Στην αποκατάσταση του κτηρίου της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης προχωρεί το Yπουργείο Πολιτισμού, με νέες διαρρυθμίσεις και την προσθήκη αίθουσας διδασκαλίας χορού στο ιστορικό διατηρητέο επί της οδού Ομήρου στο Κολωνάκι.
Σε ανακοίνωση του το υπουργείο αναφέρει ότι η αρχιτεκτονική προμελέτη που ενέκρινε το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων περιλαμβάνει την υλοποίηση όλων των απαραίτητων ενεργειών για την τακτοποίηση και απομάκρυνση των αυθαίρετων επεμβάσεων που έχουν συντελεστεί στο κτήριο, και οι οποίες δεν συνάδουν με τον χαρακτήρα του. Ο συνολικός προϋπολογισμός του έργου ανέρχεται στο ποσό των 2.500.000 ευρώ και θα χρηματοδοτηθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης.
«Το έργο εντάσσεται στον στρατηγικό σχεδιασμό του ΥΠΠΟΑ για τη διάσωση και ανάδειξη ιστορικών κτηρίων στο κέντρο της Αθήνας. Πρόκειται για ένα αντιπροσωπευτικό κτήριο του μοντέρνου κινήματος της δεκαετίας του ΄30 στην Ελλάδα, το οποίο οφείλουμε να αναδείξουμε και να αναβαθμίσουμε με νέες εγκαταστάσεις σύγχρονων προδιαγραφών, ώστε να καταστεί πλήρως λειτουργικό, αισθητικά αναβαθμισμένο, με σεβασμό στη φιλοσοφία σχεδιασμού του κτηρίου» δήλωσε σχετικά η υπουργός Πολιτισμού.
Η αρχιτεκτονική μελέτη προβλέπει, μεταξύ άλλων, την αντικατάσταση της αυθαίρετης αίθουσας χορού στον δεύτερο όροφο με νέα αίθουσα χορού, συμβατή με τον χαρακτήρα του κτηρίου. Επιπλέον προβλέπονται εργασίες στατικής ενίσχυσης και εξυγίανσης του κτηρίου προκειμένου να διατηρηθεί η αυθεντικότητα, η ιστορικότητα και τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του.
Το κτήριο που στεγάζει την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης είναι έργο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας του μοντέρνου κινήματος Γεώργιος Κοντολέων. Κατασκευάστηκε το 1934 και αποτέλεσε την οικία της διάσημης Ελληνίδας χορογράφου, χορεύτριας και καθηγήτριας χορού Κούλας Πράτσικα (1899-1984).
Περιλάμβανε αίθουσες χορού στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο. Στον δεύτερο όροφο διαμορφώνονταν η οικία της χορογράφου. Το 1973, η Κ. Πράτσικα δώρισε το ακίνητο στο Ελληνικό Δημόσιο. Σήμερα στο κτήριο της Κρατικής Σχολής Χορού υπάρχουν συνολικά τρεις αίθουσες χορού, εκ των οποίων η μία αυθαίρετη. Μετά τον σεισμό του 2019, μόνο οι χώροι του ισογείου και του πρώτου ορόφου κρίθηκαν κατάλληλοι ως προς τις λειτουργίες του κτηρίου.