Έβαλε, δίχως δεύτερη σκέψη, το απόγευμα της Πέμπτης (22/4), την υπογραφή του στην ανανέωση της συνεργασίας του με τον ΠΑΟΚ για άλλα δύο χρόνια. Ο Γιώργος Καμπερίδης θα ανήκει στον «Δικέφαλο» ως το 2023 (σ.σ. δεσμεύτηκε με την ομάδα το καλοκαίρι του 2020) και για αυτήν του την απόφαση, όπως και για πολλά άλλα θέματα, εκφράστηκε σήμερα, μέσω της επίσημης σελίδας της ΚΑΕ στο διαδίκτυο.
Ο 22χρονος γκαρντ/φόργουορντ επισήμανε, αρχικά, για το νέο συμβόλαιό του με τον ΠΑΟΚ: «Ήταν μία εύκολη απόφαση το να ανανεώσω τη συνεργασία μου με τον ΠΑΟΚ. Η ομάδα βγάζει υγεία, έχω ότι χρειάζομαι, δεν έχω κανένα παράπονο. Μου έγινε μία συγκεκριμένη πρόταση, χωρίς δεύτερη σκέψη είπα το ναι και είμαι πολύ χαρούμενος που συνεχίζω στον ΠΑΟΚ.
Είναι βασικό να πετυχαίνει η ομάδα τους στόχους της και μέσα από αυτή την επιτυχία όλοι μας βγαίνουμε κερδισμένοι. Αν καταφέρουμε να κερδίσουμε κι έναν τίτλο, νομίζω ότι θα είναι το καλύτερο για όλους μας. Φορώντας την επετειακή φανέλα για τα 30 χρόνια από τον πρώτο Ευρωπαϊκό τίτλο του ΠΑΟΚ αισθάνθηκα κάπως. Ένα βάρος στη φανέλα, μία ευθύνη, μία μεγάλη επιθυμία να κερδίσουμε κάτι με αυτή την ομάδα. Νομίζω ότι είναι κάτι που το θέλει πολύ και ο κόσμος και η διοίκηση, όλοι μας.
Ευχαριστώ την οικογένειά μου που με στηρίζει και με συμβουλεύει ώστε να παίρνω τις σωστές αποφάσεις. Και στον ΠΑΟΚ όμως είμαστε σαν οικογένεια. Με βοήθησαν πολύ από την πρώτη στιγμή όλοι οι Έλληνες που ήταν στην ομάδα. Ο Νώντας και ο Κακλαμανάκης, ο Τσαλμπούρης με τον οποίο μένουμε στο ίδιο συγκρότημα, ο αρχηγός και οι μικροί της ομάδας. Με βοήθησε πολύ και ο κόουτς Λυκογιάννης από την πρώτη ημέρα που ήρθε στην ομάδα. Ξέρω ότι είναι η δουλειά του να μας έχει στην πίεση. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι κάθε στιγμή.
Είναι πολύ σημαντικό να έχουμε τη διοίκηση και τον κ. Χατζόπουλο συνέχεια δίπλα μας. Εμένα με βοηθά πολύ να τον βλέπω συνέχεια δίπλα μας. Νομίζω ότι το ίδιο ισχύει για όλους στην ομάδα. Και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η ομάδα, μας δημιουργεί μία ασφάλεια».
Πρόσθεσε λέγοντας: «Μίλησα με τον πατέρα μου και τον αδερφό μου μετά την συμφωνία μου με τον ΠΑΟΚ. Ο πατέρας μου χάρηκε πολύ, γιατί είναι και ΠΑΟΚτσής. Δυστυχώς, με όλη αυτή την κατάσταση και τους περιορισμούς, δεν έχει φέτος τη δυνατότητα να μας βλέπει από κοντά. Ούτε μένα, ούτε τον Μιχάλη. Είναι κάτι πολύ δύσκολο, γιατί δεν βλεπόμαστε. Το πολύ να συναντηθούμε λίγο στο ξενοδοχείο, όταν παίζουμε αγώνες στην Αθήνα.
Μου αρέσει πολύ να παίζω σε γεμάτο γήπεδο. Με ανεβάζει ψυχολογικά. Το άδειο γήπεδο είναι μία πολύ άσχημη αίσθηση. Όλοι οι αθλητές περιμένουμε να έρθει η στιγμή που θα παίξουμε και πάλι με τον κόσμο. Δεν υπάρχει αθλητισμός χωρίς φιλάθλους. Εκτός από το να δω ξανά τον κόσμο στο γήπεδο, το πρώτο πράγμα που θα ήθελα να κάνω μόλις δοθεί αυτή η δυνατότητα, είναι να βγω έξω και να πιω ένα καφέ με τους φίλους μου. Αυτό μου έχει λείψει πολύ.
Οι γονείς μου κατάγονται από τον Πόντο. Από τη Σάντα. Ήρθαν στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Δεν ήταν εύκολα. Έπρεπε να μάθουν τη γλώσσα. Μιλούσαν ποντιακά, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό. Προσπάθησαν όμως πολύ. Όταν ήμουν μικρός, όπως όλα τα παιδιά της ηλικίας μου παίζαμε ποδόσφαιρο. Κι εγώ και ο αδερφός μου ο Μιχάλης που είναι 5 χρόνια μεγαλύτερος από μένα. Ο πατέρας μου, όταν διαπίστωσε ότι ψηλώσαμε αρκετά για την ηλικία μας, έφτιαξε μία αυτοσχέδια μπασκέτα σε μία κολώνα κι από εκεί ξεκινήσαμε. Την αρχή έκανε ο Μιχάλης. Όπως συμβαίνει με όλα τα αδέρφια, ζήλεψα και τον ακολούθησα».
Αναφέρθηκε, ακόμη, στη μέχρι τώρα αθλητική διαδρομή του, αλλά και στα μπασκετικά του πρότυπα, τονίζοντας:
«Ξεκίνησα το μπάσκετ από τον Μανδραϊκό και στα 17 μου πήγα στο Δούκα, στην εφηβική ομάδα. Κατακτήσαμε το πανελλήνιο πρωτάθλημα. Κερδίσαμε και τον ΠΑΟΚ στους αγώνες που είχαν γίνει στην Κατερίνη και κατακτήσαμε αήττητοι τον τίτλο. Αναδείχθηκα MVP των αγώνων.
Την επόμενο χρονιά βρέθηκα στον Πανιώνιο, από όπου ξεκίνησα την επαγγελματική μου καριέρα. Η αλήθεια είναι ότι πέρασαν πολύ γρήγορα αυτά τα πρώτα τέσσερα χρόνια της επαγγελματικής μου καριέρας. Παρά τις δυσκολίες που υπήρχαν στον Πανιώνιο, ήταν πολύ καλά χρόνια, με βοήθησαν και μου άρεσε ως εμπειρία.
Μπορεί να φανεί παράξενο, αλλά τα είδωλό μου ήταν ο Kyle Corver. Τώρα έχει σταματήσει το μπάσκετ, αλλά τον παρακολουθούσα συνέχεια και μου άρεσε πάρα πολύ ο τρόπος με τον οποίο έπαιζε και σούταρε. Από Έλληνες, μου αρέσει πάρα πολύ ο Κώστας Βασιλειάδης. Έχει κάνει μία σπουδαία καριέρα και μου αρέσει πολύ ο τρόπος που παίζει, ο μηχανισμός που έχει στο σουτ».
Κατέληξε αναφέροντας για το τελευταίο παιχνίδι, για την κανονική διάρκεια της Basket League, με το Μεσολόγγι (28/4), αλλά και τις αναμετρήσεις, στο πλαίσιο των πλέι οφ, με την ΑΕΚ: «Μπορεί να μην έχει βαθμολογική σημασία, αλλά θα πάμε για τη νίκη και στο Μεσολόγγι. Όπως και σε κάθε παιχνίδι. Μας αρέσει να κερδίζουμε και αυτό θα προσπαθήσουμε να κάνουμε και στα παιχνίδια με την ΑΕΚ που θα ακολουθήσουν. Θέλουμε να περάσουμε, θα είναι πολύ σημαντικό να μπούμε στην τετράδα, αλλά έχουμε πολύ δρόμο ακόμη μέχρι να έρθουν αυτά τα παιχνίδια και φυσικά θα πρέπει να δουλέψουμε πολύ σκληρά για να τα καταφέρουμε».