Το 1803 επί Τόμας Τζέφερσον η Αμερική αγόραζε έναντι πινακίου φακής την Λουιζιάνα από την Γαλλία. Το 1867 οι αμερικανοί αγόραζαν την Αλάσκα από τους Ρώσους. Το 2019 οι ΗΠΑ επιθυμούν να αγοράσουν την Γροιλανδία από τους Δανούς. Εκεί στην Άγρια Δύση οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν την παράδοση των καουμπόηδων. Τα πάντα έχουν μία τιμή. Και όταν αρνείσαι να πουλήσεις στην τιμή αυτή τότε απλά βγαίνεις εκτός παιγνιδιού. Τότε με ένα εξάσφαιρο. Τώρα μέσω εμπορικού πολέμου.
Ο Ντόναλντ Τράμπ δεν είναι καθόλου τρελός. Δεν ξύπνησε ένα πρωί και είπε στην Μελάνια την σύζυγό του «Σήμερα θα προτείνω την αγορά της Γροιλανδίας γιατί είναι ένα καλό οικόπεδο». Η πρόταση στην οποία τόσο άκομψα διατύπωσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει να κάνει με τον στρατηγικό πόλεμο που μαίνεται μεταξύ Κίνας και Αμερικής για τον έλεγχο των σπάνιων γαιών του πλανήτη.
Οι σπάνιες αυτές γαίες είναι απολύτως απαραίτητες για την απρόσκοπτη παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας. Από τα απλά κινητά τηλέφωνα έως τους κβαντικούς υπολογιστές καθώς και στην διαστημική τεχνολογία, οι σπάνιες γαίες είναι απαραίτητες. Διάφορα «εξωτικά» ονόματα που δεν λένε τίποτε στον κοινό πολίτη αυτού του κόσμου όπως neodymium, praseodymium, dysprosium and terbium, δίνουν υπόσταση σε αυτόν τον άγνωστο πόλεμο από τον οποίο εξαρτώνται οι μεγαλύτερες οικονομίες του Πλανήτη.
Η πρόταση του Αμερικανού προέδρου προς τη Δανία για την αγορά της Γροιλανδίας ξάφνιασε. Το αμερικανικό ενδιαφέρον εστιάζεται στο πλούσιο υπέδαφος της Γροιλανδίας, που «κρύβει» 38,5 εκατ. τόνους σπάνιων γαιών. Πρόκειται για 17 μέταλλα που είναι αναγκαία για την παραγωγή ειδών υψηλής τεχνολογίας και μέχρι σήμερα η εξόρυξή τους ελέγχεται από την Κίνα. Το γεγονός αυτό αποτελεί και διαπραγματευτικό ατού του Πεκίνου στον εν εξελίξει εμπορικό πόλεμο και εξηγεί την παράδοξη πρόταση Τραμπ.
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας The Guardian, η μία από τις δύο εταιρείες ορυχείων που δραστηριοποιούνται στη Γροιλανδία, η αυστραλιανή Greenland Minerals, προκάλεσε αίσθηση όταν το 2007 άρχισε τις εξορύξεις στη νοτιοδυτική χερσόνησο της Γροιλανδίας, όπου το υπέδαφος είναι πλούσιο σε σπάνιες γαίες. Η εταιρεία ενδιαφέρει την Ουάσιγκτον, αλλά κυριότερος μέτοχός της είναι η κινεζική Shenghe Resources.
Η δεύτερη εταιρεία, η επίσης αυστραλιανή Tanbreez Mining, αφενός ισχυρίζεται πως ελέγχει πλούσια κοιτάσματα σπάνιων γαιών και αφετέρου θεωρεί περιττή τη συνεργασία με την Κίνα. Σύμφωνα με τον Γκρεγκ Μπαρνς, επικεφαλής της ομάδας γεωλόγων της Tanbreez, η εταιρεία είναι σε θέση να παράγει μεγάλο όγκο σπάνιων γαιών και με χαμηλό κόστος και ως εκ τούτου δεν έχει ανάγκη τα διυλιστήρια της Κίνας.
Μέχρι σχετικά πρόσφατα οι αμερικανικές επιχειρήσεις αντιμετώπιζαν την Κίνα ως ακίνδυνο προμηθευτή σπάνιων γαιών. Η Ουάσιγκτον δεν προβληματιζόταν ούτε καν όταν οι κινεζικές βιομηχανίες άρχισαν να λειτουργούν ορυχεία σε όλη την Κεντρική και Νότια Αφρική για να διασφαλίσουν ακόμα μεγαλύτερη κυριαρχία στην παγκόσμια αγορά. Τα πράγματα άλλαξαν όμως τα τελευταία χρόνια, καθώς στο τιμόνι της Κίνας βρίσκεται ο Σι Τζινπίνγκ. Με την επιθετική εξωτερική πολιτική του, ο φιλόδοξος πρόεδρος της Κίνας ανησυχεί τους πολιτικούς κύκλους των ΗΠΑ. Στελέχη του Λευκού Οίκου υπογραμμίζουν την ανάγκη να απεξαρτηθεί οικονομικά η υπερδύναμη από την κύρια ανταγωνίστριά της.
Το πλούσιο υπέδαφος της Γροιλανδίας και προπαντός οι 38,5 εκατ. τόνοι σπάνιων γαιών που βρίσκονται σε αυτή την τόσο απομονωμένη περιοχή του πλανήτη φαίνεται πως είναι το δέλεαρ για τον Ντόναλντ Τραμπ, που θέλει να την αγοράσει από τη Δανία. Με την κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου η Κίνα έχει απειλήσει να μειώσει ή και να μηδενίσει τις εξαγωγές σπάνιων γαιών στις ΗΠΑ και η Ουάσιγκτον ενδιαφέρεται περισσότερο από ποτέ για την αυτάρκειά της στα 17 αυτά μέταλλα με τα «εξωτικά» ονόματα, όπως νεοδύμιο και δυσπρόσιο, που είναι αναγκαία για την παραγωγή ειδών υψηλής τεχνολογίας.
Οι ΗΠΑ έχουν μάλιστα υπογράψει προσφάτως μνημόνιο συνεργασίας με τη Γροιλανδία για την εξόρυξη σπάνιων γαιών και την προώθηση των επενδύσεων στην αυτόνομη αυτή περιοχή, που διοικητικά ανήκει στη Δανία.