Γιώργος Αρκουλής
Με την καλύτερη διάθεση –ομολογώ- μπήκα κατά τις επτά παρά κάτι χθες στο ‘μετρό’ σταθμό ‘Αγιος Δημήτριος’ (αν ακούσετε κάποιον να αναφέρει τον εν λόγω σταθμό με τον μη θρησκευτικό του τίτλο, δηλαδή «Αλέξανδρος Παναγούλης», εγώ θα πάω ν’ ανάψω κερί στην μνήμη του αντιστασιακού ήρωα, άντε και της Οριάνας Φαλάτσι…),κλείνει η παρένθεση.
Προορισμός ο σταθμός του Συντάγματος, με ωραίο δειλινό, δροσερό αεράκι κλπ. Σκοπός η επίσκεψη στην 49η έκθεση βιβλίου του Ζαππείου, που πριν λίγη ώρα είχε ανεβάσει τα καραβόπανα και οι πάγκοι με τα βιβλία στα περίπτερα περίμεναν ήδη την εκλεκτή πελατεία.
Δυστυχώς, περπατώντας στο ανατολικό πεζοδρόμιο της Φιλελλήνων σκέφτηκα πως έπρεπε να βάλω διπλή ή και τριπλή μάσκα, με την απίστευτη (και πολύχρωμη) πολυκοσμία να περιμένει τα τρόλεϊ και τα λεωφορεία, κλείνοντας τα περάσματα.
Η δεύτερη απογοήτευση ήρθε με το σύντομο σεργιάνι στην έκθεση που θύμιζε «κοιμητήριο». Κάποια στιγμή ένας μεσόκοπος πωλητής πίσω από τον πάγκο –δεν συγκράτησα την φίρμα των εκδόσεων- είπε με συγκρατημένη δυσαρέσκεια σε ένα νεαρό δίπλα του: «Κοίτα ρε, κανείς δεν πλησιάζει να ρίξει μια ματιά. Πάμε για κεσάτια, ως συνήθως».
Δεν είχε άδικο. Ο χώρος, που πριν τα χρόνια της κρίσης είχε κάποια ζωηράδα αλλά και ατμόσφαιρα γιορτής, ήταν χθες ντυμένος με χρώματα μουντά και μπόλικη δόση μελαγχολίας. ‘Αλλοτε μερικοί σπουδαίοι εκδοτικοί οίκοι –για παράδειγμα η Ωκεανίδα- είδα να συμπράττουν με άλλους τρεις ή και τέσσερις σε ένα και μόνο περίπτερο. Βέβαια, κάποιοι άλλοι εντυπωσίασαν με το γενναίο τους άπλωμα. Ο «Ψυχογιός» διέθετε τέσσερα (ή μήπως πέντε;) περίπτερα, με πλήθος πολυσέλιδων τόμων της γνωστής λογοτεχνίας που πλασάρει…
Το ίδιο η φίρμα του Νώντα Παπαγεωργίου (‘Μεταίχμιο’) και ο πανίσχυρος στα χρόνια του ΠαΣοΚ «Λιβάνης», που όπως διάβασα αντιμετωπίζει μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Και από κοντά, τα «Ελληνικά Γράμματα» του «νεόπλουτου» (μια και τυπώνει εδώ και καιρό πλήθος βιβλία-σακούλας για έντυπα γνωστού ολιγάρχη του Τύπου) Παύλου Παπαχριστοφίλου.
Στάθηκα σε ελάχιστα σημεία της έκθεσης, λόγου χάρη στις εκδόσεις «Οδός Πανός», όπου πίσω από τον πάγκο διέκρινα όπως κάθε χρόνο, την πιστή παρουσία του Πειραιώτη ποιητή (και εκδότη) Γιώργου Χρονά, ή στην «Σύγχρονη Εποχή», που εφέτος έχει αντικριστά τον ιστορικότερο, απόντος του «Ικαρου» (και ίσως σημαντικότερο όλων όσων βρίσκονται εφέτος στο Ζάππειο) «Κέδρο», με τους καταπληκτικούς ποιητές και τους κλασικούς αριστερούς συγγραφείς που γνωρίσαμε στα νιάτα μας.
Δυστυχώς, οι τιμές, ακόμη μία φορά δεν είχαν σύμμαχο κάποια έκπτωση, οπότε δεν υπήρχε λόγος να αγοράσω μερικούς τίτλους που με ενδιέφεραν σε ‘αλμυρό’ κόστος. Ας το κάνει η κυρία Μενδώνη!! ‘Αλλωστε, στο γνωστό μου βιβλιοπωλείο της Ασκληπιού θα τα βρω σε αξιοπρεπή (και λογική) τιμή` κάτι που ισχύει όλο τον χρόνο. Ωστόσο, επειδή δεν μου πήγαινε καλά να φύγω με τα χέρια στην τσέπη, ακριβώς μπροστά στο διάσημο και πανάκριβο, (παρά το φανερά άπλυτο υπαίθριο δάπεδο) αναψυκτήριο «Όασις», διέκρινα τον ηλικιωμένο πωλητή με το γνωστό γιλέκο, που διέθετε το μηνιαίο περιοδικό δρόμου «Σχεδία». Πήρα το τεύχος Σεπτεμβρίου, διαπιστώνοντας ότι είχε μειωμένες σελίδες και ακριβότερη τιμή –από τρία ευρώ στα τέσσερα.
«Πως έτσι αγαπητέ;» ρώτησα τον πωλητή, «λόγω ‘έκθεσης βιβλίου;»
«Δυστυχώς το κράτος φορολόγησε τους άστεγους που διακινούν την «Σχεδία» και αναγκαστικά τώρα πωλείται τέσσερα ευρώπουλα. Αν δεν έχετε όλο το ποσό, δεν πειράζει, πάρτε το τρία».
Φοβάμαι πως αυτή η αύξηση της «Σχεδίας», έχει ως απόφαση την λογική της, αφού οι αρμόδιοι κυβερνητικοί χαρτογιακάδες, δουλειά τους είναι να φροντίζουν την αύξηση των κρατικών εσόδων… ‘Αλλωστε, αν δεν εισπράξουν από τους άστεγους, από πού θα βρουν το μπαγιόκο; Από τα ανεξόφλητα χρέη των δανείων των κομμάτων, ή μήπως από τους ολιγάρχες του πλούτου με τι ανεξιχνίαστες οφ σορ και άλλα πλυντήρια;