Σήμερα 2 Ιουλίου του 2020 ήταν να ανακοινωθεί η απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας της Τουρκίας σχετικά με το καθεστώς του Ναού της Αγίας Σοφίας, ο οποίος, με διάταγμα του Κεμάλ Ατατούρκ, λειτουργεί ως μουσείο από τα μέσα της δεκαετίας του ’30. Η τουρκική δικαστική αρχή συνεδρίασε όντως την Πέμπτη το πρωί. Η συνεδρίαση διήρκεσε μόνο 17 λεπτά της ώρας. Η απόφαση θα ανακοινωθεί σε 15 ημέρες.
Το κλίμα που επικρατεί στην Τουρκία και που έχει συστηματικά και μεθοδικά καλλιεργηθεί από τους μηχανισμούς προπαγάνδας είτε των Ισλαμιστών του κυβερνητικού κόμματος ΑKP, είτε των εθνικιστικών ακροδεξιών κύκλων του κόμματος MHP, είτε από τους παραδοσιακούς ακροδεξιούς «Γκρίζους Λύκους», ευνοεί την αλλαγή του καθεστώτος λειτουργίας του Ναού της Αγίας Σοφίας ως μουσείου και τη μετατροπή του σε χώρο προσευχής για τους μουσουλμάνους, αλλά ενδεχομένως και σε μουσειακό χώρο με συγκεκριμένες τεχνικές παρεμβάσεις και μετατροπές. Σε οποιαδήποτε περίπτωση ο Ταγίπ Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα «παίζουν» με τις ψήφους μίας καθοδηγούμενης κοινής γνώμης, η οποία περίπου κατά 90% υποστηρίζει τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας εκ νέου σε λατρευτικό χώρο του Ισλάμ (τέμενος).
Για τον λόγο αυτόν και προκειμένου να ανατραπεί κάθε τέτοια προοπτική, μία ομάδα διανοούμενων, δημοσιογράφων και επιφανών πολιτών του Κόσμου, οι «Φίλοι της Αγίας Σοφίας», πήρε την πρωτοβουλία και δημοσίευσε ένα κείμενο αρχών το οποίο υπογράφουν πλήθος πανεπιστημιακών, γνωστοί επιστήμονες, άνθρωποι των Τεχνών και των Γραμμάτων της διεθνούς κοινότητας. Το κείμενο αναρτήθηκε στο διαδίκτυο στα αγγλικά, τα ελληνικά και τα τουρκικά.
Το κείμενο των «Φίλων της Αγίας Σοφίας»
«Στις 2 Ιουλίου το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας θα ανακοινώσει την απόφασή του σχετικά με το καθεστώς της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης. Εν αναμονή των εξελίξεων, πολλές επιστημονικές οργανώσεις έχουν ήδη εκδηλώσει την ανησυχία τους. Οι υπογράφοντες, μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας και μελετητές της τέχνης και του πολιτισμού του Βυζαντίου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έχουμε στόχο όχι τη διαμαρτυρία για αποφάσεις που δεν έχουν ακόμα ληφθεί, αλλά την έκφραση της ανησυχίας μας με βάση τα όσα ήδη γνωρίζουμε για το θέμα.
»Κατά τη γνώμη μας, το επίδικο σήμερα δεν είναι το αν η Αγία Σοφία πρέπει να είναι μουσείο ή τζαμί, αλλά το ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος, για να προστατεύσουμε το μνημείο. Με άλλα λόγια, είναι αναγκαία η διάκριση ανάμεσα στη λειτουργία του χώρου και την επιμέλειά του. Αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι η συνεχιζόμενη διαμάχη δυσκολεύει την εκπόνηση μιας νέας στρατηγικής διαχείρισης του μνημείου που να στέκεται στο ύψος των προκλήσεων που εκείνο αντιμετωπίζει σήμερα: τη συντήρηση των δομικών του στοιχείων, τη διατήρηση του διακόσμου του σε δημόσια έκθεση, την υπεύθυνη διαχείριση του όγκου των τουριστών που το επισκέπτονται και την προστασία του από τους σεισμούς.
»Από το 1453 έως το 1934, την περίοδο που η Αγία Σοφία λειτουργούσε ως τζαμί, υπεύθυνο για τη λειτουργία της ήταν το οικείο ευαγές ίδρυμα (βακούφι). Με την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 1923, τη διαχείριση αυτών των ιδρυμάτων ανέλαβε μια νέα κυβερνητική υπηρεσία, η Γενική Διεύθυνση Βακουφίων. Η Αγία Σοφία συνέχισε να λειτουργεί ως χώρος λατρείας μέχρι το 1931, όταν οι συντηρητές άρχισαν να αποκαλύπτουν τον ψηφιδωτό διάκοσμο στο εσωτερικό της. Το 1934, ως απάντηση στην τεράστια επιτυχία των έργων συντήρησης, το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να μεταφέρει το μνημείο από τη Γενική Διεύθυνση Βακουφίων στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Παιδείας.
»Η αλλαγή στο φορέα διαχείρισης του μνημείου συνέπεσε με τη μεταβολή στο καθεστώς λειτουργίας του, καθώς η Αγία Σοφία έπαψε να αποτελεί χώρο λατρείας. Σήμερα το κτίριο ανήκει στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, το οποίο διαδέχτηκε το Υπουργείο Παιδείας στον ρόλο αυτό. Παράλληλα τα τελευταία χρόνια η χρήση του χώρου έχει διευρυνθεί, ώστε να επιτρέπει και πάλι την έκφραση της ισλαμικής πίστης. Το 1991 ένα από τα κτίρια του συμπλέγματος της Αγίας Σοφίας άρχισε να λειτουργεί ως χώρος προσευχής. Από το 2016 και μετά η Αγία Σοφία διαθέτει το δικό της ιμάμη, από το μιναρέ της αντηχεί το κάλεσμα στην προσευχή. Επιπλέον κάθε χρόνο, στην εορτή της Νύχτας του Θεσπίσματος (λαϊλάτ αλ-καντρ), το κτίριο φιλοξενεί την ανάγνωση του Κορανίου και οι πιστοί είναι ελεύθεροι να προσευχηθούν στο εσωτερικό του.
»Υπό μία έννοια, λοιπόν, η Αγία Σοφία ήδη λειτουργεί συγχρόνως ως μουσείο και ως τζαμί. Η διεύρυνση του θρησκευτικού χαρακτήρα της Αγίας Σοφίας δεν έχει προκαλέσει ζημιές στο κτίριο ή στον ψηφιδωτό του διάκοσμο. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού παραμένει ένας ευσυνείδητος διαχειριστής του μνημείου.
»Ωστόσο, στην Τουρκία ακούγονται εδώ και καιρό φωνές που υποστηρίζουν ότι η απόδοση της Αγίας Σοφίας στο υπουργείο ήταν παράνομη. Ισχυρίζονται ότι το υπουργικό συμβούλιο δεν είχε το δικαίωμα να “εκκοσμικεύσει” το μνημείο το 1934, καθώς το νομικό καθεστώς των βακουφιών είναι αμετάβλητο και ορίζεται στο διηνεκές. Για αυτούς, ο νόμιμος φορέας διαχείρισης της Αγίας Σοφίας είναι η Γενική Διεύθυνση Βακουφίων.
»Στην Τουρκία, κατά τα τελευταία χρόνια, πολλά άλλα βυζαντινά μνημεία έχουν περάσει στη δικαιοδοσία της Γενικής Διεύθυνσης και έχουν μετατραπεί σε χώρους ισλαμικής λατρείας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αγία Σοφία της Τραπεζούντας, το νομικό καθεστώς της οποίας αποτελεί αντικείμενο αντιπαράθεσης από το 2013. Μια απόπειρα να ανοίξει ο χώρος στην ισλαμική λατρεία συνοδεύτηκε από την κατασκευή περίπλοκων καλυμμάτων που έκρυβαν τα βυζαντινά ψηφιδωτά. Ένα δεύτερο παράδειγμα, λιγότερο γνωστό, είναι η Αγία Σοφία της Βιζύης, τη μετατροπή της οποίας σε τζαμί το 2006 ακολούθησαν εργασίες συντήρησης υπό της εποπτεία της Γενικής Διεύθυνσης Βακουφίων, που προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στο κτίριο.
»Αυτό λοιπόν που μας κάνει να ανησυχούμε είναι το ενδεχόμενο η μέχρι τώρα λεκτική αντιπαράθεση να οδηγήσει σε αντίστοιχα ανεύθυνες επεμβάσεις στην Αγία Σοφία, με αποτέλεσμα τη φθορά ιστορικών και αρχαιολογικών στοιχείων και την απόκρυψη των έργων τέχνης στο εσωτερικό της.
»Ένα μνημείο τόσο όμορφο, ένα ιστορικό κειμήλιο τόσο πολύτιμο όσο η Αγία Σοφία δεν πρέπει να καταλήξει εργαλείο σε παιχνίδια εξωτερικής πολιτικής. Στους αιώνες της ύπαρξής της, η Αγία Σοφία προστατεύτηκε από τη φθορά του χρόνου χάρη στο έργο των Βυζαντινών, Οθωμανών και Τούρκων διαχειριστών της, που κράτησαν ζωντανή τη σημασία του μνημείου όχι μόνο για τους εαυτούς τους αλλά και για τις επόμενες γενιές. Ως μελετητές της τέχνης και του πολιτισμού του Βυζαντίου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικό η τουρκική κυβέρνηση να συνεχίσει αυτήν την παράδοση της ευσυνείδητης διαχείρισης.
»Με σεβασμό,
»Ακολουθεί ο κατάλογος με τις υπογραφές προσωπικοτήτων από την διεθνή επιστημονική κοινότητα που έχουν συγκεντρωθεί έως αυτήν την ώρα:
[To sign the letter, click here]
Elizabeth Agaiby, University of Divinity, Melbourne
Panagiotis A. Agapitos, Max-Planck Institute, Frankfurt
Suzanne Conklin Akbari, Institute for Advanced Study, Princeton, NJ
Ladan Akbarnia, The San Diego Museum of Art
Engin Akyürek, Koç Üniversitesi
Nabil Al-Tikriti, University of Mary Washington
Joseph Alchermes, Connecticut College
Juan Antonio Álvarez-Pedrosa, Universidad Complutense Madrid
Benjamin Anderson, Cornell University
Achim Arbeiter, Georg-August-Universität, Göttingen
Tülay Artan, Sabancı University
Kameliya Atanasova, Washington and Lee University
Marie-France Auzépy, Université Paris 8
Michele Bacci, Universität Freiburg
Heather A. Badamo, University of California, Santa Barbara
Jennifer Ball, City University of New York
Thomas M. Banchich, Canisius College, Buffalo
Charles Barber, Princeton University
Karen Barkey, University of California, Berkeley
Sarah Bassett, Indiana University
Floris Bernard, Ghent University
Patricia Blessing, Princeton University
Elizabeth S. Bolman, Case Western Reserve University
Antje Bosselmann-Ruickbie, Justus-Liebig-Universität, Gießen
Emmanuel C. Bourbouhakis, Princeton University
Ra’anan Boustan, Princeton University
Grigor Boykov, Austrian Academy of Sciences
Sarah T. Brooks, James Madison University
Suna Çağaptay, University of Cambridge and Bahçeşehir University
Averil Cameron, University of Oxford
Merih Danali Cantarella, Wake Forest University
Giancarlo Casale, European University Institute
Sinem Casale, University of Minnesota
Marica Cassis, University of Calgary
Manuel Antonio Castiñeiras González, Universitat Autònoma de Barcelona
Annemarie Weyl Carr, Southern Methodist University
Anne-Laurence Caudano, University of Winnipeg
Michail Chatzidakis, Humboldt University, Berlin
Mehreen Chida-Razvi, SOAS, University of London
Christina Christoforatou, Baruch College, City University of New York
Juan Signes Codoñer, University of Valladolid
Barbara Crostini, Uppsala University
James Crow, University of Edinburgh
Jon C. Cubas Díaz, Georg-August-Universität, Göttingen
Anthony Cutler, Pennsylvania State University
Vladimir Cvetkovic, University of Belgrade
Manuela De Giorgi, Università del Salento
Aitor Fernández Delgado, Universidad de Alcalá
Nathan S. Dennis, University of San Francisco
Stefanos Dimitriadis, Westfälische Wilhelms-Universität, Münster
Heidemarie Doganalp-Votzi, University of Vienna
Anastasia Drandaki, National and Kapodistrian University of Athens
Ivan Drpić, University of Pennsylvania
John M. Duffy, Harvard University
A. Asa Eger, University of North Carolina at Greensboro
Susanna Elm, University of California, Berkeley
Olga Etinhof, Russian State University for the Humanities
Vera von Falkenhausen, Università degli Studi di Roma “Tor Vergata”
Mary Farag, Princeton Theological Seminary
Elizabeth Fisher, George Washington University
Vicky Foskolou, University of Crete
Georgia Frank, Colgate University
Peter Frankopan, University of Oxford
Stig Frøyshov, University of Oslo
Ivan Foletti, Masaryk University
Miguel Gallés, Universitat Autònoma de Barcelona
Fani Gargova, University of Vienna
Niels Gaul, University of Edinburgh
Rachel Goshgarian, Lafayette College
Sharon Gerstel, University of California, Los Angeles
Elina Gertsman, Case Western Reserve University
Ludovico V. Geymonat, Louisiana State University
Rossitsa Gradeva, American University in Bulgaria
Susan L. Graham, Saint Peter’s University
Geoffrey Greatrex, University of Ottawa
Heather Grossman, University of Illinois Urbana-Champaign
Christiane Gruber, University of Michigan
John F. Haldon, Princeton University
Susan Ashbrook Harvey, Brown University
Ayşe Henry, Bilkent University
Judith Herrin, King’s College London
Ernest Marcos Hierro, Universitat de Barcelona
Cecily Hilsdale, McGill University
Martin Hinterberger, University of Cyprus
Renata Holod, University of Pennsylvania
Brad Hostetler, Kenyon College
Sergey Ivanov, Russian National Research University — Higher School of Economics
Hugh Jeffery, University of Edinburgh
Elizabeth M. Jeffreys, University of Oxford
Kaelin Jewell, The Barnes Foundation
Mark J. Johnson, Brigham Young University
Catherine Jolivet-Lévy, École Pratique des Hautes Études, Paris
Jacqueline Jung, Yale University
Veronica Kalas, independent scholar, USA
Ioli Kalavrezou, Harvard University
Gül Kale, Carleton University, Canada
Kevin Kalish, Bridgewater State University
Sophia Kalopissi-Verti, National and Kapodistrian University of Athens
Ceyda Karamursel, SOAS, University of London
Anna Kartsonis, University of Washington
Armen Kazaryan, Research Institute of the Theory and History of Architecture and Urban Planning, Moscow
Bente Kiilerich, University of Bergen
Young Richard Kim, University of Illinois, Chicago
Dale Kinney, Bryn Mawr College
Holger A. Klein, Columbia University
Tia Kolbaba, Rutgers University
Elias Kolovos, University of Crete
Fotini Kondyli, University of Virginia
Kader Konuk, Universität Duisburg-Essen
Yavuz Köse, University of Vienna
Dickran Kouymjian, California State University, Fresno
Dimitrios Krallis, Simon Fraser University
Klaus Kreiser, Otto-Friedrich-Universität, Bamberg
Carol H. Krinsky, New York University
Derek Krueger, University of North Carolina at Greensboro
B. Harun Küçük, University of Pennsylvania
Maximilian Lau, Hitotsubashi University, Tokyo