Η δικαστής Μπαλοΐσα Μαρκίνες διέταξε χθες Πέμπτη τη σύλληψη του πρώην προέδρου του Παναμά Ρικάρδο Μαρτινέλι (2009-2014), που κατέφυγε στην πρεσβεία της Νικαράγουας, χώρας που του χορήγησε πολιτικό άσυλο.
Ο κ. Μαρτινέλι καταδικάστηκε την περασμένη χρονιά να εκτίσει 128 μήνες (δέκα έτη και έξι μήνες) κάθειρξης και να πληρώσει πρόστιμο 19 και πλέον εκατομμυρίων δολαρίων για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Η υπόθεση αφορούσε την αγορά το 2010 με δημόσιο χρήμα της πλειοψηφίας των μετοχών του ομίλου μέσων ενημέρωσης Editora Panamá América, στον οποίο ανήκουν η ομώνυμη εφημερίδα και οι λαϊκές εφημερίδες Crítica και Día a Día.
Ο δεξιός πρώην πρόεδρος έλαβε άσυλο από τη Νικαράγουα και στις αρχές του μήνα κατέφυγε στην πρεσβεία της χώρας αυτής, μερικές ημέρες αφού η ύστατη προσφυγή του στο Ανώτατο Δικαστήριο απορρίφθηκε.
Η Μανάγουα ζήτησε από τις παναμαϊκές αρχές να εγγυηθούν την «ταχεία αναχώρηση» και την «ασφαλή διέλευσή του» στη Νικαράγουα όπου του χορηγήθηκε άσυλο για «ανθρωπιστικούς» λόγους. Ο Παναμάς απέρριψε το αίτημα.
Η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ενταφίασε τις ελπίδες του κ. Μαρτινέλι να επανεκλεγεί στην παναμαϊκή προεδρία στις εκλογές του Μαΐου. Ο ενδιαφερόμενος κατήγγειλε «παράνομο ελιγμό της τελευταίας στιγμής» για να αποκλειστεί από τις εκλογές.
Ο πλούσιος επιχειρηματίας, στον οποίο ανήκει ιδίως αλυσίδα σούπερ μάρκετ, αναδείχθηκε τον Ιούλιο του 2023 νικητής στην εσωκομματική διαδικασία της παράταξής του για την ανάδειξη του υποψηφίου της στις προσεχείς εκλογές. Κατά δημοσκοπήσεις, ήταν ο επικρατέστερος μεταξύ των 10 διεκδικητών του ανώτατου αξιώματος.
Ο Ρικάρδο Μαρτινέλι, εκατομμυριούχος όταν εξελέγη πρόεδρος το 2009, μετατράπηκε σε στόχο αρκετών ερευνών για σκάνδαλα διαφθοράς αφού ολοκληρώθηκε η θητεία του.
Το 2021, αθωώθηκε στη δίκη του για κατασκοπεία σε βάρος αντιπάλων του και δημοσιογράφων και κατάχρησης δημοσίου χρήματος.
Ο κ. Μαρτινέλι αναμένεται εξάλλου να δικαστεί τον Ιούλιο, μετά τις εκλογές της 5ης Μαΐου, για τη φερόμενη εμπλοκή του στο πολύκροτο σκάνδαλο της βραζιλιάνικης κατασκευαστικής εταιρείας Οντεμπρέχτ, το οποίο σάρωσε προέδρους και άλλους πολιτικούς σε όλη τη Λατινική Αμερική. Η εταιρεία αυτή, που σήμερα έχει αλλάξει όνομα, μοίρασε δεκάδες εκατομμύρια σε δωροδοκίες στην περιοχή προκειμένου να της ανατίθενται δημόσια έργα.