Για τις 13 Ιανουαρίου μετατίθεται η συνεδρίαση της Ολομέλειας της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τη διανομή του Τύπου. Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η ανεξάρτητη Αρχή αναφέρει ότι στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης έρευνας στην αγορά διανομής έντυπου Τύπου για πιθανή παράβαση των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011 ή/και των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ, προτείνεται, βάσει της Έκθεσης του Εισηγητή, η διαπίστωση παραβάσεων εκ μέρους της Άργος των άρθρων 1 και 2 Ν. 3959/2011, καθώς και 101 και 102 ΣΛΕΕ, σε σχέση με τις ακόλουθες κατηγορίες πρακτικών:
Α. Πρακτικές που συνέχονται με το δίκτυο διανομής της Άργος (άρθρα 1 Ν. 3959/2011 – 101 ΣΛΕΕ)
Σύμφωνα με την Έκθεση, το εν λόγω σύστημα διανομής φέρει χαρακτηριστικά συστήματος επιλεκτικής διανομής, καθώς για την επιλογή των συνεργαζόμενων διανομέων εφαρμόζονται ποιοτικά κριτήρια, συγχρόνως δε, φέρει και χαρακτηριστικά αποκλειστικής διανομής και αποκλειστικής παραχώρησης πελατείας. Κατά την Έκθεση, εντοπίζονται οι εξής αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές της Άργος έναντι των υποδιανομέων και υποπρακτόρων:
α) κατανομή αγοράς/πελατείας εντός του δικτύου επιλεκτικής διανομής της ως άνω εταιρείας υπό τη μορφή του περιορισμού των προμηθειών εκ μέρους των εξουσιοδοτημένων υποδιανομέων και υποπρακτόρων προς σημεία πώλησης, μέλη του δικτύου ή / και γεωγραφικές περιοχές που παραχωρούνται κατ’ αποκλειστικότητα σε άλλους εξουσιοδοτημένους υποδιανομείς / υποπράκτορες, και, αντιστοίχως, περιορισμός των αμοιβαίων προμηθειών μεταξύ των υποδιανομέων / υποπρακτόρων,
β) επιβολή υποχρεώσεων “προώθησης συγκεκριμένου σήματος” / ρήτρες μη ανταγωνισμού, καθώς και
γ) καθορισμός ελάχιστου περιθωρίου κέρδους σε κάθετο επίπεδο.
Σύμφωνα με την Έκθεση, οι ως άνω περιοριστικές πρακτικές παρουσιάζουν σχέση συμπληρωματικότητας, δεδομένου ότι έκαστη εξ αυτών αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κανονικής λειτουργίας του ανταγωνισμού μέσω του καταμερισμού των αγορών/πελατείας και της κατάργησης του ενδοσηματικού και διασηματικού ανταγωνισμού εντός του δικτύου διανομής προϊόντων Τύπου. Επομένως, οι πρακτικές αυτές συνιστούν μία ενιαία και διαρκή παράβαση που εκτείνεται αδιαλείπτως κατά το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2017 έως και τουλάχιστον τον χρόνο σύνταξης της Έκθεσης του Εισηγητή.
Β. Υποχρεώσεις αποκλειστικότητας που επιβάλλει η Άργος de jure ή / και de facto αφενός στις εκδοτικές επιχειρήσεις και αφετέρου στους διανομείς (υποδιανομείς και υποπράκτορες) (άρθρα 2 Ν. 3959/2011 – 102 ΣΛΕΕ).
Από την έρευνα που διενεργήθηκε από την Υπηρεσία, προκύπτει ότι η Άργος επιβάλλει από τον Αύγουστο 2017, χρονικό σημείο κατά το οποίο απέκτησε μονοπωλιακή θέση στην αγορά διανομής έντυπου τύπου λόγω της παύσης λειτουργίας του έτερου Πρακτορείου διανομής τύπου Ευρώπη ΑΕ, υποχρεώσεις αποκλειστικότητας έναντι των εκδοτικών επιχειρήσεων είτε βάσει συμβατικών όρων είτε εν τοις πράγμασι.
Περαιτέρω, από την ως άνω έρευνα προκύπτει επίσης ότι η Άργος επιβάλλει διαχρονικώς συμβατικές ρήτρες αποκλειστικής συνεργασίας στους διανομείς του δικτύου της και μάλιστα επ’ απειλή κυρώσεων, αποκλείοντας στην πράξη, τη σύναψη συνεργασιών με τρίτους εταίρους, πλην της Άργος, με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, τη διανομή προϊόντων Τύπου. Ειδικώς δε, στις συμβάσεις της με τους υποπράκτορες η Άργος περιορίζει, επίσης επ’ απειλή κυρώσεων, τη δυνατότητα των ως άνω επιχειρήσεων να διακινήσουν έντυπα, τα οποία δεν πρακτορεύει η ίδια, θέτοντας ως απαραίτητη προϋπόθεση την προηγούμενη ειδική και έγγραφη συναίνεσή της.
Δια των προπαρατεθεισών πρακτικών εκμηδενίζεται, σύμφωνα με την Έκθεση, έστω και η ελάχιστη πιθανότητα αντιμετώπισης από την Άργος ανταγωνιστικών πιέσεων. Επίσης, δια της σύναψης συμβάσεων αποκλειστικής συνεργασίας με τους υποδιανομείς / υποπράκτορες η Άργος αποκλείει κάθε πιθανότητα πρόσβασης στο δίκτυό της σε τρίτους, καθώς αποτρέπονται τα μέλη του δικτύου της Άργος, υποδιανομείς και υποπράκτορες, από την απευθείας συνεργασία τους με ενδιαφερόμενες εκδοτικές επιχειρήσεις ως προς τη διανομή των εντύπων των τελευταίων, άνευ εμπλοκής της Άργος ή με περιορισμένη εμπλοκή της.
Οι ως άνω πρακτικές (υποχρεώσεις αποκλειστικότητας έναντι αφενός εκδοτικών επιχειρήσεων και αφετέρου διανομέων), επίσης παρουσιάζουν μεταξύ τους σχέση συμπληρωματικότητας και συνιστούν, σύμφωνα με την Έκθεση, μία ενιαία και διαρκή παράβαση που εκτείνεται αδιαλείπτως κατά το χρονικό διάστημα από τον Αύγουστο του 2017 έως και τουλάχιστον τον χρόνο σύνταξης της Έκθεσης.
Εξάλλου, στην Έκθεση του Εισηγητή διερευνήθηκε επίσης το ενδεχόμενο διάπραξης των ακόλουθων υπό α) έως ε) παραβάσεων ως τυχόν έκφανση καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης της Άργος, χωρίς, ωστόσο, να προκύψει από την έρευνα της ΓΔΑ, παράβαση των άρθρων 1 και 2 του ν. 3959/2011, εκ μέρους της Άργος ή/και των εκδοτικών εταιριών (πρώην και νυν) μετόχων της[2].
Ειδικότερα:
α) Υπερβολική τιμολόγηση
Κατόπιν εξέτασης της σχέσης τιμής – κόστους κάθε παρεχόμενης υπηρεσίας της Άργος στο πλαίσιο της εφαρμοζόμενης νέας εμπορικής και τιμολογιακής πολιτικής του (ΝΕΠ 2019), προκειμένου να διαπιστωθεί τυχόν δυσαναλογία μεταξύ αφενός των δαπανών (κόστους) της δεσπόζουσας επιχείρησης και αφετέρου της τιμής για τις διακριτές υπηρεσίες που αυτή παρέχει, καθώς και εάν οι επιβαλλόμενες τιμές για τις εν λόγω υπηρεσίες είναι “μη εύλογες”, προκύπτει ότι η τιμή χρέωσης της Άργος για κάθε μία εκ των ανωτέρω υπηρεσιών (ακόμα και για τις υπηρεσίες της επιλεκτικής και ευρείας διεκπεραίωσης καθώς και της διεκπεραίωσης επιστροφών στις οποίες εμφανίζονται πιο υψηλές χρεώσεις) δεν διαμορφώνεται σε επίπεδα, που να την καθιστούν “μη εύλογη”. Το συμπέρασμα αυτό επιρρωνύεται από τη σύγκριση των κρίσιμων χρεώσεων με τις περιπτώσεις υπερβολικής τιμολόγησης της ενωσιακής νομολογίας, όπου η τιμολόγηση έχει χαρακτηριστεί ως υπερβολική σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η τελική τιμή (ή τα συνολικά έσοδα από την υπηρεσία) είναι κατά 40%[3], κατά 100%[4] υψηλότερη (δηλαδή, συχνά, έως και διπλάσια) σε σχέση με το κόστος (ή τις δαπάνες από την προσφορά της υπηρεσίας).
Δεδομένου ότι δεν προκύπτει, κατά την Έκθεση, υπερβολική δυσαναλογία μεταξύ των δαπανών (κόστους) και των τιμών χρέωσης Άργος, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του πρώτου σκέλους του τεστ της απόφασης United Brands που απαιτεί την επίτευξη “υπερβολικού κέρδους” από την κρινόμενη επιχείρηση. Καθώς μάλιστα τα δύο σκέλη του ανωτέρω τεστ είναι σωρευτικά[5], [6], παρέλκει η εξέταση του δεύτερου σκέλους του τεστ υπερβολικής τιμολόγησης. Βάσει των ανωτέρω, δεν δύναται, κατά την Έκθεση, να στοιχειοθετηθεί επαρκώς κατά νόμο η επιβολή “μη δίκαιων” ή “μη εύλογων” τιμών από πλευράς της Άργος.
β) Καθυστερήσεις στην πληρωμή των εκδοτικών επιχειρήσεων
Κατά την Έκθεση του Εισηγητή, δεν απεδείχθη καταχρηστική διακριτική μεταχείριση ερειδόμενη στις καθυστερήσεις πληρωμών των εκδοτικών επιχειρήσεων της Άργος, δεδομένου ότι περιπτώσεις καθυστερήσεων πληρωμής, και εν γένει οφειλών της Άργος, εντοπίζονται αδιακρίτως σε εκδότες (μεταξύ αυτών και σε πρώην και νυν μετόχους), κατανέμονται σε αντίστοιχης έκτασης χρονικά διαστήματα και ανάγονται στα διαπιστωμένα προβλήματα ρευστότητας της εταιρείας.
γ) Παρακράτηση ασφαλιστικών εισφορών
Κατόπιν της έρευνας της ΓΔΑ ακόμη και εάν γίνει δεκτό το ενδεχόμενο η ως άνω πρακτική δύναται να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των κανόνων του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού, επί παραδείγματι ως συνθήκη που εδύνατο να παρεμποδίσει την ομαλή λειτουργία της αγοράς ή πωλήσεως των προϊόντων ή/και των υπηρεσιών δια της πρόκλησης προβλημάτων οικονομικής ρευστότητας στις εκδοτικές εταιρείες, κατά την Έκθεση του Εισηγητή, εκτιμάται ότι αυτή δεν συνιστά καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης της Άργος. Τυχόν δημιουργία προβλημάτων ρευστότητας στις εκδοτικές επιχειρήσεις εκ της ως άνω πρακτικής, και δη στο σύνολο αυτών, θα στερούνταν νοήματος ιδίως εάν ληφθεί υπόψη ότι η Άργος έλκει άμεσα οφέλη από την εύρυθμη λειτουργία των εν λόγω επιχειρήσεων.
δ) Διακριτική μεταχείριση δια ΝΕΠ 2019 – παρακράτησης ασφαλιστικών εισφορών – προνομιακών όρων πίστωσης – έκδοσης δήθεν ανακριβών δελτίων κυκλοφορίας
Από την έρευνα της ΓΔΑ προκύπτει ότι η Άργος εφαρμόζει με ενιαίο και καθολικό τρόπο τη νέα εμπορική και τιμολογιακή πολιτική της (ΝΕΠ 2019), ανεξάρτητα από τη σχέση της εκάστοτε εκδοτικής εταιρείας με την Άργος (ήτοι, ανεξάρτητα της ιδιότητάς της ως μετόχου ή μη), και με βάση αντικειμενικά κριτήρια, ήτοι την κατηγορία του εντύπου, τη συχνότητα κυκλοφορίας του, το μέγεθος/πλήθος του τιράζ και τις πωλήσεις αυτού.
Αντίστοιχα, από την έρευνα της ΓΔΑ δεν προκύπτει διακριτική μεταχείριση, μέσω της πρακτικής παρακράτησης ασφαλιστικών εισφορών, συγκεκριμένων εκδοτικών επιχειρήσεων, και δη μεταξύ εκδοτών που είναι (πρώην ή νυν) μέτοχοι της Άργος και λοιπών εκδοτών. Εξάλλου, από την έρευνα της ΓΔΑ δεν προκύπτει επίσης ότι έχουν συμφωνηθεί ή παρέχονται σε ορισμένους εκδότες προνομιακοί όροι πίστωσης σε σχέση με άλλους. Συναφώς, δεν προκύπτει ύπαρξη επιλεκτικών πρακτικών αλλοίωσης της κατάταξης του αριθμού πωλήσεων εντύπων στο δελτίο κυκλοφορίας που δημοσιεύει η Άργος προς το σκοπό του επηρεασμού της κατανομής κονδυλίων διαφημιστικής δαπάνης.
ε) Ενδεχόμενη αδικαιολόγητη άρνηση πώλησης δια της άρνησης διανομής / ελλιπούς διανομής των εντύπων – μονομερής επιβολή μη εύλογων όρων συναλλαγής
Από την έρευνα της ΓΔΑ δεν δύναται να στοιχειοθετηθεί άμεση ή έμμεση άρνηση διανομής συγκεκριμένων εντύπων. Ειδικότερα, οι ισχυρισμοί, οι οποίοι τέθηκαν υπόψη της Υπηρεσίας, δεν πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση άρνησης πώλησης, κατά την έννοια του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού, ενώ ούτε οι λοιπές προϋποθέσεις στοιχειοθέτησης της σχετικής παράβασης ικανοποιούνται κατά το απαιτούμενο αποδεικτικό μέτρο. Εξάλλου, μεμονωμένες περιπτώσεις ελλιπούς διανομής δύνανται να δικαιολογηθούν από αντικειμενικούς λόγους, ενώ αρκετές οφείλονται σε ανθρώπινο λάθος, από πρόσωπα, μη ανήκοντα στο δυναμικό της Άργος. Από την έρευνα της ΓΔΑ προκύπτει δε, ότι η Άργος διατηρεί μηχανισμούς ελέγχου της ορθής διανομής των διακινούμενων εντύπων.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την Έκθεση του Εισηγητή, δεν προκύπτουν, ενδείξεις ότι τυχόν μεμονωμένα περιστατικά είναι ικανά λόγω της φύσης, της έκτασης και του πλήθους τους να οδηγήσουν σε εξάλειψη του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά που δραστηριοποιούνται οι εκδότες ή να προκαλέσουν ζημία στους καταναλωτές.
ΙΙ. Στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης έρευνας που διατάχθηκε στο πλαίσιο της υπ’ αριθ. 659/2018 Απόφασης ΕΑ, προτείνεται, βάσει της Έκθεσης του Εισηγητή, να διαπιστωθεί ότι δεν στοιχειοθετείται παράβαση των άρθρων 1 ή/και 2 Ν. 3959/2011, όπως ισχύει, από τις εταιρείες που ελέγχθηκαν σχετικώς.
Ειδικότερα, δεν προκύπτει ότι η απόκτηση/κατοχή έμμεσου de facto κοινού ελέγχου, επί της Άργος κατά τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω Απόφαση[7], από την ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ και τρεις ακόμη μετόχους συνιστά παράβαση του άρθρου 1 ν. 3959/2011[8]. Αντίστοιχα, δεν προκύπτει η υιοθέτηση συμπεριφορών αποκλεισμού υπό την έννοια του άρθρου 2 ν. 3959/2011 (verticalforeclosure) που να συνδέονται αιτιωδώς με την κατοχή έμμεσου de facto κοινού ελέγχου από τους τέσσερις μετόχους, στους οποίους αφορά η υπ’ αριθ. 659/2018 Απόφαση της ΕΑ, επί παραδείγματι, δια της εκδήλωσης συμπεριφοράς/-ών των ως άνω μετόχων που να συνίστα(ν)ται στην εκμετάλλευση της (ελέγχουσας) συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της, δραστηριοποιούμενης σε αγορά επόμενου οικονομικού σταδίου, Άργος, προκειμένου να εξασθενήσουν τη θέση ανταγωνιστών τους στην αγορά έκδοσης έντυπου τύπου.
Ενόψει όλων των ανωτέρω, κατά την Έκθεση του Εισηγητή, προτείνεται να διαπιστωθούν:
Παράβαση των άρθρων 1 του ν. 3959/2011 και 101 ΣΛΕΕ από την εταιρεία Άργος σε σχέση με τις κάθετους περιορισμούς που επιβάλλει στο δίκτυο των υποδιανομέων και υποπρακτόρων και επιβολή προστίμου, για τη χρονική περίοδο από 10.8.2017 έως και τουλάχιστον το χρόνο σύνταξης της Έκθεσης.
Παράβαση των άρθρων 2 του ν. 3959/2011 και 102 ΣΛΕΕ από την εταιρεία Άργος, σε σχέση με την επιβολή όρων αποκλειστικότητας έναντι των εκδοτικών εταιριών και των διανομέων της και επιβολή προστίμου, για τη χρονική περίοδο από 10.8.2017 έως και τουλάχιστον το χρόνο σύνταξης της Έκθεσης, για τους λόγους, που εκτενώς αναφέρονται στην Έκθεση.
Υποχρέωση της εταιρείας Άργος να παύσει τις διαπιστωθείσες παραβάσεις των άρθρων 1 του ν. 3959/2011 και 101 ΣΛΕΕ, καθώς και των άρθρων 2 ν. 3959.2011 και 102 ΣΛΕΕ και να παραλείπει αυτές στο μέλλον.
Απαλοιφή των συμβατικών όρων περί αποκλειστικότητας από τις συμβάσεις αφενός με τις εκδοτικές επιχειρήσεις, οι οποίες παραμένουν σε ισχύ έως και το χρόνο σύνταξης της Έκθεσηςκαι αφετέρου με τους υποδιανομείς και υποπράκτορες της Άργος.
Ακυρότητα των όρων περί “προώθησης συγκεκριμένου σήματος”/ρήτρες μη ανταγωνισμού”, οι οποίες περιλαμβάνονται στις συμβάσεις της Άργος με τους υποδιανομείς και υποπράκτορες.
Ακυρότητα και απαλοιφή εκ των συμβάσεων συνεργασίας με τους υποδιανομείς και υποπράκτορες της Άργος, των όρων που αφορούν άμεσα ή έμμεσα στον περιορισμό της προμήθειας προϊόντων Τύπου εκ μέρους των εξουσιοδοτημένων υποδιανομέων και υποπρακτόρων του δικτύου της Άργος προς σημεία πώλησης, μέλη του δικτύου, αλλά και μεταξύ τους, καθώςκαι στον καθορισμό ελάχιστων τιμών σε κάθετο επίπεδο.
Να απειληθεί η εταιρεία Άργος με πρόστιμο όταν με απόφαση της Επιτροπής βεβαιώνεται η συνέχιση ή επανάληψη των διαπιστωθεισών παραβάσεων.
Υπενθυμίζεται ότι, η Ολομέλεια της ΕΑ, με την υπ’ αριθ. 687/2019 Απόφαση της[9], είχε αποφασίσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά της Άργος πιθανολογώντας παράβαση της καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης της Άργος στην αγορά διανομής εντύπου τύπου. Για τη λήψη της ως άνω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων, η ΕΑ αρκέσθηκε στην πιθανολόγηση της ύπαρξης παράβασης, δεδομένου ότι τα ασφαλιστικά μέτρα στοχεύουν πρωτίστως στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας της εκδοθησόμενης απόφασης. Ωστόσο, στο πλαίσιο της κύριας διαδικασίας, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει στην έκδοση απόφασης για την επιβολή κυρώσεων, η ΕΑ φέρει το βάρος απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων επιβολής των κυρώσεων, και ως προς αυτό δεν δύναται να αρκεσθεί σε πιθανολόγηση, αλλά πρέπει να σχηματίσει πλήρη πεποίθηση αναφορικά με τη στοιχειοθέτηση των ερευνώμενων παραβάσεων[10].
Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνεται από την Επιτροπή ότι η Έκθεση του Εισηγητή δεν είναι δεσμευτική για την Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία θα αποφασίσει συνεκτιμώντας τα δεδομένα της διαδικασίας και τις απόψεις των μερών.