Βάσει αυτών των δεδομένων, η επικαιροποίηση των εκλογικών καταλόγων μπορεί να γίνει εύκολα. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον ΑΜΚΑ για να καθορίσουμε ποιοι πολίτες είναι άνω των 17 ετών και άρα έχουν δικαίωμα ψήφου. Επιπλέον, ο ΑΜΚΑ καταργείται αυτόματα για όσους αποβιώνουν, διασφαλίζοντας ότι η λίστα θα παραμένει πάντα συνεπής με την πραγματικότητα.
Στην αναφορά επισημάνθηκε πως οι δύο κληρωθέντες να συγκροτήσουν την εφορευτική του εκλογικού τμήματος, όχι μόνον δεν εμφανίστηκαν το πρωί αλλά διαμαρτυρήθηκαν έντονα όταν ο δικαστικός αντιπρόσωπος τους ζήτησε να μείνουν στις θέσεις τους, όταν παρουσιάστηκαν για να ψηφίσουν. Οι αστυνομικές αρχές, οφείλουν να συνεργάζονται με τους δικαστικούς αντιπροσώπους και τους επόπτες εκλογών, για την ομαλή διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας.
Σε περίπτωση που κάποιο μέλος της εφορευτικής επιτροπής επικαλεστεί κώλυμα, όπως π.χ. ασθένεια ή εγκυμοσύνη, που δεν επιτρέπει την παρουσία του, οφείλει να είναι σε θέση να το αποδείξει (π.χ. ιατρική γνωμάτευση), ενώ θα πρέπει να γνωρίζει πως η παρουσία του ή μη στην επιτροπή εναπόκειται τελικά στη διακριτική ευχέρεια του αντιπροσώπου της δικαστικής αρχής. Σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση του αντιπροσώπου της δικαστικής αρχής για τυχόν κωλύματα θα πρέπει να γίνεται εγκαίρως, κυρίως για πρακτικούς λόγους (αντικατάσταση του μέλους, ανάθεση αρμοδιοτήτων στα λοιπά μέλη, κ.ο.κ.). Να σημειωθεί ότι ο αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής λαμβάνει τα στοιχεία των κληρωθέντων μελών της εφορευτικής επιτροπής του τμήματός του από τον οικείο έφορο και έχει κάθε δικαίωμα να ζητήσει από ψηφοφόρο-μέλος της εφορευτικής επιτροπής, ο οποίος δεν επικαλείται τυχόν κώλυμα, να παραμείνει στο εκλογικό τμήμα, εφόσον προσέλθει να ψηφίσει.
Χρέη εφορευτικής επιτροπής θα κληθούν να τελέσουν πολλοί στις επερχόμενες εκλογές . Η μη προσέλευση μέλους της εφορευτικής επιτροπής αποτελεί αδίκημα, ενώ ο αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής μπορεί να διατάξει την βίαιη προσαγωγή του στο εκλογικό τμήμα.
Σε περίπτωση που κάποιο μέλος της εφορευτικής επιτροπής επικαλεστεί κώλυμα, όπως π.χ. ασθένεια ή εγκυμοσύνη, που δεν επιτρέπει την παρουσία του, οφείλει να είναι σε θέση να το αποδείξει (π.χ. ιατρική γνωμάτευση), ενώ θα πρέπει να γνωρίζει πως η παρουσία του ή μη στην επιτροπή εναπόκειται τελικά στη διακριτική ευχέρεια του αντιπροσώπου της δικαστικής αρχής. Σε κάθε περίπτωση, η ενημέρωση του αντιπροσώπου της δικαστικής αρχής για τυχόν κωλύματα θα πρέπει να γίνεται εγκαίρως, κυρίως για πρακτικούς λόγους (αντικατάσταση του μέλους, ανάθεση αρμοδιοτήτων στα λοιπά μέλη, κ.ο.κ.). Να σημειωθεί ότι ο αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής λαμβάνει τα στοιχεία των κληρωθέντων μελών της εφορευτικής επιτροπής του τμήματός του από τον οικείο έφορο και έχει κάθε δικαίωμα να ζητήσει από ψηφοφόρο-μέλος της εφορευτικής επιτροπής, ο οποίος δεν επικαλείται τυχόν κώλυμα, να παραμείνει στο εκλογικό τμήμα, εφόσον προσέλθει να ψηφίσει. Άρθρο 60 Π.Δ. 96/2007):
Αναπλήρωση μελών εφορευτικών επιτροπών
1. Εάν μέλη της εφορευτικής επιτροπής δεν προσέλθουν να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους γιατί απουσιάζουν ή κωλύονται ή για οποιαδήποτε άλλη αιτία, αναπληρώνονται από τα αναπληρωματικά μέλη. Εάν η αναπλήρωση είναι αδύνατη για τους ίδιους λόγους, η εκλογή διεξάγεται μόνο από τα παρόντα μέλη της εφορευτικής επιτροπής, καθώς και από μόνο τον πρόεδρό της, αντιπρόσωπο της δικαστικής αρχής.
2. Σε περίπτωση που κωλύεται ή για οποιονδήποτε λόγο απουσιάζει ο πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής, αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής, αναπληρώνεται από τον αναπληρωτή του, που ορίζεται από τον έφορο δικαστικών αντιπροσώπων. Αν λείπει κι αυτός, για οποιονδήποτε λόγο, η εκλογή γίνεται ενώπιον των τεσσάρων (4) μελών της εφορευτικής επιτροπής, με πρόεδρό της τον μεγαλύτερο σε ηλικία.
Αν για οποιονδήποτε λόγο κωλύεται ή απουσιάζει ο αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής και ο αναπληρωτής του, καθώς και τρία (3) από τα άλλα μέλη της εφορευτικής επιτροπής, τότε το μοναδικό παρόν μέλος διορίζει δύο (2) και σε περίπτωση αδυναμίας ένα (1) ως μέλη της επιτροπής από τους εκλογείς του εκλογικού τμήματος, τα οποία υποχρεούνται να εκτελούν τα καθήκοντά τους. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και σε κάθε άλλη περίπτωση προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία. Από το νομικό πλαίσιο που διέπει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις των συμμετεχόντων σε εφορευτικές επιτροπές, όπως ορίζεται στο Κεφάλαιο Ε’ του Προεδρικού Διατάγματος 96/2007 .
Τι ισχύει για το διορισμό των μελών των εφορευτικών επιτροπών:
Άρθρο 58.
Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών και οι αναπληρωτές τους κληρώνονται, μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την κατά το άρθρο 31 παράγραφος 3 έναρξη της προεκλογικής περιόδου, από το οικείο Πρωτοδικείο. Στην κλήρωση, κατά την οποία μπορούν να παρίστανται οι υποψήφιοι, οι αντιπρόσωποι και πληρεξούσιοι των κομμάτων περιλαμβάνονται οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους του οικείου εκλογικού διαμερίσματος που φέρονται στους καταλόγους αυτούς ως κάτοικοι της περιοχής.
Μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου το αρμόδιο δικαστήριο, μπορεί, κατά την κρίση του, να διορίζει, με απόφασή του που λαμβάνει σε συμβούλιο, τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών από τους καταλόγους της προηγούμενης παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή μέλη εφορευτικών επιτροπών ορίζονται αυτοί που κατά την κρίση του συμβουλίου πρωτοδικών παρέχουν στοιχεία επάρκειας γι’ αυτά τα καθήκοντα. Οι οριζόμενοι πρέπει να έχουν τουλάχιστον απολυτήριο δημοτικού σχολείου και να μην έχουν υπερβεί το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους.
Για το σκοπό αυτό είναι δυνατόν ο αρμόδιος πρόεδρος πρωτοδικών να ζητήσει πληροφορίες και στοιχεία από τους ειρηνοδίκες του τόπου και τις δημοτικές ή κοινοτικές αρχές. Με αυτές τις προϋποθέσεις το συμβούλιο πρωτοδικών μπορεί ν’ αποκλείσει μέλη που κληρώθηκαν και που τα κρίνει ανεπαρκή για το έργο της εφορευτικής επιτροπής. Αρμόδιο πρωτοδικείο είναι αυτό που στην περιφέρειά του υπάγεται ο δήμος ή η κοινότητα όπου εδρεύει το εκλογικό τμήμα.
Όσοι σύμφωνα με τα παραπάνω ορίστηκαν μέλη των εφορευτικών επιτροπών, ειδοποιούνται με απόδειξη για το διορισμό τους πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από την ψηφοφορία με φροντίδα του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, στον οποίο διαβιβάζεται από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών αντίγραφο της πράξης του πρωτοδικείου για το διορισμό τους. Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών είναι υποχρεωμένα να εκτελούν τα καθήκοντά τους ανεξαρτήτως αν ειδοποιήθηκαν εγκαίρως.
Ποια είναι τα καθήκοντα των εφορευτικών επιτροπών:
Άρθρο 61.
1. Η επιτροπή που καταρτίστηκε σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις διευθύνει την εκλογή και τηρεί τα εξής βιβλία:
α) βιβλίο πρακτικών,
β) πρωτόκολλο ψηφοφορίας και
γ) βιβλίο διαλογής ψήφων.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης είναι δυνατή η απλούστευση, ενοποίηση ή η κατάργηση ορισμένων βιβλίων ή στοιχείων.
2. Η επιτροπή αποφασίζει κατά πλειοψηφία. Σε ισοψηφία νικάει η ψήφος του προέδρου.
Πως ψηφίζουν τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών:
Άρθρο 62.
1. Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών, ψηφίζουν στα τμήματα που εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους. Για την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος γίνεται μνεία στο βιβλίο πρακτικών και αναγράφονται τα στοιχεία τους ιδιαίτερα στο πρωτόκολλο ψηφοφορίας.
2. Αν επαναληφθεί η ψηφοφορία σύμφωνα με το άρθρο 102, γιατί ακυρώθηκε η εκλογή σε μερικά μόνο τμήματα της εκλογικής περιφέρειας, αυτοί που ψήφισαν σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο σε τμήματα, που δεν ακυρώθηκε η εκλογή, δεν μπορούν να ψηφίσουν στα τμήματα που επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία και αν είναι γραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους αυτών των τμημάτων.
Σημείωση: Για τη διευκόλυνση της συγκρότησης των εφορευτικών επιτροπών, επιλέγονται μέλη σε κάθε εκλογικό τμήμα από τον εκλογικό κατάλογο που αντιστοιχεί σε αυτό το τμήμα, ώστε να μπορούν παράλληλα να ασκήσουν και το εκλογικό τους δικαίωμα στο τμήμα που αποτελούν μέλη της εφορευτικής επιτροπής.
Ποιες πράξεις/παραλείψεις των μελών της εφορευτικής επιτροπής ενδέχεται να αποτελούν αδικήματα
Άρθρο 119.
Με φυλάκιση από τρεις μήνες μέχρι τρία χρόνια και με χρηματική ποινή τιμωρούνται:
1) Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών που διευθύνουν την εκλογή καθώς και αυτός που τη διευθύνει ή λαμβάνει μέρος στη διεύθυνση αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής:
2) Αν εν γνώσει τους δεχτούν ν’ ασκήσει το εκλογικό δικαίωμα πρόσωπο που, ή δεν είναι γραμμένο στους εκλογικούς καταλόγους ή ψευδώς εμφανίζεται αντ’ άλλου που είναι γραμμένο σ’ αυτούς, ή άσκησε ήδη αυτό το δικαίωμα.
3) Αν εν γνώσει τους αποκλείσουν κάποιον από τους γραμμένους στον εκλογικό κατάλογο εκλογείς, ν’ ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα.
4) Αν αδικαιολόγητα περιορίσουν οπωσδήποτε τη χρονική διάρκεια της ψηφοφορίας ή τη διακόψουν ή την αναβάλουν.
5) Αν αδικαιολόγητα μεταβάλουν τον τόπο της διεξαγωγής της ψηφοφορίας που νόμιμα έχει οριστεί, και
6) Αν αδικαιολόγητα διώξουν από τον τόπο της ψηφοφορίας υποψήφιο ή αντιπρόσωπο ή αναπληρωτή του ή δεν αναγνωρίσουν αυτούς που έχουν διοριστεί νόμιμα αντιπρόσωποι, ή αναπληρωτές υποψηφίου.
Αυτός που δεν έχει κατά το χρόνο της ψηφοφορίας τα προσόντα που ορίζονται με το παρόν και δεν απέχει από την εκτέλεση των καθηκόντων του ως μέλος της εφορευτικής επιτροπής, αν αποδεικνύεται από τα πρακτικά της εκλογής ότι με παρατήρηση ή ένσταση ζητήθηκε η αποχή αυτού.
Κάθε άλλη παράβαση των διατάξεων του παρόντος, που ειδικά δεν προβλέπεται απ’ αυτό ή τον Ποινικό Κώδικα ή απ’ άλλο ποινικό νόμο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μήνες ή με χρηματική ποινή.
Οι κυρώσεις:
Η νομοθεσία προβλέπει ότι με φυλάκιση από 3 μήνες μέχρι και 3 χρόνια και με χρηματική ποινή τιμωρούνται:
α) Τα μέλη των εφορευτικών επιτροπών που διευθύνουν την εκλογή καθώς και αυτός που τη διευθύνει ή λαμβάνει μέρος στη διεύθυνση αντιπρόσωπος της δικαστικής αρχής:
αα) Αν εν γνώσει τους δεχτούν ν’ ασκήσει το εκλογικό δικαίωμα πρόσωπο που, ή δεν είναι γραμμένο στους εκλογικούς καταλόγους ή ψευδώς εμφανίζεται αντ’ άλλου που είναι γραμμένο σ’ αυτούς, ή άσκησε ήδη αυτό το δικαίωμα.
ββ) Αν εν γνώσει τους αποκλείσουν κάποιον από τους γραμμένους στον εκλογικό κατάλογο εκλογείς, ν’ ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα.
γγ) Αν αδικαιολόγητα περιορίσουν οπωσδήποτε τη χρονική διάρκεια της ψηφοφορίας ή τη διακόψουν ή την αναβάλουν.
δδ) Αν αδικαιολόγητα μεταβάλουν τον τόπο της διεξαγωγής της ψηφοφορίας που νόμιμα έχει οριστεί, και
εε) Αν αδικαιολόγητα διώξουν από τον τόπο της ψηφοφορίας υποψήφιο ή αντιπρόσωπο ή αναπληρωτή του ή δεν αναγνωρίσουν αυτούς που έχουν διοριστεί νόμιμα αντιπρόσωποι, ή αναπληρωτές υποψηφίου.
β) Αυτός που δεν έχει κατά το χρόνο της ψηφοφορίας τα προσόντα που ορίζονται με το παρόν και δεν απέχει από την εκτέλεση των καθηκόντων του ως μέλος της εφορευτικής επιτροπής, αν αποδεικνύεται από τα πρακτικά της εκλογής ότι με παρατήρηση ή ένσταση ζητήθηκε η αποχή αυτού.
Ποιοι εξαιρούνται:
Από την κλήρωση του οικείου Πρωτοδικείου για τον ορισμό μελών της εφορευτικής επιτροπής για τις εκλογές εξαιρούνται: –
- Οι δικηγόροι ,διότι ενδέχεται να διοριστούν δικαστικοί αντιπρόσωποι εκλογών.
- • όσοι έχουν υπερβεί το 67ο έτος της ηλικίας τους,
- • όσοι δεν έχουν απολυτήριο δημοτικού,
- •όσοι δεν κατοικούν στον οικείο δήμο,
- • όσοι είναι δημόσιοι και δημοτικοί υπάλληλοι ή έμμισθοι υπάλληλοι δημοτικών νομικών προσώπων και ιδρυμάτων και όσοι με αυτές τις ιδιότητες υπηρέτησαν την τελευταία τριετία προ της εκλογής,
- • είναι αποστρατευθέντες αξιωματικοί, όργανα των σωμάτων ασφαλείας,
- • έχουν διατελέσει δήμαρχοι, βουλευτές, μέλη της κυβέρνησης και υφυπουργοί,
- • έχουν ανακηρυχθεί υποψήφιοι βουλευτές από τον Άρειο Πάγο,
- • είναι ιερείς ή λοιποί θρησκευτικοί λειτουργοί (άρθρα 58 παρ. 4 και 59 παρ. 1 του π.δ. 26/2012).
Η υποχρέωση μέλους εφορευτικής επιτροπής, αντίστοιχη με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης του κράτους:
Κατά την γνώμη μου, όλα τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής θα έπρεπε να αμείβονται από το ελληνικό δημόσιο, διότι η αναγκαστική εργασία απαγορεύεται. Ωστόσο ο νομοθέτης θεωρεί την υποχρέωση συμμετοχής στην εφορευτική επιτροπή εκλογών, αντίστοιχη της επίταξης προσωπικών υπηρεσιών, με σκοπό την ομαλή διεξαγωγή εκλογών του κράτους. Με βάση τον διακεκριμένο Καθηγητή Πανεπιστημίου Γεώργιο Μπαμπινιώτη «στη γλώσσα μας δεν μπορούμε να πούμε “επίταξη των προσώπων”! Ή θα πούμε “επίταξη των υπηρεσιών των προσώπων” ή -όσο κι αν δεν μας αρέσει- “επιστράτευση των προσώπων”. Επίταξη για άψυχα αντικείμενα ή ζώα – Επιστράτευση για ανθρώπους».. Η επίταξη ή επιστράτευση δεν αφορά μονάχα πόλεμο, αλλά κάθε έκτακτη ανάγκη του κράτους.
Το άρθρο 18 παρ. 3 του Συντάγματος ορίζει ότι ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με τις επιτάξεις για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης, ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία.
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 4 του Συντάγματος οποιαδήποτε μορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται. Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της Xώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά με την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών.
Το Σύνταγμα προβλέπει και ρυθμίζει δύο είδη επιτάξεως πραγμάτων: «πολιτικής», δηλαδή εν καιρώ ειρήνης, καθώς και στρατιωτικής, «σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης». Και τα δυο είδη πραγματώνονται μέσω προσωρινής αποστέρησης της χρήσης περιουσίας, με μονομερή πράξη του κράτους, προς το σκοπό ικανοποίησης έκτακτης δημόσιας ανάγκης.
Το συνταγματικό πλαίσιο της επίταξης συμπληρώνεται και εξειδικεύεται σε δύο νόμους, ήτοι στο άρθρο 41 του Ν. 3536/2007 περί «ρυθμίσεων για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών σε περίοδο ειρήνης», καθώς και στο άρθρο 1 του Ν. 4325/2015.
Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών μπορεί να επιβληθεί, μεταξύ άλλων, για την αντιμετώπιση αναγκών που θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, με απόφαση του Πρωθυπουργού, κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης του αρμόδιου Υπουργού.
Η επίταξη συνιστά κατάλυση κατοχυρωμένου ατομικού δικαιώματος της ελευθερίας της εργασίας, υπό την αρνητική του μορφή, υπέρ οιουδήποτε ανθρώπου, είτε αυτός εργάζεται, ως μισθωτός, ελεύθερος επαγγελματίας ή έμπορος, είτε δεν εργάζεται.
Τέλος, στην παρ. 4 του Ν. 4325/2015, προβλέπεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, σε εκείνους που αρνούνται να παραλάβουν το σχετικό φύλλο επίταξης ή παραλείπουν να εκτελέσουν τις σχετικές τους υποχρεώσεις.
Δείτε τα κείμενα των νόμων που αφορούν στην επίταξη και εξειδικεύουν τις έννοιες του Συντάγματος.
Το άρθρο 1 του Ν. 4325/2015, με τίτλο «Επίταξη προσωπικών υπηρεσιών – Απαγόρευση πολιτικής επιστράτευσης απεργών», ορίζει:
«1. Η επίταξη προσωπικών υπηρεσιών μπορεί να επιβληθεί αποκλειστικά σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για την αντιμετώπιση αναγκών της άμυνας της χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης που προκλήθηκε από θεομηνία ή ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία.
2. Σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλεται πολιτική επιστράτευση ή οποιασδήποτε άλλης μορφής επίταξη προσωπικών υπηρεσιών ως μέτρο αντιμετώπισης απεργίας ή ανάλογης μορφής κινητοποιήσεις ελεύθερων επαγγελματιών ή αυτοαπασχολούμενων, πριν ή μετά την κήρυξή τους.