Συνέντευξη: Σωτήρης Σκουλούδης
Τα Μεταλλεία του Λαυρίου, ένας πανάρχαιος τόπος «βιομηχανικής» ανάπτυξης, τα προϊόντα του οποίου χρησιμοποιήθηκαν για αναρίθμητες μικρές και μεγάλες κατασκευές, σε όλο το διάστημα της ιστορίας του τόπου, μέχρι πολύ πρόσφατα που έκλεισαν.
Μεταλλωρύχοι, υπό εξαιρετικά δύσκολες και αντίξοες συνθήκες, καθημερινά έδιναν το «παρόν» στους κεντρικούς σταθμούς των στοών του Αγίου Κωνσταντίνου, της Πλάκας και της Κερατέας, κουβαλούσαν τα βαριά εργαλεία εξόρυξης και χανόταν στις σκοτεινές στοές της Λαυρεωτικής γης… Στόχος τους, η εξόρυξη των πολύτιμων μεταλλευμάτων: άργυρος, μόλυβδος και μεταγενέστερα η εκμετάλλευσης των παράγωγων της μεταλλευτικής δραστηριότητας, των σκωριών.
Μεταξύ των στοών του Λαυρίου, υπάρχει και ένα πλημμυρισμένο τμήμα, το οποίο αναδεικνύεται για πρώτη φορά, χάρη στους σπηλαιοδύτες Ερρίκο Κρανιδιώτη και Στέλιο Σταματάκη, οι οποίοι πραγματοποίησαν εξερευνητική κατάδυση και βιντεοσκοπήθηκε για πρώτη φορά το πλημμυρισμένο τμήμα μεταλλευτικής στοάς.
Συγκεκριμένα, στην περιοχή Άγιος Κωνσταντίνος και Πλάκα, εντοπίζεται το κύριο δίκτυο μεταλλευτικών στοών, οι οποίες καλύπτουν μια περιοχή από την Κερατέα έως τα Λεγρενά και το Σούνιο. Εκεί η μεταλλευτική δραστηριότητα ήταν πιο έντονη, λόγω της πλούσιας μεταλλοφορίας.
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Ιστορικός Μαρκουλή-Μποντιώτη Αθ. στο σύγγραμμα της: «Η θειούχος μεταλλοφορία των σωμάτων είχε οξειδωθεί μέχρι το επίπεδο του υδροφόρου ορίζοντα και τα οξειδωμένα μέρη ήταν εκείνα που εμφανιζόταν στην επιφάνεια και αποτέλεσαν το αντικείμενο της εκμετάλλευσης από τους αρχαίους. Η εις βάθος επέκταση των στρωμάτων με θειούχο μορφή ήταν προφανώς γνωστή στους αρχαίους, αλλά δεν συνέχιζαν την εκμετάλλευση εξαιτίας της έλλειψης αντίστοιχης τεχνογνωσίας». Στους νεώτερους χρόνους η εκμετάλλευση των ορυχείων από την Γαλλική Εταιρεία, συνεχίστηκε και σε αυτά τα στρώματα, εξαιτίας της χρήσης νέων τεχνολογιών.
Σε ένα από αυτά τα ορυχεία, μετά την ολοκλήρωση των εργασιών και την εγκατάλειψη του, η εισροή υδάτων που προερχόταν από τον υδροφόρο ορίζοντα, κατέκλεισε τις στοές και «σφράγισε» ολοκληρωτικά το βαθύτερο επίπεδο. Ομάδα περιηγητών, εντόπισε το συγκεκριμένο πλημμυρισμένο τμήμα.
Η υποβρύχια εξερεύνηση
Ύστερα από δύσκολη καθοδική πορεία στις στοές του ορυχείου, σε απόσταση τουλάχιστον 500 μέτρων από την είσοδο, οι δύτες έφτασαν στο πλημμυρισμένο τμήμα, την «λίμνη» (the lagoon) όπως την αποκαλεί η ομάδα. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα μεγάλο ευρύχωρο θάλαμο, τουλάχιστον 10 μέτρα μήκους και 5 μέτρων πλάτους, που οδηγείστις πλημμυρισμένες στοές.
Στο βίντεο που ακολουθεί και επιμελήθηκε η καταδυτική ομάδα addicted2h2o, θα δείτε για πρώτη φορά τις πλημμυρισμένες διακλαδώσεις του ορυχείου.
Υποβρυχίως το ορυχείο συνεχίζει την πορεία του, σε ένα δαιδαλώδες τμήμα στοών, ανοιγμένες στο φυσικό βράχο. Πολλοί είσοδοι των στοών φέρουν ξύλινα υποστυλώματα, ενώ εντοπίζονται απομεινάρια από σιδηροδρομικές γραμμές βαγονιών εξόρυξης που οδηγούσαν στην καρδιά του ορυχείου. Οι δύτες πραγματοποίησαν πορεία τουλάχιστον 100 μέτρων εντός των στοών, καταγράφοντας τις μοναδικές εικόνες. Η διαύγεια και η ορατότητα των υδάτων στο ορυχείο ήταν εκπληκτική. Η πραγματοποίηση μιας τέτοιας δράσης απαιτεί βαθιές γνώσεις τεχνικής κατάδυσης και σπηλαιοκατάδυσης.
Όπως διακρίνεται και στο βιντεοσκοπημένο υλικό η μόνη δυσκολία υποβρυχίως ήταν κατά την επιστροφή των σπηλαιοδυτών όπου συνάντησαν το φαινόμενο «percolation», δηλαδή έντονο ίζημα από τις φυσαλίδες στην οροφή και από τον πεδιλισμό. Το ίζημα προκαλεί σε κάποια τμήματα περιορισμό στην ορατότητα, σχεδόν στο 100%. Κάτι που όπως ανέφεραν οι δύτες είναι ένα φυσιολογικό και αναμενόμενο φαινόμενο στη σπηλαιοκατάδυση σε περιορισμένων διαστάσεων χώρους και για το οποίο έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση και αποκτήσει εμπειρία απο σειρά βουτιών σε πολλά σπήλαια στην Ελλάδα.
Η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν να φτάσουν οι δύτες με τον απαραιτητο εξοπλισμό στο σημείο της κατάδυσης, κάτι για το οποίο χρειάστηκε τουλάχιστον μιάμιση ώρα πορείας απο την είσοδο του ορυχείου στην επιφάνεια. Το νερό ήταν γλυκό και η θερμοκρασία στους 20 βαθμούς.
Η συνέντευξη των δυτών στο zougla.gr
Το zougla.gr συνομίλησε με τον δύτη Ερρίκο Κρανιδιώτη για το πρωτόγνωρο αυτό εγχείρημα, ο οποίος μας τόνισε χαρακτηριστικά: «Με το πέρασμα τουχρόνου έχει διαστρεβλωθεί η αρχική εικόνα του ορυχείου ανεπανόρθωτα και στερεί από τους σημερινούς και μελλοντικούς μελετητές σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία του. Το υγρό στοιχείο είναι το μόνο που προστατεύει και διαφυλάττει την εικόνα του ορυχείου τη στιγμή της παύσης των εργασιών από τους μεταλλορύχους. Νιώθεις ενα δέος οταν βρισκεσαι υποβρυχίως σαν να επιστρέφεις στο παρελθόν και να βλέπεις τις φιγούρες αυτων των ανθρώπων που δούλευαν κάτω απο τόσο αντιξοες συνθήκες».
Zougla.gr: Τα μεταλλεία του Λαυρίου αποτελούν ένα σημαντικό κεφάλαιο στη μακραίωνη ιστορία της Αθήνας. Πώς αποφασίσατε να προβείτε στη συγκεκριμένη εξερεύνηση; Έχετε κάποιο ιστορικό ή εμπειρίες εξερεύνησης υποθαλάσσιων σπηλαίων;
Ερρίκος Κρανιδιώτης: Πράγματι όπως το λέτε είναι. Τα τελευταία χρόνια εγω και ο φίλος μου ο Στέλιος Σταματάκης μετά και την ολοκλήρωση των τεχνικών σχολείων κατάδυσης (Tec, Trimix) αλλά και την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης του Σπηλαιοδύτη έχουμε καταδυθεί σε πολλά ενάλια σπήλαια σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Έχουμε πάνω απο 70 σπηλαιοκαταδύσεις σε διάφορα σπήλαια στην Ελλάδα. Πρόσφατα φτιάξαμε μια ιστοσελίδα addicted2h2o.com όπου αναρτούμε εικόνες και βίντεο απο τις δράσεις μας αυτές. Ομάδα που ασχολείται με εξερέυνηση ξηρών σπηλαίων Greek Gate ήρθε σε επαφή μαζί μας μέσω της σελίδας μας.
Οι εξερευνητές είχαν φτάσει στο σημείο του νερού και θέλανε να εξακριβώσουν εαν το ορυχείο συνεχίζει. Ετσι ήρθαν σε επαφή μαζί μας και ζήτησαν την συνδρομή μας. Ο σκοπός μας σε αυτην την φάση ήταν να εξακριβώσουμε εαν το ορυχείο συνεχίζει και όχι την πλήρη εξερέυνηση και χαρτογράφηση του. Κάτι για το οποίο θα χρειαστεί μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων, κυρίως για το κουβάλημα του εξοπλισμου μέχρι το σημείο εισόδου στο νερό.
Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε; Υπήρξε κίνδυνος;
Οι δυσκολία στο συγκεκριμένο ορυχείο είναι η απόσταση απο την κύρια είσοδο στην επιφάνεια μέχρι να φτάσουμε στο νερό. Ειναι μια απόσταση πάνω απο 400 μέτρα σε βάθος 90 μέτρων κάτω απο την γη. Δεν θα έλεγα οτι η διαδρομή ειναι ιδιαίτερα επικίνδυνη αφού η διαδρομή ειναι απο χτιστή πέτρα (όχι ξύλινα υποστηλώματα) αλλά η απόσταση δυσχεραίνει στη μεταφορά του καταδυτικού εξοπλισμου.
Στο κομμάτι της κατάδυσης, πάντοτε υπάρχει κίνδυνος όταν καταδύεται ενας δύτης σε περιβάλλον οροφής. Για αυτον τον λόγο πρέπει να είσαι κατάλληλα εκπαιδευμένος, να βουτάς αρκετά συχνά, και να χρησιμοποιείς τον κατάλληλο εξοπλισμό.
Η σπηλαιοκατάδυση απο μόνη της δεν ειναι επικίνδυνη και σίγουρα δεν είναι για ανθρώπους που τους αρέσει να ανεβάζουν την αδρεναλίνη στα ύψη. Καθε άλλο, χρειάζεται ηρεμία, σοβαρότητα, και πολυ καλή εκπαίδευση.
Αυτο που κάνει την σπηλαιοκατάδυση επικύνδηνη είναι να μην σεβόμαστε τα όρια που μας θέτει το περιβάλλον (σπήλαιο) και τα προσωπικά όρια τα δικά μας, σύν όλα οσα ανέφερα προηγουμένως (εκπαίδευση, εμπειρία που αποκτάτε βήμα βήμα μέσα απο βουτιές).
Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφερθώ και στους εκπαιδευτές μου για το πτυχείο του cavern κο. Γιώργο Βανδώρο και cave κο. Φόντα Πιτσινέλη που είναι άριστοι εκπαιδευτές και πάντοτε κοντά μας για οποιεσδήποτε συμβουλές χρειαστούμε και αφού τελειώσαμε την εκπάιδευση μας. Επίσης τον Αντώνη Γράφα και την ομάδα του Grafas Dining με την οποία έχουμε συμμετάσχει σε ουκ ολίγες αποστολές και λάβει πολυ συμαντική εμπειρία όλα αυτα τα χρόνια.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση… εκεί κατώ;
Ειναι διαφορετικές οι εικόνες ενος ορυχείου απο ένα ενάλιο σπήλαιο. Ηταν πρωτόγνωρες οι εικόνες για εμάς αφου ήταν η πρώτη φορά που καταδυθήκαμε σε πλυμμηρισμένο ορυχείο. Στο εξωτερίκο γίνονται και οργανωμένες τέτοιες βουτιές αλλά στην Ελλάδα δεν είχαμε ξαναδεί τέτοιες εικόνες απο ορυχείο. Απο όσο γνωρίζουμε οι εικόνες που φέραμε σε φωτογραφίες και βίντεο είναι οι πρώτες απο υποβρύχια κατάδυση σε ορυχείο στην Ελλάδα. Νιωθεις ενα δέος όταν βρίσκεσαι υποβρυχίως σαν να επιστρέφεις στο παρελθόν και να βλέπεις τις φιγούρες αυτων των ανθρώπων που δούλευαν κάτω απο τόσο αντίξοες συνθήκες.
Κάποιο επόμενό σας σχέδιο, ίσως, για υποθαλάσσια εξερεύνηση;
Η όρεξη για εξερέυνηση και η αγάπη μας για την κατάδυση δεν σταματάει ποτέ. Υποθαλάσσια, υπάρχουν μερικά ακόμα ναυάγια στα οποία θέλουμε να καταδυθούμε και έχουμε βάλει στόχο για μέσα στο 2019 και 2020.
Η ιστορία των μεταλλείων
Η μεταλλευτική δραστηριότητα ξεκινά ήδη από το 3000 πΧ, στις στοές του Θορικού (Στοά ΙΙΙ), όπου οι αρχαιολόγοι εντόπισαν αρχαιολογικά ευρήματα, που πιστοποιούν την παρουσία εργατών στις στοές. Τότε το ενδιαφέρον επικεντρωνόταν στην εξόρυξη χαλκού, για την κατασκευή εργαλείων και όπλων.Ο Θορικός δεν είναι υπερβολή να θεωρηθεί ο πρώτος «βιομηχανικός» οικισμός της αρχαιότητας, καθώς δημιουργήθηκε με σκοπό να εξυπηρετεί τις ανάγκες των εργαζομένων στις στοές. Η εξορύξεις εντατικοποιήθηκαν σταδιακά από τον 6ο αιώνα π.Χ.
Στην Κλασσική Περίοδο (5ος-4ος αιώνας), την εποχή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, εφαρμόστηκε ένα σύστημα συνεργασίας, μεταξύ της Πόλης-Κράτους Αθήνας, ως ιδιοκτήτριας της Λαυρεωτικής, με επιχειρηματίες για την εκμετάλλευση των μεταλλείων, με σαφείς νομοθετικούς όρους. Παράλληλα αναπτύχθηκαν επιχειρήσεις εμπορίου και ενοικίασης δούλων, επιχειρήσεις πώλησης αγαθών (διατροφής, νερού, ξυλείας), ενώ ευνοήθηκαν επαγγέλματα όπως ειδικευμένοι τεχνίτες, για την κατασκευή των ειδικών εγκαταστάσεων.
Τέτοιες εγκαταστάσεις εντοπίζονται στην περιοχή της Σούριζας, νότια του σύγχρονου οικισμού του Αγίου Κωνσταντίνου, 600 μέτρα νοτίως του ναού της Αγίας Τριάδας. Ένα τοπίο μεγάλης αρχαιολογικής και φυσικής αξίας, εντός του Εθνικού Δρυμού Σουνίου, που διασώζει σε εξαιρετική κατάσταση εργαστήρια επεξεργασίας των μεταλλευμάτων, αρχαία πλυντήρια, καμίνους, εργαστήριατήξεως κλπ. Η εξόρυξη του αργύρου, τόνωσε την οικονομία της Αθήνας. Με αυτά τα χρήματα καλύφθηκε το κατασκευαστικό πρόγραμμα του Παρθενώνα.
Μετά τον 4ο αιώνα π.Χ., η εκμετάλλευση των ορυχείων ακολούθησε φθίνουσα πορεία, η οποία και συνεχίστηκε πιο έντονα τους ρωμαϊκούς και Βυζαντινούς χρόνους (2ος-6ο αιώνα μ.Χ).Τα μεταλλεία παρέμειναν σε αδράνεια μέχρι τον 19ο αιώνα μ.Χ. Το 1860, ο Ανδρέας Κορδελλάς (1836-1909), Σμυρναίος Μεταλλειολόγος με σπουδές στο εξωτερικό, αντιλήφθηκε την μεγάλη αξία των μεταλλείων του Λαυρίου. Κατόπιν σειράς επαφών με τον Ιταλό ιδιοκτήτη και επιχειρηματία μεταλλείων, Τζιανμπατίστα Σερπιέρι (1832-1897), ιδρύεται το 1864 η εταιρεία “HilarionRouxetCie/ Roux-Serpieri-FressynetC.E”.
Η Εταιρεία δρα μέχρι το 1873 ως “Ελληνική Εταιρεία των Μεταλλουργείων Λαυρίου”, όπου δημιουργεί εκτεταμένες εγκαταστάσεις τον Λιμένα Λαυρίου και αναλαμβάνει την παραγωγή του αργυρούχου μολύβδου από την εκμετάλλευση των σκωρίων. Το πρόσωπο του Λαυρίου αλλάζει ριζικά, μετατρεπόμενο σε μία ακμάζουσα βιομηχανική πόλη, με χιλιάδες πια εργαζόμενους να απασχολούνται στις στοές και στα εργαστήρια, ενώ η βιομηχανική ανάπτυξη ανάγκασε στη δημιουργία της Σιδηροδρομικής Γραμμής που ένωνε την Αθήνα με το Λαύριο.
Το 1869 ανακύπτει το «Λαυρεωτικό Ζήτημα», που αφορούσε την εκμετάλλευση των αρχαίων εκβολάδων από την Εταιρεία, ερχόμενη σε σύγκρουση με το Ελληνικό Κράτος.Η λύση στο ζήτημα, ήταν η δημιουργία δύο νέων εταιρειών εκμετάλλευσης των ορυχείων: “Η Ελληνική Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου” και τα “Μεταλλεία Καμάριζας” (1873). Τρία χρόνια μετά, την εταιρεία “Μεταλλεία Καμάριζας” διαδέχεται η Γαλλική Εταιρεία “Compagnie Francaise des Mines du Laurium”, της οποίας ιδρυτής είναι και πάλι ο Σερπιέρης. Νέες εγκαταστάσεις ιδρύονται στη θέση «Κυπριανός» ενώ η δράση της εταιρείας διατηρείται μέχρι το 1877.
Το 1880 φέρνει κρίση στις τιμές μολύβδου και στην οικονομική κρίση των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στα μεταλλεία. Από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι και το 1920, περιορίζονται και διακόπτονται οι εργασίες στα ορυχεία. Η Προσφυγική Κρίση του 1922 και η μετακίνηση νέων πληθυσμών, έφερε νέο εργατικό δυναμικό στο Λαύριο, που τόνωσε την οικονομία, έως το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου αποτέλεσε εκ νέου μια περίοδος δύσκολη για τα μεταλλεία. Μια τελευταία περίοδος ανάπτυξης ξεκινά από το 1950 μέχρι και τη δεκαετία του 1980, όπου ξεκινά η αποβιομηχανοποίηση της χώρας. Οι εργασίες συνεχίστηκαν στα μεταλλεία περιορισμένα έως το 1992, υπό την διεύθυνση της Ελληνικής Μεταλλευτικής-Μεταλλουργικής Εταιρείας Λαυρίου (ΕΜΜΕΛ).
Το 1994, και αφού σχεδόν όλες οι μονάδες είχαν διακόψει τις εργασίες τους, το Υπουργείο Πολιτισμού, εξαγόρασε το εργοστάσιο της Γαλλικής Εταιρείας στη Θέση «Κυπριανός», ιδρύοντας το Τεχνολογικό Πολιτιστικό Πάρκο Λαυρίου.
Δείτε ακόμα: