Γράφει ο Θάνος Κυλάφης
Το 36ωρο είναι μια εκδήλωση της Ελληνικής Λέσχης Moto Guzzi, η οποία ουσιαστικά μέσα σε 2 μέρες σε ταξιδεύει σε διάφορα μέρη μέσα στην Ελλάδα και, κυρίως από επαρχιακούς δρόμους, σου επιτρέπει να ανακαλύψεις κρυμμένες ομορφιές και να δεις πολλά “κρυφά” σημεία της χώρας μας.
Φέτος ήταν η 24η φορά που διοργανώνεται και αποφασίσαμε να συμμετάσχουμε. Έμενε να αποφασίσουμε τη μοτοσυκλέτα με την οποία θα το επιχειρούσαμε. Μετά από σύντομη σκέψη η απάντηση ήταν εύκολη. Yamaha Tracer 7. 1500 χιλιόμετρα σε 2 μέρες (από τις 8:00 το πρωί μέχρι τις 9:30 το βράδυ) ήταν ό,τι έπρεπε για να γνωριστούμε με την νέα πρόταση της Yamaha στην κατηγορία Sport-Touring μεσαίου κυβισμού.
Πανό έκπληξη στα τελευταία στάδια της πρώτης μέρας. Το πανό έχει φτιαχτεί από τους Θωμά Παπαθανασίου και Μαρία Κοκορομύτη.
Η εκκίνηση δόθηκε στα Καμένα Βούρλα (όπου είχαμε συγκεντρωθεί από την προηγούμενη) και η διαδρομή της πρώτης μέρας πέρασε για λίγο από το Θεσσαλικό κάμπο, προτού φτάσουμε στη βόρεια πλευρά της τεχνητής λίμνης Πλαστήρα. Λίγο πιο ανατολικά, στην Αργιθέα, παραλάβαμε το δεύτερο “κρυφό” roadbook της ημέρας, το οποίο μας επιφύλλασε μια πολύ όμορφη ορεινή διαδρομή στα βουνά που συνδέουν τον κάμπο της Θεσσαλίας με την Άρτα, όπου η Tracer 7 έδειξε να βρίσκεται ακριβώς στο “γήπεδό” της.
Χωρίς αντίπαλο στους στριφτερούς, ορεινούς δρόμους η Tracer 7.
Από εκεί ανηφορίσαμε προς Μέτσοβο, περάσαμε την λίμνη Αώου και φτάσαμε στην Κόνιτσα, όλα αυτά μέσα από πανέμορφες διαδρομές στα βουνά της Ηπείρου. Με τον ήλιο να πέφτει, βάλαμε γρήγορα γρήγορα βενζίνη και φτάσαμε στον τελικό μας προορισμό, το Νεστόριο, όπου μας περίμενε ένα ζεστό γεύμα, ένα μπάνιο και ύπνος, απαραίτητος για την φόρτιση των μπαταριών και την αντιμετώπιση της δεύτερης μέρας.
Στους ακριτικούς Ψαράδες.
Την Κυριακή πήραμε εκκίνηση στην Καστοριά και κατευθυνθήκαμε προς Πρέσπες, στο ακριτικό χωριό Ψαράδες, πριν κάνουμε την πανέμορφη ανάβαση μέχρι το Πισοδέρι. Από εκεί, πιάσαμε σιγά σιγά πάλι κάμπο, περνώντας από Φλώρινα, Έδεσσα και Νάουσα. Μετά την Νάουσα κάναμε μια από τις πιο όμορφες διαδρομές που έχω κάνει στη ζωή μου, μέσα από μια καταπράσινη φύση σε ένα στριφτερό, ορεινό δρόμο με νέα άσφαλτο μέχρι το Κάτω Βέρμιο και αμέσως μετά στο φράγμα του Αλιάκμονα, όπου πήραμε το δεύτερο roadbook. Μεγάλο κομμάτι το οποίο μας επέτρεψε να χαρούμε τόσο αυτή τη διαδρομή είναι η αυτοπεποίθηση που σου δίνει στις στροφές η Tracer 7, καθώς και η ευκολία με την οποία ανταποκρίνεται στην αλλαγή κατεύθυνσης.
Χαράσσοντας την πορεία της υπόλοιπης ημέρας.
Η μέση της 2ης ημέρας είχε απίστευτες διαδρομές κατά μήκος της τεχνητής λίμνης Πολυφύτου και μέσα από τα βουνά που βρίσκονται ανατολικά της Κατερίνης κατηφορίσαμε μέχρι τα Μετέωρα και την Καλαμπάκα.
Με φόντο τα Μετέωρα.
Το τελευταίο κομμάτι της ημέρας μας έφερε και πάλι στη τεχνητή λίμνη Πλαστήρα και στα χωριά του Θεσσαλικού κάμπου, με μια σύντομη διαδρομή από την Εθνική να μας οδηγεί στο χωριό Κυπαρρισώνας, στους πρόποδες του όρους Όθρυ. Από εκεί, τα τελευταία χιλιόμετρα αφιερώθηκαν στην εθνική οδό που μας έφερε πίσω στα Καμένα Βούρλα, ολοκληρώνοντας τον διήμερο κύκλο μας.
Σε όλο το ταξίδι αυτό, η Tracer 7 αποδείχθηκε ένας ακούραστος και ευχάριστος συνοδοιπόρος. Ο δικύλινδρος εν σειρά τετράχρονος κινητήρας του είχε ροπή από τις χαμηλές στροφές, ενώ απέδιδε πολύ καλά σε όλο το εύρος, ενώ και στην εθνική δεν κούραζε καθόλου, με την ρυθμιζόμενη ζελατίνα της να βολεύει όλα τα ύψη αναβατών (ως αναβάτης του 1,88 δεν ζορίστηκα καθόλου από τον αέρα).
Μπορεί σε σχέση με πολλούς συναθλητές μας που είχαν Touring μεγάλου κιυβισμού να μοιάζαμε “λίγοι”, όμως ειδικά στις στριφτερές διαδρομές στα βουνά, η Tracer 7 έδειξε την αξία της. Το βάρος της δεν φαίνεται καθόλου και η μοτοσυκλετά αλλάζει κατεύθυνση εύκολα και ευχάριστα και ένιωθες περισσότερο ότι παίζεις με ένα παπί. Σε τέτοιους δρόμους η Tracer 7 βρίσκεται στο στοιχείο της, κάτι που την μεταμορφώνει σε πραγματικό “δολοφόνο”, αλλά χωρίς να κουράζει στην οδήγησή της.
Μέσω λοιπόν αυτής της διήμερης εμπειρίας, η Tracer 7 μας φάνηκε ως μια μοτοσυκλέτα που (και λόγω του μαζεμένου όγκου της) μπορεί άνετα να ελιχθεί στην κίνηση της πόλης (και το κάναμε αυτό το μεσημέρι στην Κηφισίας) αλλά και δεν θα πει όχι στην εξόρμηση των πολλών, πολλών χιλιομέτρων σε εθνική και επαρχιακούς δρόμους. Η τιμή της μάλιστα είναι αρκετά δελεαστική, κάνοντάς μας να κοιτάμε τον κουμπαρά μας με ένα σφυρί στο χέρι.
Το μονο αρνητικό που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε είναι ότι η σέλα θα μπορούσε να είναι πιο άνετη. Βέβαια, μετά από 26 ώρες οδήγησης και στο θρόνο της Αγγλίας να καθόσουν τα πράγματα θα ήταν ζόρικα στις “χαμηλές” περιοχές.
Πήραμε το 2ο Roadbook στην Αργιθέα και συνεχίζουμε την πορεία μας.
Στην ανάβαση για Πισοδέρι, πριν κατεβούμε για Φλώρινα.
Τελευταίος ανεφοδιασμός πριν επιστρέψουμε εις τας Αθήνας. Η χαμηλή μέση κατανάλωση της Tracer 7 ήταν βασική για να χαρούμε την διαδρομή χωρίς το μόνιμο άγχος του “Πού είναι το επόμενο βενζινάδικο;”.