Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης
Φανταστείτε έναν κόσμο όπου πρέπει να συμφωνήσουμε να φοράμε μια μικρή συσκευή που θα παρακολουθεί τις κινήσεις μας, τον ύπνο ή τον καρδιακό μας ρυθμό, πριν μπορέσουμε να εγγραφούμε στο σχολείο ή το πανεπιστήμιο, να επιστρέψουμε στο χώρο εργασίας, ή να παρακολουθήσουμε ένα συνέδριο.
Χάρη στον κορωνοϊό, η εποχή της βιομετρικής παρακολούθησης είναι ήδη παρούσα. Με γρήγορη αποδοχή στις ΗΠΑ από τους οργανισμούς του NFL, του NBA και των κολεγίων που είναι πρόθυμοι να ξανανοίξουν τις πόρτες τους στους φοιτητές, οι φορητές τεχνολογίες που βοηθούν στην ανίχνευση του κορωνοϊού και εμποδίζουν την εξάπλωσή του, αγκαλιάζονται γρήγορα παρά τις προφανείς ερωτήσεις σχετικά με τον αντίκτυπό τους στην ιδιωτική μας ζωή.
Το να φορά κανείς ένα έξυπνο ρολόι φυσικής κατάστασης που παρακολουθεί τα βήματά του είναι ένα πράγμα. Το να φορά όμως ένα υποχρεωτικό βραχιόλι ώστε ο εργοδότης ή ένα ίδρυμα να έχει πρόσβαση σε συνεχή δεδομένα σχετικά με την κίνηση και την υγεία του, είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Λοιπόν, ας προσδεθούμε: Αυτό είναι κάτι για το οποίο δεν είμαστε καθόλου προετοιμασμένοι. Είτε πρόκειται για περιχειρίδες, κορδόνια, αυτοκόλλητα ή μικρές οθόνες που μοιάζουν με δαχτυλίδια, τα φορητά είδη τεχνολογίας γίνονται όπλα για τη συνεχή μάχη ενάντια στον κορωνοϊό και τις αναδυόμενες παραλλαγές του.
Την περασμένη εβδομάδα, η Knesset του Ισραήλ ενέκρινε ένα νομοσχέδιο που απαιτεί από ταξιδιώτες που επιστρέφουν από το εξωτερικό και δεν έχουν πιστοποιητικό εμβολιασμού ή κατάστασης αντισωμάτων, να φορούν ηλεκτρονικά βραχιόλια παρακολούθησης που διασφαλίζουν ότι παραμένουν σε αυστηρή καραντίνα. Στο Οντάριο του Καναδά, η τοπική κυβέρνηση σχεδιάζει να χρησιμοποιήσει βραχιολάκια ανίχνευσης επαφών σε γηροκομεία, εργοτάξια, και σχολεία. Η συσκευή δονείται ή χτυπά όταν οι άνθρωποι έρχονται σε απόσταση μικρότερη των έξι μέτρων το ένα από το άλλο και συλλέγουν δεδομένα τοποθεσίας για να εντοπίσουν άτομα που ήρθαν σε επαφή με κάποιον που είναι θετικός στον ιό. Στο Πανεπιστήμιο του Όκλαντ του Μίσιγκαν, οι φοιτητές που επέστρεψαν στην πανεπιστημιούπολη το περασμένο φθινόπωρο, κλήθηκαν να φορέσουν BioButtons – μια συσκευή μεγέθους ενός κρόκου αυγού που, όταν τοποθετείται στο στήθος, μπορεί να παρακολουθεί τη θερμοκρασία, τον καρδιακό ρυθμό και την αναπνοή – καθώς και τα δεδομένα τοποθεσίας.
Η επαγγελματική ένωση παικτών γκολφ αποφάσισε να δώσει στους παίκτες της, βραχιόλια καταγραφής βασικών λειτουργιών ή περιχειρίδες βραχίονα της εταιρείας Whoop, όταν μία από αυτές τις συσκευές βοήθησε τον παίκτη γκολφ Nick Watney να συνειδητοποιήσει ότι ήταν άρρωστος.
Ο Watney φορούσε την συσκευή για να παρακολουθεί τον ύπνο και τον καρδιακό ρυθμό του, προκειμένου να μεγιστοποιήσει την απόδοσή του. Όμως τον περασμένο Ιούνιο, η συσκευή σήμανε ξαφνική αύξηση του ρυθμού αναπνοής του, ενώ κοιμόταν. Αν και ένιωθε καλά, ζήτησε ένα τεστ κορωνοϊού πριν από ένα τουρνουά γκολφ. Η ολονύκτια ανωμαλία στην αναπνοή αποδείχθηκε ότι δεν ήταν τυχαία: Ο Watney βρέθηκε θετικός στον ιό και ξεκίνησε γρήγορα καραντίνα – μια διάγνωση που διαφορετικά θα μπορούσε να μην τεθεί καθώς δεν ανέπτυξε ποτέ άλλα συμπτώματα της λοίμωξης.
Η περίπτωσή του υπογραμμίζει πώς οι φορητές συσκευές μπορούν να εντοπίσουν περισσότερα από μια απλή παρακολούθηση της προσέγγισης με άλλα άτομα. Μπορούν, ενδεχομένως, να εντοπίσουν μια λοίμωξη, ίσως καλύτερα από τους ελέγχους θερμοκρασίας – που είναι πλέον συνηθισμένοι. Το Κέντρο Γονιδιωματικής και Εξατομικευμένης Ιατρικής του Στάνφορντ χρησιμοποιεί δεδομένα από έξυπνα ρολόγια που παρακολουθούν τον καρδιακό ρυθμό ανάπαυσης και την αναπνοή για να εντοπίσουν αιχμές που μπορεί να υποδηλώνουν ίωση. Το 70% των συμμετεχόντων σε μια μελέτη του Στάνφορντ εμφάνισε αύξηση του καρδιακού ρυθμού καθώς και του ρυθμού αναπνοής, πριν από την έναρξη οποιουδήποτε άλλου είδους συμπτώματος, δήλωσε ο Michael Snyder, πρόεδρος του τμήματος γενετικής του Στάνφορντ.
Υπάρχει κατανοητός ενθουσιασμός γύρω από αυτές τις συσκευές. Όμως, η τεχνολογία άρχισε να λειτουργεί πολύ πριν θεσπιστούν οποιαδήποτε μέτρα επίβλεψης ή προστασίας σχετικά με το ποιος ή τι κατέχει τα βιομετρικά δεδομένα μας. Ακολουθούν μερικές ερωτήσεις που πρέπει να θυμόμαστε, καθώς οι φορητές αυτές συσκευές τείνουν να γίνουν μέρος των πρωινών μας ρουτίνων: Εάν ένα σχολείο, εργοδότης ή οποιοδήποτε ίδρυμα παρέχει τη συσκευή, τι συμβαίνει με τα δεδομένα που συλλέγουν; Πού αποθηκεύονται; Ποιος έχει πρόσβαση; Πόσο καιρό διατηρούνται; Καταστρέφονται μετά από μια καθορισμένη χρονική περίοδο; Η οντότητα που απαιτεί αυτήν τη συσκευή εξηγεί με σαφήνεια την προβλεπόμενη χρήση της; Δεσμεύεται να μην φτάσει ποτέ πέρα από αυτούς τους περιορισμούς; Δεδομένου ότι αυτές οι συσκευές μετρούν τέτοιες βασικές λειτουργίες σώματος όπως ο καρδιακός ρυθμός και η αναπνοή, τι θα αποτρέψει έναν εργοδότη από το να αναλάβει δράση όταν ανακαλύπτει ότι η υγεία ενός εργαζομένου είναι κλονισμένη;
Επίσης: Εάν τα δεδομένα αποθηκεύονται από τρίτο προμηθευτή, θα κοινοποιηθούν ή θα πωληθούν σε άλλες εταιρείες ή πρακτορεία; Θα χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς; Είναι πάντα ενεργοποιημένες οι συσκευές; Mπορεί να απενεργοποιηθούν για διατήρηση απορρήτου σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας; Τι θα εμποδίσει τις αστυνομικές υπηρεσίες να απαιτήσουν πρόσβαση σε δεδομένα μετακινήσεων;
Όλα αυτά είναι περίπλοκο μέρος μιας αυξανόμενης συζήτησης σχετικά με το ποιος κατέχει τα δεδομένα που δημιουργούμε με όλες τις ψηφιακές μας συσκευές. Στην προσπάθεια να γυρίσουμε τη σελίδα στην πανδημία, αρκετοί από εμάς μπορεί να βιαστούμε και να παραμερίσουμε αυτές τις ερωτήσεις. Λίγοι από εμάς διαβάζουμε πραγματικά τους «όρους χρήσης» πριν ενεργοποιήσουμε μια νέα συσκευή ή αποδεχτούμε μια ενημέρωση λογισμικού. Η πραγματικότητα είναι ότι η φορητή αυτή τεχνολογία έρχεται σε μια στιγμή όπου η εξάρτησή μας από έξυπνες συσκευές και όλα τα είδη εφαρμογών έχει ήδη εξασθενήσει τις προσδοκίες μας για διατήρηση του απορρήτου.
Τα δεδομένα σε οποιαδήποτε μορφή είναι πλούτος. Η διαχείριση των δεδομένων και η εποπτεία τους είναι πολύ συχνά μεταγενέστερες σκέψεις για μας. Και οι εταιρείες θα αναζητούν πάντα πρώτα, τα δικά τους συμφέροντα. Εάν τα ιδρύματα και οι επιχειρήσεις πρόκειται να αρχίσουν να διανέμουν φορητές συσκευές, θα πρέπει επίσης να είναι πρόθυμες να δώσουν απαντήσεις και διαβεβαιώσεις.
Πηγή: The Washington Post