Η αστυνομία στο Μέιν στις ΗΠΑ συνέχιζε το πρωί της Παρασκευής (27/10) τις έρευνες για τον εντοπισμό του Ρόμπερτ Καρντ, ενός εφέδρου του αμερικανικού στρατού, ο οποίος φέρεται να σκότωσε 18 ανθρώπους και να τραυμάτισε άλλους 13 σε ένοπλες επιθέσεις, που εξαπέλυσε σε αίθουσα μπόουλινγκ και μπαρ της πόλης Λιούιστον, το βράδυ της Τετάρτης (25/10).
Τοπικοί αξιωματούχοι έχουν ζητήσει από τους κατοίκους της περιοχής, να παραμείνουν στα σπίτια τους, για την ασφάλειά τους, ενώ μέρος των επιχειρήσεών της αστυνομίας μεταδόθηκε απευθείας από την τηλεόραση το βράδυ της Πέμπτης (26/10), καθώς αστυνομικοί πραγματοποίησαν έρευνες σε πολλά σπίτια, ανάμεσά τους και το πατρικό σπίτι του 40χρονου Καρντ, στη γειτονική πόλη Μπόουντιν.
Η αστυνομία περικύκλωσε το σπίτι, για περισσότερες από δύο ώρες, με έναν πράκτορα του FBI να ζητεί από ένα μεγάφωνο, από τους ενοίκους του να «βγουν με τα χέρια ψηλά». Ωστόσο κανείς δεν βρισκόταν μέσα.
«Δεν γνωρίζουμε προς το παρόν αν ο Ρόμπερτ Καρντ βρίσκεται σε ένα από τα σπίτια, που ερευνούν οι δυνάμεις της τάξης», έγραψε η αστυνομία του Μέιν στην πλατφόρμα X, κάνοντας λόγο για «πολλά εντάλματα έρευνας».
Η Λιούιστον έχει μετατραπεί σε πόλη φάντασμα, με τα σχολεία και τα καταστήματα να παραμένουν κλειστά, ενώ ο χώρος στάθμευσης στο λύκειο της πόλης είναι γεμάτος πάνοπλους αστυνομικούς.
Σχεδόν κανένα αυτοκίνητο δεν βρισκόταν στους δρόμους την Πέμπτη και μόνο λίγοι άνθρωποι είχαν βγει από τα σπίτια τους.
Μέλη των δυνάμεων της τάξης με αλεξίσφαιρα γιλέκα φρουρούν το νοσοκομείο, όπου έχουν διακομιστεί πολλά από τα θύματα της επίθεσης του Καρντ.
Σύμφωνα με μια ανακοίνωση, ο Καρντ ήταν εκπαιδευτής στα όπλα στη βάση του Σέικο, στο Μέιν. Πρόσφατα, είπε ότι άκουγε φωνές και αντιμετώπιζε και άλλα ψυχιατρικά προβλήματα.
Είχε απειλήσει να ανοίξει πυρ στη βάση και το καλοκαίρι νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρική κλινική για δύο εβδομάδες, ενώ στη συνέχεια πήρε εξιτήριο, ανέφερε το Κέντρο Πληροφοριών και Ανάλυσης του Μέιν.
Η αστυνομία έδωσε στη δημοσιότητα φωτογραφίες ενός γενειοφόρου άνδρα, που φορούσε καφέ πουλόβερ και τζιν, οπλισμένου με ένα ημιαυτόματο όπλο.
Η πολιτειακή αστυνομία εντόπισε ένα λευκό SUV με το οποίο πιστεύεται ότι ο Καρντ πήγε στην πόλη Λίσμπον, περίπου 11 χιλιόμετρα μακριά, αμέσως μετά το μακελειό.
Το μακελειό έχει προκαλέσει αναταραχή σε ολόκληρη την κομητεία Αντροσκόγκιν, η οποία προστίθεται στον μακρύ κατάλογο των αμερικανικών περιοχών, που πλήττονται από τη βία των πυροβόλων όπλων.
«Είναι μια μικρή πόλη. Μαθαίνεις τους πάντες», δήλωσε ο Κεν Σπάλντινγκ κάτοικος της Λίσμπον. «Αλλά είχα πει πριν από μερικά χρόνια στη σύζυγό μου “Το ερώτημα δεν είναι αν, αλλά πότε”» θα σημειωθεί ένα περιστατικό με μαζικούς φόνους στην πόλη.
Ο αριθμός των μαζικών δολοφονιών –με τέσσερα ή περισσότερα θύματα– έχει αυξηθεί κατακόρυφα στις ΗΠΑ, μετά την πανδημία της Covid-19. Το 2022, καταγράφηκαν 647 τέτοιες επιθέσεις και φέτος, με βάση την τάση που διαμορφωνόταν τον Ιούλιο, προβλεπόταν ότι θα φτάσουν τις 679.
Εξάλλου, περισσότεροι από 15.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους μέχρι στιγμής φέτος στη χώρα σε περιστατικά με πυροβόλα όπλα, εξαιρουμένων των αυτοκτονιών, σύμφωνα με την οργάνωση Gun Violence Archive (GVA).
Η φονικότερη επίθεση στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ είναι η σφαγή 58 ανθρώπων, από ένοπλο που πυροβολούσε τους θεατές ενός μουσικού φεστιβάλ, από ένα πολυώροφο ξενοδοχείο στο Λας Βέγκας.
Από το 2012 καταγράφονται ετησίως στο Μέιν, περίπου 16 με 19 ανθρωποκτονίες, την ώρα που σε ένα μόλις βράδυ έχασαν τη ζωή τους 18 άνθρωποι την Τετάρτη.
Η νομοθεσία που διέπει την οπλοκατοχή στο Μέιν είναι σχετικά χαλαρή. Σε αυτήν την αγροτική πολιτεία, στα βορειοανατολικά σύνορα με τον Καναδά, περίπου οι μισοί ενήλικοι ζουν σε νοικοκυριό που διαθέτει τουλάχιστον ένα όπλο, σύμφωνα με μια μελέτη της RAND Corporation του 2020.
Οι αρχές δεν απαιτούν να έχει κάποιος άδεια για να αγοράσει ή να φέρει όπλο και δεν ισχύουν οι κανονισμοί άλλων πολιτειών, σύμφωνα με τους οποίους οι εκπρόσωποι του νόμου επιτρέπεται να αφοπλίζουν προσωρινά όσους κρίνουν «επικίνδυνους» για τη δημόσια ασφάλεια.
Ο Αμερικανός βουλευτής Τζάρεντ Γκόλντεν, Δημοκρατικός από την πόλη Λιούιστον, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι μετά την τραγωδία άλλαξε στάση και πλέον στηρίζει την επιβολή απαγόρευσης στα επιθετικά όπλα.
«Τώρα ζητώ από το Κογκρέσο των ΗΠΑ να απαγορεύσει τα τυφέκια εφόδου, όπως αυτό που χρησιμοποιήθηκε από τον δράστη αυτής της μαζικής δολοφονίας στη γενέτειρά μου», τόνισε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.