Στην αρχή ήταν οι παρεμβάσεις της Τουρκίας στην Συρία και την Λιβύη που προκάλεσαν σοβαρές περιπλοκές στην Βόρειο Αφρική και στη Μέση Ανατολή. Ύστερα ήρθε ο πόλεμος της Ουκρανίας όπου η γειτονική χώρα συνεχίζει να παίζει τον ρόλο του «επιτήδειου ουδέτερου» συγχύζοντας τους Δυτικούς συμμάχους της. Και τέλος εμφανίστηκαν τα εμπόδια που βάζει στην είσοδο της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Εδώ και πολλά χρόνια ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ελίσσεται σε πολλά μεγάλα μέτωπα ταυτόχρονα, προσπαθώντας όχι μόνο να ενδυναμώσει τη θέση της Τουρκίας στη διεθνή σκακιέρα αλλά και να εξασφαλίσει μοχλούς πίεσης που θα αποφέρουν ακόμη περισσότερα κέρδη. Το αν έχει επιτύχει είναι συζητήσιμο. Αυτό που σίγουρα έχει καταφέρει είναι να υποβαθμίσει την διεθνή εικόνα της χώρας του, να εξαντλήσει την καλή θέληση των συμμάχων της Τουρκίας και να μειώσει το πολιτικό κεφάλαιο του. Η Τουρκία δεν μοιάζει πλέον τόσο με τον καλό σύμμαχο σε μια εκρηκτική περιοχή αλλά με το ήμισυ μιας άβολης σχέσης με την Δύση.
Αυτό δεν μπορούν ίσως να το πουν ανοιχτά οι πολιτικοί ηγέτες των μεγάλων χωρών, αλλά ο Τύπος δεν έχει τέτοιους ενδοιασμούς. Μέσα σε λίγες μόνο ημέρες δύο περιοδικά τεράστιας επιρροής, ο βρετανικός Economist και το γερμανικό Stern κανονιοβόλησαν εναντίον του Ερντογάν, λίγους μήνες πριν από τις εκλογές του Μαΐου στην Τουρκία, στέλνοντας σαφές σήμα ότι η ανεκτικότητα εξαντλείται.
Ο τίτλος του πρώτου θέματος του τεύχους του Stern που κυκλοφόρησε πριν από δύο ημέρες είναι «Der Brandstifter» δηλαδή «Ο Εμπρηστής». Στο φόντο φαίνεται ο Ερντογάν με μαύρα γυαλιά και απειλητικό ύφος. Στον υπότιτλο αναφέρεται ότι για να παραμείνει στην εξουσία, ο Ερντογάν υποκινεί συγκρούσεις όχι μόνο στην χώρα του αλλά και στην Γερμανία.
Το γερμανικό περιοδικό γράφει ότι ο «Ερντογάν, προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία, έχει γίνει “εμπρηστής” τόσο στο εσωτερικό της Τουρκίας, όσο και στο εξωτερικό», και αναφέρεται στη στάση του όσον αφορά την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, αλλά και στα ζητήματα της Συρίας και της Λιβύης.
Ειδική αναφορά γίνεται και στην επιθετική ρητορική του απέναντι στην Ελλάδα. Ο Ερντογάν, γράφει το Stern, «απειλεί μια σύμμαχο χώρα με πυραύλους, ακόμα και πως θα πλήξει με Tayfun την Αθήνα».
Αναφέροντας, επίσης, ότι «ο Ερντογάν κρατάει πολλά μέτωπα ανοιχτά στο εξωτερικό, από την Ουκρανία μέχρι τη Συρία, χρησιμοποιώντας τη δύναμή του», το γερμανικό περιοδικό έκανε ειδική μνεία στις επικείμενες εκλογές στην Τουρκία, γράφοντας: «Θα δεχτεί ο Ερντογάν μια εκλογική ήττα; Ο εταίρος του, το κόμμα MHP, είναι τόσο καλά εδραιωμένο στο στρατό και τις δυνάμεις ασφαλείας που ορισμένοι ειδικοί εικάζουν ότι θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία, ακόμα κι αν το κοινό έχει διαφορετικές προτιμήσεις».
«Το εξώφυλλο ήταν στον αέρα για αρκετό καιρό προτού πάει στο πιεστήριο το περιοδικό, δεν ξέραμε με βεβαιότητα αν θα επισκεφθεί τη Γερμανία ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Είναι γνωστό ότι θέλει να χρησιμοποιήσει την επιρροή του στους Τούρκους της Γερμανίας για να εξασφαλίσει την υποστήριξή τους στις επικείμενες εκλογές. Θέλει επίσης να παραμείνει ένας ταραξίας και εμπρηστής τόσο σε εθνικό όσο και διεθνές επίπεδο», έγραψε στο editorial ο διευθυντής του περιοδικού, Γκρέγκορ Πέτερ Σμιτς.
Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Economist είχε κυκλοφορήσει με ένα κατακόκκινο εξώφυλλο με την ημισέληνο και τίτλο «Η Διαφαινόμενη Δικτατορία της Τουρκίας».
Με το γνωστό βρετανικό δημοσιογραφικό στιλ που σφάζει με το βαμβάκι, ο Economist γράφει ότι «ο κ. Ερντογάν κάθεται σε ένα τεράστιο παλάτι και μοιράζει εντολές σε αυλικούς πολύ φοβισμένους για να του πουν ότι κάνει λάθος. Έτσι, οι ολοένα και πιο εκκεντρικές πεποιθήσεις του γίνονται άμεσα κρατική πολιτική. Η θεωρία του ότι τα υψηλά επιτόκια προκαλούν πληθωρισμό είναι πραγματικά απογοητευτική, αλλά η προηγουμένως ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα της Τουρκίας πρέπει να ενεργεί σαν να είναι ορθή. Εξ ου και ο καλπάζων πληθωρισμός και το συρρικνούμενο βιοτικό επίπεδο της Τουρκίας».
Επισημαίνοντας ότι η Δύση θα πρέπει να μιλήσει διότι θα ήταν καταστροφικό εάν ο Τούρκος ηγέτης προσχωρούσε στην ομάδα των δικτατόρων, ο Economist προσθέτει: «Ο κ. Ερντογάν πρότεινε αυτή την εβδομάδα να διεξαχθούν εκλογές στις 14 Μαΐου. Εάν η αντιπολίτευση ενωθεί γύρω από τον καλύτερο υποψήφιό της και η ψηφοφορία είναι σχετικά ελεύθερη και δίκαιη, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να ηττηθεί ο κ. Ερντογάν. Δυστυχώς, φαίνεται αποφασισμένος να αλλοιώνει το παιχνίδι ακόμη περισσότερο υπέρ του από όσο είναι ήδη αλλοιωμένο. Η κυβέρνησή του προσπαθεί να κλείσει ένα από τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης και ένας από τους πιο συνετούς αντιπάλους του κ. Ερντογάν έχει αποκλειστεί από την πολιτική επειδή αποκάλεσε έναν αξιωματούχο “ηλίθιο”».
Η Τουρκία έχει αντιδράσει σφοδρά και στα δύο δημοσιεύματα, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα που έχουν σκοπό να μειώσουν το κύρος των δύο περιοδικών, τουλάχιστον στα μάτια των πολιτών της χώρας. Αλλά η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Όσο πλησιάζουν οι εκλογές τα μηνύματα που θα συνεχίσουν να φτάνουν στο προεδρικό παλάτι του Ερντογάν θα γίνονται όλο και πιο έντονα.