Έντονα προβληματισμένος είναι ο νομικός κόσμος με την αντίδραση του Πρωθυπουργού να επιστρατεύσει το πολιτικό του γραφείο στην υπόθεση της αντιπαράθεσης της συζύγου του Μαρέβας Γκραμπόφσκι με τη βουλευτή επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, Έλενα Ακρίτα. Συγκεκριμένα, το Πρωθυπουργικό Γραφείο ήταν εκείνο, το οποίο πέραν των άλλων, ζήτησε την άρση της βουλευτικής ασυλίας της βουλευτού.
Η κυρία Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη, κατά τον νομικό κόσμο της χώρας, είναι απλώς η σύζυγος του πρωθυπουργού. Δεν είναι θεσμικό – κυβερνητικό πρόσωπο ώστε τα ζητήματα που ανακύπτουν και την αφορούν να τα επωμίζεται και να τα χειρίζεται το Πρωθυπουργικό Γραφείο.
Η επίμαχη ανακοίνωση του Πρωθυπουργικού Γραφείου είχε ως εξής:
«Σε συνέχεια της χθεσινής συκοφαντικής ανάρτησης της Βουλευτού Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ Έλενας Ακρίτα, το περιεχόμενο της οποίας επανέλαβε και σήμερα, η κυρία Μαρέβα Γκραμπόφσκι Μητσοτάκη θα προβεί στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα στις απαραίτητες νομικές ενέργειες κατά το αστικό και ποινικό δίκαιο, με σκοπό την αποκατάσταση της αλήθειας και της προσωπικότητάς της.
Θεωρούμε αυτονόητο πως το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ θα αποδεχθεί την άρση της ασυλίας της κυρίας Ακρίτα, προκειμένου να λογοδοτήσει στη δικαιοσύνη για τους ψευδείς και συκοφαντικούς ισχυρισμούς της».
Είναι ηλίου φαεινότερο πως ο πρωθυπουργός ενεργεί, απαντά και προειδοποιεί αν δεν απειλεί, ωσάν η σύζυγός του να αποτελεί μέλος της κυβέρνησής του ή ενδεχομένως και κάτι ακόμη περισσότερο από θεσμική και κυβερνητική άποψη.
Η κυρία Γκραμπόφσκι -Μητσοτάκη, ως Ελληνίδα πολίτης, έχει κάθε δικαίωμα να στραφεί κατά της κυρίας Έλενας Ακρίτα αν κρίνει πως οι αναρτήσεις της βουλευτού προσβάλουν την τιμή και την υπόληψή της. Η όποια προσφυγή, ωστόσο, στη Δικαιοσύνη και μέσω αυτής σε αίτημα άρσης ασυλίας της Έλενας Ακρίτα, αφορά την πολίτη Μαρέβα Γκραμπόφσκι – Μητσοτάκη και όχι το Πρωθυπουργικό Γραφείο. Τα συνταγματικά, πολιτικά, θεσμικά και νομικά πλαίσια είναι απολύτως σαφή και δεν επιδέχονται αμφισβήτησης.
Υπάρχουν νομικοί οι οποίοι επιμένουν πως η ενέργεια του Πρωθυπουργικού Γραφείου συνιστά αντιποίηση αρχής. Το άρθρο 175, παράγραφος 1, του παλαιού Ποινικού Κώδικα προβλέπει: Όποιος με πρόθεση αντιποιείται την άσκηση κάποιας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής υπηρεσίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή.
Το άρθρο αυτό έρχεται να θωρακίσει την πολιτική ζωή του τόπου από εγχειρήματα αντιποίησης, νεποτισμού και εν πάση περιπτώσει διαστρέβλωσης του θεσμικού πλαισίου άσκησης και λειτουργίας της εξουσίας. Τα πάντα εν σοφία ποιεί ο νομοθέτης άλλωστε. Θεωρητικά τουλάχιστον για να μην υπερβάλουμε.
Ο κύριος πρωθυπουργός και ορθώς, ζήτησε να σταματήσουν τα προσωπικά χτυπήματα κατά της συζύγου του και πως αν κάποιος θέλει να αναμετρηθεί μαζί του, ας το πράξει χωρίς να εμπλέκει την οικογένειά του. Η εμπλοκή του Πρωθυπουργικού Γραφείου στη διαφορά της συζύγου του με τη βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί τα εκ διαμέτρου αντίθετα αποτελέσματα και εμπλέκει άμεσα την οικογένεια του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη στη σοβούσα πολιτική αναμέτρηση. Συμβαίνει, δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που θεωρητικά επιδιώκει να αποφύγει ο πρωθυπουργός.
Καλά θα ήταν λοιπόν οι Σύμβουλοι του, οι οποίοι οφείλουν να είναι ενημερωμένοι και διαβασμένοι, να του βάζουν που και που φρένο στο πρωθυπουργικό θυμικό.