του Νεκτάριου Διατσίδη
Δύο μοτοσυκλέτες με τεχνολογία αιχμής εντός της πίστας των Σερρών βρίσκονται στο ιδανικό μέρος δοκιμής. Η κάθε μία για διαφορετική χρήση, αλλά πολύ κοντά μεταξύ τους από κατασκευαστικής άποψης. Σε μία καταπληκτική εκδήλωση της BMW Group Hellas, η εμπειρία της οδήγησης αυτών των μοτοσυκλετών είναι μοναδική καθώς πρόκειται για τα κορυφαία της μοντέλα.
Οι μοτοσυκλέτες BMW M 1000 R και M 1000 RR στις εκδόσεις Competition έχουν φτάσει σε ένα τρομερό επίπεδο σχεδιασμού και κατασκευής, έχοντας ιδιότητες που εντυπωσιάζουν τον αναβάτη στην οδήγηση στο δρόμο, αλλά κυρίως στην οδήγηση στην πίστα. Έχοντας την ευχάριστη ευκαιρία να οδηγήσουμε τα δύο εντυπωσιακά αυτά μοντέλα στο ιδανικό μέρος για μία δοκιμή αυτού του είδους και με την άψογη οργάνωση της BMW Group Hellas, διαπιστώσαμε ότι τα νέα μοντέλα είναι ακόμη πιο εξελιγμένα από ποτέ.
Οι δύο μοτοσυκλέτες έχουν τον ίδιο κινητήρα των 999 κ.εκ. με ισχύ 210 ίππων για την M 1000 R στις 13,750 σ.α.λ. και 212 ίππων στις 14,500 σ.α.λ. για την M 1000 RR και μέγιστη ροπή 113 Nm στις 11,100 σ.α.λ. και ίδια ροπή στις 11,000 σ.α.λ. αντίστοιχα. Με το σύστημα μεταβλητού χρονισμού των εκκεντροφόρων η ισχύς και η ροπή συνδυάζονται αξιοποιώντας τις επιδόσεις στο μέγιστο, ταυτόχρονα με το μικρό βάρος των δύο μοντέλων στα 197.4 κιλά για την M 1000 R Competition και 191.8 κιλά για την M 1000 RR Competition που έχουν το πακέτο των τμημάτων από ανθρακονήματα συμπεριλαμβανομένων και των τροχών, ενώ και στις δύο περιπτώσεις το βάρος αυτό είναι με γεμάτο ρεζερβουάρ.
Η αεροδυναμική απόδοση συμβάλει στις επιδόσεις των δύο μοτοσυκλετών με διαφορετικό τρόπο, καθώς ο αναβάτης έχει διαφορετική κάλυψη από τον αέρα. Η γυμνή M 1000 R Competition έχει ειδικά διαμορφωμένα πτερύγια έτσι ώστε να αποτρέπει την ανύψωση του μπροστινού τροχού στις εξόδους των στροφών, με την καλύτερη δυνατή αεροδυναμική απόδοση. Ο πίσω τροχός περνά τη δύναμη στο δρόμο και καθώς ο εμπρός έχει την κατάλληλη φόρτιση από την αεροδυναμική πίεση δε χρειάζεται να μειωθεί η ηλεκτρονικά ελεγχόμενη παροχή ισχύος, με αποτέλεσμα στις εξόδους αρκετών στροφών της πίστας να υπάρχει μία μικρή ολίσθηση πίσω με έντονη όμως επιτάχυνση και χωρίς ανύψωση του μπροστινού.
Στην M 1000 RR Competition η αεροδυναμική πίεση από τα βοηθητικά πτερύγια φτάνει τα 22.6 κιλά στα 300 χιλιόμετρα/ώρα που είναι περισσότερα από τη γυμνή M 1000 R Competition που φτάνει τα 17.4 κιλά στα 280 χιλιόμετρα/ώρα και περισσότερα από την προηγούμενη M RR του 2022 με τη μεγάλη διαφορά της αεροδυναμικής απόδοσης να έχει μειωμένες αντιστάσεις και αύξηση της τελικής ταχύτητας στα 314 χιλιόμετρα/ώρα. Αυτή η υψηλή αεροδυναμική απόδοση έχει ως αποτέλεσμα την ταχύτατη έξοδο από τις στροφές χωρίς καθόλου ανύψωση του μπροστινού, αλλά και λιγότερο σπινάρισμα του πίσω τροχού.
Οι αναρτήσεις των δύο μοτοσυκλετών διαφέρουν επίσης με αυτές της M 1000 R Competition να είναι ημί-ενεργητικές με δυνατότητα ρύθμισης της απόσβεσης ηλεκτρονικά, ενώ στην M 1000 RR Competition είναι μηχανικά ρυθμιζόμενες, όπως είναι και στο πρωτάθλημα WorldSBK. Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι το πίσω μοχλικό σύστημα των δύο μοτοσυκλετών, το οποίο εδράζεται ουσιαστικά στο επάνω τμήμα του αμορτισέρ και αντιστρέφει την κίνηση του επάνω τμήματος συμπιέζοντας περισσότερο το αμορτισέρ. Αυτή η διάταξη μειώνει το μη αναρτώμενο βάρος της ανάρτησης και μαζί με τους ελαφρείς τροχούς από ανθρακονήματα συμβάλει στην άψογη λειτουργία της σε κάθε είδους μετατοπίσεις των τροχών από τις ατέλειες του δρόμου, ή τις μετατοπίσεις από τις ταλαντώσεις στην οδήγηση στο όρια της πρόσφυσης των ελαστικών.
Η εμπειρία της οδήγησης αυτών των μοτοσυκλετών στην πίστα των Σερρών μας έδωσε τη δυνατότητα να μάθουμε όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που έχουν αυτές οι μοτοσυκλέτες και να τις οδηγήσουμε με πλήρη ασφάλεια. Η διάρκεια της οδήγησης ήταν σχετικά σύντομη αλλά ο χρόνος έπρεπε να κατανεμηθεί και στην παρουσίαση, ενώ ταυτόχρονα υπήρχε και η παρουσίαση και η οδήγηση αυτοκινήτων της BMW. Σε αυτόν το σύντομο χρόνο όμως η οδήγησή τους ήταν συναρπαστική με την M 1000 R Competition να αφήνει την καλύτερη αίσθηση με την ευκολία των χειρισμών, χάρις στο μεγάλο τιμόνι της και τη σταθερότητα σε κάθε είδος στροφή, ενώ σε όλες τις εξόδους των στροφών είχε την τέλεια συμπεριφορά χωρίς να υπάρχει φόβος για κάποιο παραπάνω γλίστρημα. Η M 1000 RR Competition από την άλλη πλευρά ήταν πολύ εύκολη στην οδήγηση παρά το μικρό τιμόνι που έχουν αυτές οι μοτοσυκλέτες και ο λόγος αυτής της συμπεριφοράς ήταν το σύνολο της γεωμετρίας των αναρτήσεων, η θέση οδήγησης, η αεροδυναμική φόρτιση και το μικρό συνολικό βάρος της, με κύριο παράγοντα τους πολύ ελαφρείς τροχούς που έδιναν τη δυνατότητα πολύ γρήγορων αλλαγών κατεύθυνσης.
Τα ηλεκτρονικά βοηθήματα, η υποβοήθηση αλλαγών ταχυτήτων και τέλος τα δυνατά φρένα άφησαν την καλύτερη αίσθηση στη συνολική εικόνα, αν και δεν υπήρχε ο διαθέσιμος χρόνος να γίνουν οι πολλές και διαφορετικές διαθέσιμες ρυθμίσεις ούτε και η δυνατότητα χρονομετρήσεων. Η πρώτη όμως επαφή με τις δύο κορυφαίες μοτοσυκλέτες της BMW ήταν αρκετή για να μας δώσει πολύ μεγάλη ευχαρίστηση και αυτό είναι και το ζητούμενο από την οδήγησή τους, να σου δώσουν από την πρώτη στιγμή αρκετή ένταση και εκείνη την αίσθηση της λειτουργικότητας όλων των βελτιώσεων που έχουν γίνει μετά από πολύ έρευνα και εξέλιξη.