Περαιτέρω υποβάθμιση της οδοντιατρικής περίθαλψης του πληθυσμού λόγω οικονομικών προβλημάτων, αλλά και έλλειψη οδοντιατρικού δυναμικού στις δημόσιες δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), αποδεικνύουν τα στοιχεία της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας που παρουσιάστηκαν με αφορμή την κήρυξη του 2024 ως έτους στοματικής υγείας.
Το 2023 δημοσιεύθηκε η πιο πρόσφατη έρευνα για την οδοντιατρική περίθαλψη της χώρας από την ΕΛΣΤΑΤ. Σύμφωνα με τα στοιχεία, κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, περίπου 1 στους 2 (46,8%) χρειάστηκαν οδοντιατρική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία. Ποσοστό 32% όσων χρειάστηκαν οδοντιατρική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία δεν την έλαβε κάθε φορά που χρειάστηκε. Οι λόγοι ήταν για 9 στους 10 πολίτες (87,5%), οικονομικοί.
«Η οδοντιατρική περίθαλψη ήταν το κύριο θύμα της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, καθώς την τελευταία δεκαπενταετία εξανεμίστηκε η ισχνή -ούτως ή άλλως- δημόσια χρηματοδότηση της οδοντιατρικής φροντίδας», ανέφερε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο πρόεδρος της ΕΟΟ Αθανάσιος Δεβλιώτης. «Σήμερα, η δημόσια οδοντιατρική δαπάνη ως ποσοστό της συνολικής οδοντιατρικής δαπάνης, στην Ελλάδα, αγγίζει το 0% ενώ ο μ.ο. της ΕΕ είναι 31% (OECD 2021). Επιπλέον, μειώθηκαν σχεδόν κατά 72% οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας (ΕΛΣΤΑΤ 2022). Ως αποτέλεσμα των παραπάνω οι πολίτες δεν διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα προσφυγής στον ιδιωτικό τομέα ενώ, παράλληλα, ο δημόσιος οδοντιατρικός τομέας είναι υποστελεχωμένος και με σοβαρά ελλείμματα σε υποδομές και οργάνωση. Τα παραπάνω συντέλεσαν στην όξυνση των ανισοτήτων και τη συνολική υποβάθμιση του επιπέδου στοματικής υγείας του πληθυσμού», τόνισε.
Και πρόσθεσε ότι «η διαχρονική εγκατάλειψη της Στοματικής Υγείας από την Πολιτεία είναι πολιτικά ανεπίτρεπτη, κοινωνικά άδικη, επικίνδυνη για τη Δημόσια Υγεία και πρέπει να λάβει τέλος. Στο πλαίσιο αυτό, παρεμβάσεις όπως το καθολικό προληπτικό πρόγραμμα για παιδιά 6-12 ετών, Dentist Pass, η επανασύσταση της Εθνικής Επιτροπής Στοματικής Υγείας, η συμπερίληψη οδοντιάτρου στο νέο θεσμό των Κινητών Ομάδων Υγείας (ΚΟΜΥ) είναι αναμφισβήτητα θετικές, αλλά δεν αρκούν».