Zougla Newsroom
Βρίσκονταν και οι δύο στο μοιραίο τρένο, το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο Αθήνα-Θεσσαλονίκη τα ξημερώματα της Τετάρτης 1ης Μαρτίου.
Κατάφεραν και επέζησαν με τραύματα σε πολλά σημεία του σώματός τους και ένα 48ωρο μετά μιλούν στη «Ζούγκλα» για το πώς γλίτωσαν από την κόλαση.
Ο πρώτος επιζών νοσηλεύεται στη χειρουργική κλινική του γενικού νοσοκομείου Λάρισας, ενώ ο δεύτερος στην ορθοπεδική κλινική.
Το γενικό νοσοκομείο Λάρισας είναι το νοσηλευτικό ίδρυμα το οποίο έχει δύο όψεις.
Από τη μία πλευρά το απόλυτο δράμα αφού εκεί βρίσκονται οι σοροί των θυμάτων και από την άλλη η ελπίδα, αφού φιλοξενούνται ασθενείς οι οποίοι επέζησαν της σύγκρουσης.
Είναι το νοσοκομείο, στο οποίο τις τελευταίες δύο ημέρες ακούς κραυγές πόνου και θλίψης από μανάδες και πατεράδες που έχασαν τα παιδιά τους, αλλά και επιφωνήματα ανακούφισης από συγγενείς τραυματιών.
Το απόλυτο κοντράστ συναισθημάτων μέσα στον ίδιο χώρο.
Το δράμα συνεχίζεται. Μόλις την Πέμπτη το απόγευμα η ηλεκτρονική μας εφημερίδα κατέγραψε εικόνες που αποτελούν γροθιά στο στομάχι.
Φορτηγά ψυγεία εισήλθαν στο γενικό νοσοκομείο Λάρισας προκειμένου να παραλάβουν σορούς των θυμάτων.
Ο Θεόδωρος Κατσιούλης, 59 ετών, ταξίδευε με το μοιραίο τρένο, για Κατερίνη, βρισκόταν στο τρίτο βαγόνι και επέστρεφε από ταξίδι, μετά την Καθαρά Δεύτερα.
«Υπήρχε καθυστέρηση στα Παλαιοφάρσαλα και υπήρχε γενικότερη ανησυχία στον κόσμο, λόγω αυτού του γεγονότος. Κάποια στιγμή άκουσα βγαίνοντας έξω από το τρένο, ενώ αυτό δεν είχε ξεκινήσει, να λένε κάποιοι ότι δεν δούλευαν κάποια ηλεκτρικά σήματα» λέει και προσθέτει:
«Το τρένο είχε αναπτύξει ταχύτητα. Άκουσα ένα σύρσιμο και μετά με χτύπησε κάτι σαν οστικό κύμα και με πέταξε κάτω. Σφηνώθηκα ανάμεσα στα καθίσματα.
Άνοιξα τα μάτια μου και επικρατούσε σιγή στο βαγόνι. Σκοτάδι και καπνός ήταν αυτά που έβλεπα μόνο. Δύο κοπέλες πέρασαν από πάνω μου και προσπαθούσαν να βγουν από το βαγόνι.
Βέβαια ήμασταν μπαταρισμένοι και δεν μπορούσαμε να βγούμε. Πήγαιναν προς το τέταρτο βαγόνι και μόλις κατάλαβαν πως υπάρχει φωτιά άρχισε ο πανικός. Πίστεψα ότι θα πεθάνω. Ένα παιδί προσπάθησε να σπάσει το τζάμι χτυπώντας το με το πόδι αλλά αυτό δεν έσπαγε με τίποτα.
Πήρε λοιπόν ένα σίδερο από σπασμένες θέσεις και κατάφερε και άνοιξε το πάνω μέρος ενός παραθύρου.
Εκεί λοιπόν που πήγα να βγω και εγώ μία μάνα μου ζήτησε να τη βοηθήσω προκειμένου να σωθούν τα δύο παιδιά τους. Έτσι και έκανα.
Μπορέσαμε και βγήκαν από αυτό το παράθυρο. Έχω κάταγμα στη μύτη και έχω χτυπήσει αρκετά στο πόδι. Με μετέφεραν φυσικά με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο».
Ο Λάζαρος Παπαζήσης βρισκόταν στο δεύτερο βαγόνι και είναι ο πρώτος επιβάτης, ο οποίος κινήθηκε νομικά για αυτό το συμβάν μέσω του δικηγόρου του, Γιώργου Μπαρτζώκη.
«Άκουσα ένα δυνατό μπαμ, σύρσιμο και άρχιζαν να σπάνε τα τζάμια» λέει στη Ζούγκλα.
«Σκύβω κάτω για να προστατέψω το κεφάλι μου. Παντού ακούγονταν κραυγές.
Φώναζαν βοήθεια και κάποια στιγμή αντιλήφθηκα αίματα στο πρόσωπό μου. Όταν κατάφερα και σηκώθηκα πήγα να βγω από το τρίτο βαγόνι αλλά αυτό δεν γινόταν με τίποτα.
Έτσι προσπάθησα να σπάσω ένα τζάμι, το ο οποίο ήταν ήδη ραγισμένο με κλωτσιές αλλά δεν γινόταν ούτε με αυτόν τον τρόπο.
Ένας νεαρός τελικά κατάφερε και έσπασε το ίδιο τζάμι με πυροσβεστήρα και τελικά βγήκαμε από το παράθυρο του βαγονιού. Πνιγόμουν από τον καπνό εκείνη την ώρα. Πηδώντας από το βαγόνι έσπασα το πλευρό μου».