Περισσότερα από 500 κρασιά ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προστατευόμενης Γεωργικής Ένδειξης) παράγουν κατ’ εκτίμηση οι οινοποιοί της Βόρειας Ελλάδας, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής της ένωσης «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος», Γιάννης Αλμπάνης, με αφορμή εκδήλωση τυφλής γευσιγνωσίας, που διοργάνωσε ο φορέας. Πάντως, οι ενδείξεις ΠΟΠ και ΠΓΕ, στενά δεμένες με την ιστορία και τη γεωγραφία του κάθε τόπου, δεν φτάνουν εύκολα στο σημείο να τυπωθούν στις ετικέτες των κρασιών, ούτε διατηρούνται αυτονόητα.
Για παράδειγμα, για να χαρακτηριστεί ένα κρασί ΠΓΕ, θα χρειαστούν κατά μέσο όρο επτά με δέκα χρόνια από τη στιγμή που θα γίνει η αίτηση για την πειραματική φύτευση των αμπελιών, μέχρι που η σχετική ένδειξη να τυπωθεί στην ετικέτα, όπως επισημαίνει ο Άγγελος Ιατρίδης του Κτήματος ΑΛΦΑ. Επιπλέον, για να διατηρηθεί η ένδειξη ΠΟΠ σε ένα κρασί, απαιτείται -βάσει νομοθεσίας- τουλάχιστον ετήσιος οργανοληπτικός έλεγχος από επιτροπή της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης, που, αν δεν αποδώσει τα αναμενόμενα, ένας οίνος δεν μπορεί να αποκαλείται ΠΟΠ.
Οι χρονοβόρες διαδικασίες στην κατοχύρωση τέτοιων ενδείξεων, αλλά και οι συχνοί έλεγχοι, δεν απαντώνται πάντως μόνο στην Ελλάδα, αλλά και συνολικά στην Ευρώπη, όπου, χάρη στη μακρά οινική παράδοση, για να χαρακτηριστεί ένα κρασί ΠΓΕ, χρειάζεται να αποδεικνύεται η ιστορική σύνδεσή του με την περιοχή. Αντίθετα, σε περιοχές του λεγόμενου Νέου Κόσμου, όπως η Αυστραλία, οι διαδικασίες είναι πολύ πιο «ελαστικές».
Παρά τις όποιες δυσκολίες πάντως, ο κόπος, η τεχνογνωσία και η επιμονή των Βορειοελλαδιτών οινοποιών εκτιμάται πως αποδίδουν σήμερα αρκετές εκατοντάδες ερυθρά, λευκά και ροζέ κρασιά, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Αλμπάνης. Τα περίπου 40 οινοποιεία που λειτουργούν στις συνολικά έξι ζώνες ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης) της Βόρειας Ελλάδας, προσθέτει, παράγουν περισσότερες από μία σχετικές ετικέτες, ενώ το ίδιο ισχύει και για τα σχεδόν 250, που δραστηριοποιούνται στις 24 περιοχές ΠΓΕ (Προστατευόμενης Γεωργικής Ένδειξης).
Συνολικά, κρασιά ΠΟΠ και ΠΓΕ παράγονται σε χιλιάδες στρέμματα γης στον ελληνικό Βορρά, από τη Ραψάνη στη σκιά του Ολύμπου μέχρι τη Νάουσα, την Επανομή και τη Χαλκιδική, το Μέτσοβο, το Παγγαίο και το Αμύνταιο.
Τι σημαίνει τελικά ΠΟΠ και ΠΓΕ;
Τι είναι όμως τα κρασιά ΠΟΠ και ΠΓΕ; Στους μεν οίνους ΠΟΠ, όλα τα στάδια της παραγωγής πρέπει να πραγματοποιούνται εντός της σχετικής ζώνης, ενώ και τα σταφύλια επιβάλλεται να προέρχονται αποκλειστικά από τη συγκεκριμένη περιοχή. Στη Βόρεια Ελλάδα υπάρχουν οι εξής έξι ζώνες ΠΟΠ: Αμύνταιον, Γουμένισσα, Ζίτσα, Νάουσα, Πλαγιές Μελίτωνα και Ραψάνη. Στους οίνους ΠΓΕ, στην περιοχή πρέπει να γίνεται τουλάχιστον ένα από τα στάδια της παραγωγής, ενώ το 85% των σταφυλιών πρέπει να προέρχεται από εκεί.
Στη Βόρεια Ελλάδα υπάρχουν οι εξής 24 περιοχές ΠΓΕ: Άγιον Όρος, Αγορά, Αδριανή, Βελβεντό, Γρεβενά, Δράμα, Επανομή, Ημαθία, Θάσος, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Καστοριά, Κοζάνη, Νέα Μεσημβρία, Παγγαίο, Πέλλα, Πιερία, Πλαγιές Βερτίσκου, Πλαγιές Πάικου, Σέρρες, Σιάτιστα, Σιθωνία, Φλώρινα και Χαλκιδική.
Όπως επισήμανε ο κ. Ιατρίδης, οι οίνοι ΠΓΕ χωρίζονται σε τρεις επιμέρους κατηγορίες: διαμερισματικοί οίνοι, οίνοι νομού (πχ. Ημαθία, Φλώρινα, Χαλκιδική) και μικροί τοπικοί οίνοι. Ως προς τα ΠΟΠ, ο οινολόγος συμπλήρωσε πως είναι τα ερυθρά και όχι τα δημοφιλή λευκά ελληνικά κρασιά, που πραγματοποιούν τις μεγαλύτερες εξαγωγές, κατακτώντας σταδιακά μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα στις αγορές του εξωτερικού, αποδίδοντας καλύτερες τιμές για τον παραγωγό.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, τα πιο φρέσκα λευκά και ροζέ, και όχι τόσο τα παλαιωμένα ερυθρά, δείχνουν να έχουν το «πάνω χέρι» στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο κ. Ιατρίδης στη ζώνη ΠΟΠ Αμύνταιον, όπου -όπως είπε- παράγεται και το μοναδικό ροζέ κρασί ΠΟΠ. Αναφερόμενος γενικά στα ροζέ διατύπωσε την εκτίμηση ότι η δημοτικότητά τους «ήρθε για να μείνει», καθώς ιδίως η κατηγορία που θυμίζει οίνους Προβηγκίας, συνδυάζουν τη φινέτσα του λευκού κρασιού με τη στιβαρότητα του ερυθρού. Στην ευρύτερη περιοχή Αμυνταίου – Φλώρινας, πρόσθεσε, όπου εδρεύουν 13 οινοποιεία, τα αμπέλια καλλιεργούνται σε 11.000 στρέμματα, με κυρίαρχο το ξινόμαυρο. Ωστόσο, στην περιοχή καλλιεργούνται -σε 5.000 στρέμματα- και δημοφιλείς ξένες ποικιλίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε οίνους ΠΓΕ, μαζί με τις ελληνικές.
Πολλαπλάσιοι των κρασιών ΠΟΠ είναι οι οίνοι ΠΓΕ στην Ελλάδα, όπως επισήμανε ο οινολόγος Βασίλης Γεωργίου από την «Μπουτάρης Οινοποιητική ΑΕ». Πρόσθεσε πως, σε συνέχεια της πολύ καλής δουλειάς που έχει γίνει από τους οινοποιούς στη Νάουσα τα τελευταία χρόνια, στόχος είναι πλέον, ειδικά για τα ΠΟΠ της συγκεκριμένης ζώνης, να συμπεριληφθούν και τα terroir στις ετικέτες τους (σ.σ. το “τερουάρ” είναι όρος που εκφράζει το σύνολο των παραγόντων που επιδρούν στην παραγωγή του κρασιού, από το κλίμα, το έδαφος και την τοπογραφία, μέχρι τις καιρικές συνθήκες, την υγρασία, τη χημική σύσταση του εδάφους και την ανθρώπινη παρέμβαση στην καλλιέργεια).
Ο κ. Γεωργίου πρόσθεσε ακόμα πως στην Ημαθία παρατηρείται το φαινόμενο και νέοι αμπελουργοί να επιλέγουν να προχωρήσουν στην τυποποίηση των κρασιών τους, ώστε να φτιάξουν το δικό τους κρασί, κάτι που, μέσω της ευγενούς άμιλλας, μπορεί να αποδώσει πολύ αξιόλογα κρασιά.
Στην εκδήλωση τυφλής γευσιγνωσίας οι συμμετέχοντες δοκίμασαν, όπως εξήγησε η υπεύθυνη επικοινωνίας της Ένωσης, Αλεξάνδρα Ανθίδου, 14 κρασιά ΠΟΠ και ΠΓΕ: τέσσερα λευκά (ΠΓΕ Δράμα, Φλώρινα, Κρανιά και Επανομή), ένα λευκό αφρώδες (ΠΟΠ Ζίτσα), τέσσερα ροζέ (ΠΓΕ Μακεδονία, ΠΟΠ Αμύνταιον, ΠΓΕ Παγγαίου, ΠΓΕ Βελβεντού), τέσσερα ερυθρά (ΠΓΕ Ημαθία, ΠΟΠ Νάουσα, ΠΓΕ Άγιον Όρος, ΠΓΕ Μέτσοβο) και το γλυκό ηλιαστό της ΠΓΕ Σιάτιστας. Υπενθυμίζεται πως η «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος» υλοποιεί δράση για την υπεύθυνη κατανάλωση οίνων και για τα κρασιά ΠΟΠ και ΠΓΕ, με σύνθημα «Γνωρίζω σημαίνει Απολαμβάνω».