Η κλιματική αλλαγή και η ατμοσφαιρική ρύπανση σκοτώνουν ήδη «σε μεγάλη κλίμακα», δήλωσε σήμερα στη διάσκεψη Energy Intelligence Forum στο Λονδίνο ο καθηγητής Νίκολας Στερν, συγγραφέας της έκθεσης που προανήγγειλε πριν από 15 έτη τη σοβαρότητα του προβλήματος της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Ο Ν. Στερν προειδοποίησε πως μία αύξηση 3 έως 4 βαθμών της θερμοκρασίας της Γης θα ήταν «ολέθρια» ιδίως για ζώνες του κόσμου με μεγάλο πληθυσμό όπως στην Ινδία ή την Κίνα, και θα οδηγούσε στον θάνατο εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους, υπογράμμισε. «Δεν έχουμε δει μια αύξηση 3 βαθμών εδώ και 3 εκατομμύρια χρόνια, πολύ πριν από την εμφάνιση του homo sapiens», επέμεινε ο καθηγητής του London School of Economics, ενώπιον ενός ακροατηρίου που αποτελείτο από στελέχη ενεργειακών επιχειρήσεων.
Μια υπερθέρμανση τέτοιου εύρους μπορεί να οδηγήσει σε άνοδο της στάθμης της θάλασσας από 10 έως 20 μέτρα και να αναστατώσει τη ζωή στις παράκτιες περιοχές.
«Δεν ξέρουμε πόσο κοντά είμαστε στην κατάρρευση του συστήματος της Αμαζονίας, της τήξης μόνιμα παγωμένου υπεδάφους » που θα απελευθέρωνε τεράστιες ποσότητες μεθανίου, ενός ισχυρού αερίου του θερμοκηπίου ή της τήξης του πάγου της Ανταρκτικής, συνέχισε ο Στερν. «Όμως αναγνωρίζουμε τους κινδύνους» που θα περιελάμβαναν αυτά τα ενδεχόμενα.
Εκτίμησε πως η έκθεσή του τού 2006 που θεωρήθηκε «ανησυχητική» στην εποχή της, δεν ήταν στην πραγματικότητα τέτοια. «Αυτή η μετάβαση στην οποία έχουμε όλοι επιβιβαστεί είναι η ιστορία της ανάπτυξης του 21ου αιώνα. Θα υπάρξουν αναστατώσεις».
Στην ίδια διάσκεψη, ο Γκράχαμ Βιλ, καθηγητής ενεργειακής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Μπόχουμ του Ρουρ, στη Γερμανία, τόνισε πως η ενεργειακή μετάβαση στη χώρα αυτή επισκιάστηκε εν πολλοίς από τις ανησυχίες πρόσβασης στην ενέργεια αφότου ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Η χώρα «υπολόγιζε στο φθηνό αέριο από τη Ρωσία, που εξαφανίστηκε σχεδόν από τη μία μέρα στην άλλη», και «αγωνίζεται τώρα για κάθε κυβικό μέτρο αερίου». Η Γερμανία «δεν έχει την ικανότητα να σχεδιάσει την απομάκρυνσή της από τον άνθρακα ενώ θα αγωνίζεται για την επιβίωσή της», κατέληξε.