «Ολντ Τράφορντ», που ισοφάρισε σε 2-2 και της έδωσε το εισιτήριο για το Μουντιάλ της Απω Ανατολής. Εκεί τα «τρία λιοντάρια» έφτασαν ως τα προημιτελικά, όπου ηττήθηκαν 2-1 από τη -μετέπειτα τροπαιούχο- Βραζιλία.
Αντίστοιχη ήταν η τύχη τους στο EURO 2004 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006, όπου και στις δύο περιπτώσεις ηττήθηκαν στα πέναλτι από την Πορτογαλία. Από ένα σημείο και μετά, ο Σουηδός επικρίθηκε για υπερβολικά συντηρητική προσέγγιση στον τρόπο παιχνιδιού μιας ομάδας που διέθετε αρκετούς ταλαντούχους παίκτες και ήδη από τις αρχές του 2006 η FA είχε ανακοινώσει ότι δεν θα ανανεώσει το συμβόλαιό του μετά τα τελικά του Μουντιάλ της Γερμανίας.
Μετά από ένα διάλειμμα ενός χρόνου, ο Έρικσον επέστρεψε στους πάγκους για λογαριασμό της Μάντσεστερ Σίτι, όπου ξεκίνησε εντυπωσιακά (μάλιστα αναδείχθηκε κορυφαίος προπονητής της Premier League για τον πρώτο μήνα της σεζόν 2007-08), αλλά δεν είχε ανάλογη συνέχεια και αποχώρησε στο τέλος της περιόδου.
Ακολούθως είχε ένα αποτυχημένο πέρασμα από την εθνική ομάδα του Μεξικού, ανέλαβε για ένα διάστημα τεχνικός διευθυντής στη Νοτς Κάουντι και επανήλθε στους πάγκους ως ομοσπονδιακός τεχνικός της Ακτής Ελεφαντοστού για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010. Κοουτσάρισε για ένα χρόνο τη Λέστερ στην Τσάμπιονσιπ και ολοκλήρωσε την προπονητική σταδιοδρομία του σε ομάδες της Κίνας (Γκουανγκζού R&F, Σανγκάη SIPG, Σενζέν) και στην εθνική ομάδα των Φιλιππίνων.
Παρότι επικρίθηκε συχνά ως ένας προπονητής του αποτελέσματος και όχι του θεάματος, ο Έρικσον επηρέασε σημαντικά την τακτική εξέλιξη του ποδοσφαίρου. Ιδιαίτερα κατά τη θητεία του στη Λάτσιο, εφάρμοσε μία μίξη ζώνης και μαν-του-μαν, με υψηλής έντασης πρέσινγκ, που ενέπνευσε αρκετούς από τους ποδοσφαιριστές που είχε τότε υπό τις οδηγίες του. Ανάμεσα σε αυτούς, ο Ντιέγκο Σιμεόνε, ο Σιμόνε Ιντζάγκι, ο Ρομπέρτο Μαντσίνι, αλλά και ο νυν τεχνικός της ΑΕΚ, Ματίας Αλμέιδα, πήραν στοιχεία από τις τακτικές του Σουηδού και τις χρησιμοποιήσαν στη μετέπειτα προπονητική καριέρα τους.