«Δεν τους γδύσαμε, ούτε τους χτυπούσαμε, φοβηθήκαμε μήπως μας επιτεθούν γι’ αυτό τους κλείσαμε στο τρέιλερ». Στην απολογία του ο επιχειρηματίας με καταγωγή από την Αλβανία περιέγραψε με λεπτομέρειες όλο το περιστατικό.
Όπως φέρεται να είπε ο ίδιος εκινείτο με το αυτοκίνητο του και το τρέιλερ, με το οποίο νωρίτερα κουβάλησε κάποια πράγματα για να τα εναποθέσει σε σημείο ασφαλές στην αποθήκη του.
«Σε απόσταση περίπου 150 μέτρων από την επιχείρηση μου, εντόπισα ομάδα δεκατριών ατόμων και προσεγγίζοντας με το όχημα μου το σημείο διαπίστωσα ότι ήταν πέριξ ενός αντικειμένου και επιχειρούσαν να του βάλουν φωτιά. Το αντικείμενο αυτό όπως διαπιστώσαμε εκ των υστέρων αποτελούνταν από δύο λάστιχα το ένα πάνω στο άλλο, παραγεμισμένα με πισσαρισμένα ξερά σανίδια και στη μέση υπήρχε μία τρύπα στο κέντρο της οποίας υπήρχε μια μπάλα με αφρολέξ, προκείμενου να εισχωρήσει το εύφλεκτο υλικό. Εξαιτίας της κατάστασης με τις πυρκαγιές που επικρατεί την τελευταία εβδομάδα στην Αλεξανδρούπολη, ήμασταν όλοι σε επιφυλακή και ιδιαίτερα επαγρυπνημένοι μήπως ξεσπάσει φωτιά πλησίον μας και χρειαστεί να εκκενώσουμε τα σπίτια μας», είπε χαρακτηριστικά.
Σε άλλο σημείο της απολογίας του που δημοσιεύει το GrTimes.gr, ανέφερε ότι ο ίδιος βρίσκεται στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια και από την πρώτη στιγμή εργάστηκε ως εργάτης και οικοδόμος και σιγά σιγά κατάφερε να δημιουργήσει με τη σύζυγο του την οικογενειακή τους επιχείρηση με αντικείμενο τις οικοδομικές εργασίες και το εμπόριο οικοδομικών υλικών.
«Είμαι πατέρας τεσσάρων παιδιών. Διαμένουμε μαζί με την σύζυγό μου και τα τέσσερα τέκνα μου σε διαμέρισμα πάνω από την οικογενειακή μας επιχείρηση σε απόσταση μόλις 150 μέτρων από τον τόπο που εκτυλίχθηκε το συμβάν. Όπως μπορεί να αντιληφθεί ο καθένας όταν εντόπισα την ομάδα των δεκατριών να επιχειρεί να βάλει φωτιά μέσα στον αστικό ιστό και δη δίπλα στο σπίτι και στην επιχείρηση μας , φοβήθηκα πρωτίστως για τις ζωές και την σωματική ακεραιότητα των ανθρώπων μου και φυσικά για την περιουσία μας. Σημειωτέον ότι σε πολύ κοντινή απόσταση, περί τα 50μ από το σημείο αυτό βρίσκεται πρατήριο υγρών καυσίμων. Άμεσα κάλεσα την αστυνομία και ζήτησα συνδρομή των ανθρώπων που βρίσκονταν κοντά στο σημείο. Μόλις οι δεκατρείς τους με είδαν, έγιναν επιθετικοί και κάποιοι πήγαν να τραπούν σε φυγή. Αυτό δε επιβεβαιώνεται και από την 22-08-23 ένορκη κατάθεση αστυνομικού. Τότε τους ζητήσαμε να πετάξουν ό,τι είχαν στα χέρια και τους φωνάξαμε με έντονο ύφος « STOP. POLICE IS COMING». Καλέσαμε ξανά την αστυνομία και ζητήσαμε την άμεση επέμβαση τους. Φοβούμενοι μην μας επιτεθούν, καθώς ήταν πολυάριθμοι και αντιδραστικοί, τους περιορίσαμε εντός του τρέιλερ και αναμέναμε την αστυνομία να καταφτάσει στο σημείο. Σε καμία περίπτωση δεν ασκήσαμε βία διότι με μόνο το άκουσμα της λέξης POLICE, υπάκουσαν θεωρώντας μάλλον πως ήμασταν αστυνομικοί. Όντας αγανακτισμένος με το θέαμα που αντίκρυσα λίγα μόλις μέτρα από το σπίτι και την οικογένεια μου, και μάλιστα τη στιγμή που δεκάδες εστίες φωτιάς στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης κατέκαιγαν σπίτια και περιουσίες, ανάρτησα εκφράζοντας δημόσια την αγανάκτηση μου ένα βίντεο που σε καμία περίπτωση δεν με αντιπροσωπεύει και δεν συνάδει με την πορεία της ζωής μου. Στην Ελλάδα ήρθα πριν 30 χρόνια ως μετανάστης και γνωρίζω από πρώτο χέρι τις δυσκολίες που έχουν αντιμετωπίσει οι άνθρωποι αυτοί. Προέβην σε απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς όχι λόγω της καταγωγής τους αλλά λόγω της αξιόποινης πράξης που αποπειράθηκαν να τελέσουν. Το ίδιο θα έκανα σε κάθε περίπτωση ακόμα και αν η ομάδα αυτή προερχόταν από την Αλβανία ή από άλλη χώρα της Ευρώπης , ακόμα και αν επρόκειτο για κάποιον συμπολίτη μου, φίλο ή συγγενή. Ο αδόκιμος χαρακτηρισμός «κομμάτια» απευθυνόταν σε οποιονδήποτε ήταν έτοιμος να προξενήσει τόσο κακό σε άλλους ανθρώπους. Το όλο περιστατικό διήρκησε 10-15 λεπτά , μέχρι δηλαδή το χρονικό σημείο στο οποίο κατέφτασαν οι αστυνομικοί, οι οποίοι και τους παρέλαβαν. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα δεν κινήσαμε το όχημα καθόλου, δώσαμε πόσιμο νερό σε όλους και τραβήξαμε με τα κινητά μας ένα άλλο βίντεο στο οποίο εμφανιζόταν η αυτοσχέδια εμπρηστική κατασκευή, την οποία παρέλαβαν οι αστυνομικοί όταν προέβησαν στη σύλληψη των δεκατριών. Όταν ήρθε στο σημείο η αστυνομία τους παρέλαβε στην κατάσταση ακριβώς όπως τους είχαμε βρει πριν δεκαπέντε λεπτά» συμπλήρωσε ο ίδιος.
Ο επιχειρηματίας με καταγωγή από την Αλβανία αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι έφερε μαζί του οπλισμό και ότι πυροβόλησε στον αέρα εντός κατοικημένης περιοχής, όπως αναφέρθηκε στις ένορκες καταθέσεις μερικών εξ’ αυτών, κατόπιν δηλαδή της άσκησης ποινικής διώξεως σε βάρος τους, ενώ κατά την στιγμή της σύλληψης τους, όπως φέρεται να ισχυρίστηκε στην απολογία του, δεν ανέφεραν τίποτα όπως και στις προανακριτικές καταθέσεις τους.
«Ουδέν επίσης ανέφεραν στους αστυνομικούς περί της δήθεν σωματικής τους κακοποίησης με χτυπήματα που δέχθηκαν από εμάς με μεταλλικά αντικείμενα και την καραμπίνα καθώς και περί της δήθεν προσβλητικής και εξευτελιστικής συμπεριφοράς μας προς αυτούς με την αφαίρεση των ενδυμάτων τους.
Αυτοί οι ισχυρισμοί προέκυψαν το πρώτον κατόπιν της άσκησης ποινικής διώξεως τους σε βαθμό κακουργήματος σε βάρος τους και απορίας άξιο είναι το γεγονός ότι ούτε στις καταθέσεις των αστυνομικών αναφέρεται κάτι που να επιβεβαιώνει τα όσα εκ των υστέρων φαντάστηκαν, ούτε αιτήθηκαν την εξέταση τους από ιατροδικαστή που θα αποτελούσε τρανή απόδειξη των λεγομένων τους άλλα ούτε σε κάθε περίπτωση ζήτησαν την μεταφορά τους στο νοσοκομείο.
Αν ίσχυαν πράγματι οι ισχυρισμοί τους, οι αστυνομικοί θα έρχονταν αντιμέτωποι με εικόνα γυμνών κακοποιημένων ανθρώπων και σε κάθε περίπτωση θα το αποτύπωναν στις καταθέσεις τους. Άλλωστε και από το βίντεο το οποίο ανάρτησα δεν προκύπτει ο ισχυρισμός αυτών και συγκεκριμένα ότι τους γδύσαμε και τους χτυπούσαμε. Αφότου παρέλαβαν οι αστυνομικοί τους δράστες και αποχώρησαν από το σημείο επιστρέψαμε στις οικίες μας», σημείωσε ο επιχειρηματίας.