(στρατηγικές προϋποθέσεις για καινοτομία και ανταγωνιστικότητα στις ΜμΕ)
Στις τελευταίες δεκαετίες οι προτιμήσεις των στελεχών επιχειρήσεων και μαζί καθηγητών και ερευνητών του μάνατζμεντ μέσα από θεωρητικές και εμπειρικές μελέτες αναδεικνύουν τη σπουδαιότητα της γεωγραφικής συγκέντρωσης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε έναν κοινωνικό-οικονομικό κόσμο που χαρακτηρίζεται από τη διεθνοποίηση των αγορών και τον έντονο ανταγωνισμό (Piore και Sabel, Herbig και Golden). Η επιτυχία των business clusters, δηλαδή των «επιχειρηματικών συστάδων» όπως, π.χ. η περιοχή της Silicon Valley στην Καλιφόρνια και του Prato στην Ιταλία έχουν προκαλέσει την προσοχή ακαδημαϊκών και διοικητικών στελεχών, αλλά και των υπευθύνων για την χάραξη οικονομικών και επιχειρηματικών πολιτικών σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.
«Παραδόξως τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε μια διεθνοποιημένη οικονομία βρίσκονται όλο και περισσότερο σε τοπικό (γεωγραφικό) επίπεδο –θεμελιωμένα σε γνώσεις, δεξιότητες, θεσμούς και κοινωνικό-οικονομικές σχέσεις που οι ‘αντίπαλοι’ δεν μπορούν να αντιγράψουν.» (Porter, 1998)
Είναι σπάνιο φαινόμενο πλέον η επιχείρηση να αναπτύσσει και να παράγει μόνη της ένα προϊόν ή έστω και το μεγαλύτερο μέρος του προϊόντος που εμπορεύεται. Η διεθνοποίηση των αγορών, η ραγδαία μείωση του κόστους των μεταφορών, η δια-σύνδεση των επιχειρήσεων και των αγορών μέσου του ιντερνετ, η ανάγκη για την επίτευξη και διατήρηση ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων σε διεθνές επίπεδο οδηγεί τις επιχειρήσεις σε ένα νέο μοντέλο οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας. Ο 21ος αιώνας οδηγεί σε επανασχεδιασμό των επιχειρήσεων οι οποίες συνάπτουν στρατηγικές συμμαχίες, δίκτυα και συνεργασίες με εταιρίες, ερευνητικά ινστιτούτα, κρατικούς φορείς και πανεπιστημιακά ιδρύματα σε τοπικά ή περιφερικά επίπεδα με στόχο μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη και παραγωγή καινοτόμων, εντελώς νέων ή και βελτιωμένων μορφών υπαρχόντων προϊόντων και υπηρεσιών, τη διάχυση γνώσεων και πληροφοριών, την είσοδο σε νέες αγορές, και την μείωση του κόστους παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων/ υπηρεσιών.
Σύμφωνα με τον Porter (1998) τα business cluster ορίζονται ως,
«Κρίσιμες μάζες -σ’ ένα μέρος- με αξιοσημείωτη ανταγωνιστική επιτυχία σε συγκεκριμένους επιχειρηματικούς κλάδους…τα «clusters» είναι γεωγραφικές συγκεντρώσεις οργανωμένων και δικτυωμένων επιχειρήσεων, οργανισμών και φορέων σε ένα συγκεκριμένο οικονομικό κλάδο»
Κατά την προσωπική μου άποψη τα «clusters» είναι δίκτυα ανταγωνιστικών, συνεργαζόμενων, συμπληρωματικών, αμοιβαία εξαρτώμενων επιχειρήσεων (συμπεριλαμβανόμενων των προμηθευτών και των εταιριών παροχής υπηρεσιών), συναφών ινστιτούτων και φορέων, συνδεδεμένων επίσημα και ανεπίσημα, κάθετα ή/ και οριζόντια οι οποίοι εργάζονται στον ίδιο, σε παρεμφερή ή/ και σε παράλληλα συνδεδεμένο οικονομικό/ επιχειρηματικό κλάδο, σε ένα συγκεκριμένο και περιορισμένο γεωγραφικό χώρο (Πιπερόπουλος, 2005, Πανεπιστήμιο του ΚΕΝΤ της Αγγλίας).
Σε διεθνές επίπεδο τα «clusters» αναγνωρίζονται ως η απαραίτητη επιχειρηματική στρατηγική για την εξέλιξη των χωρών με μεσαία-εισοδήματα σε ανεπτυγμένες οικονομίες. Όπως φαίνεται στο σχήμα 1, στην Πορτογαλία (σύμφωνα με σχετικές έρευνες της Eurostat), μια χώρα με οικονομική, αλλά και γεωφυσική κατάσταση παρόμοια της Ελλάδος, εντοπίζουμε πάνω από 30 «clusters», τα περισσότερα εκ των οποίων βασίζονται στις φυσικές πρώτες ύλες που διαθέτει η χώρα, ή σε βιομηχανίες που αναπτύχθηκαν σε συγκεκριμένες περιοχές. Σύμφωνα με στοιχεία της ΓΓΕΤ, της Eurostat, αλλά και προσωπικής μας εμπειρικής έρευνας που στηρίχτηκε σε μελέτες περιπτώσεων (Πιπερόπουλος & Scase) η Ελληνική οικονομία δεν διαθέτει σήμερα κανένα οργανωμένο cluster, ενώ το μοναδικό που υπήρχε είχε καταγραφεί σε Ευρωπαϊκές έρευνες την δεκαετία του 1990 στη βιομηχανική περιοχή του Βόλου-Θεσσαλίας (το οποίο έπαψε να υφίσταται εδώ και μερικά χρόνια).
Ανάμεσα στα συμπεράσματα που κατέγραψα στην διδακτορική μου έρευνα (υπό τον καθηγητή του Πανεπιστημίου του ΚΕΝΤ Richard Scase – σύμφωνο και με τα διεθνή στοιχεία) είναι ότι η ελληνική κοινωνία και η οικονομική και επιχειρηματική της οργάνωση δεν ευνοεί τη ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ! Οι κύριες αιτίες, κατά την άποψή μου, εντοπίζονται, στην έλλειψη εμπιστοσύνης,
– μεταξύ των πολιτών και επιχειρηματιών,
– μεταξύ των πολιτών και των εκάστοτε κυβερνήσεων,
– μεταξύ των επιχειρήσεων, και, τελικά,
– μεταξύ των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων.
Η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων έχει πολύ ασθενείς ή καθόλου διασυνδέσεις με άλλους οργανισμούς, φορείς, ή επιχειρήσεις, αναπτύσσοντας καινοτομίες ουσιαστικά σε κατάσταση απομόνωσης.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι είναι πλέον εμπειρικά και θεωρητικά αποδεδειγμένο ότι η επιτυχημένη ανάπτυξη καινοτομιών και ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων απαιτεί την αλληλεπίδραση διαφορετικών οντοτήτων μέσα στην διαδικασία της μάθησης και της ανάπτυξης καινοτομίας, δεν αποτελεί έκπληξη ότι η χώρα μας, όπως είχα αναφέρει σε προηγούμενα άρθρα μου στην zougla.gr, κατατάσσεται 23η στις 27 χώρες μέλη της Ε.Ε. στην καινοτομική απόδοση και 94η στην οικονομική και επιχειρηματική ελευθερία!
Η ΜμΕ επιχείρηση αποτελεί την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας με 800.000 επιχειρήσεις η συντριπτική πλειοψηφία εκ των οποίων ανήκουν στην κατηγορία των πολύ μικρών επιχειρήσεων 0-9 άτομα. Τα κυριότερα πλεονεκτήματα της συμμετοχής των ΜμΕ σε business clusters είναι τα κάτωθι:
i. Οι επιχειρήσεις μπορούν να εστιαστούν στα ανταγωνιστικά τους πλεονεκτήματα.
ii. Αναπτύσσουν ικανότητες και διασυνδέσεις για άμεση λύση προβλημάτων.
iii. Επιχειρησιακό περιβάλλον που διέπεται από καινοτομία και δημιουργικότητα.
iv. Διάχυση γνώσεων, πληροφοριών και τεχνολογίας.
v. Ανταγωνισμός μέσω καινοτομίας.
vi. Προσφορά εξειδικευμένου προσωπικού.
Οι προοπτικές και οι προκλήσεις του 21ου αιώνα στους κόλπους της Ενωμένης Ευρώπης και της διεθνοποιημένης οικονομίας της ελεύθερης αγοράς απαιτούν από τις ελληνικές επιχειρήσεις να αντεπεξέλθουν σε ένα δυναμικό, πολύπλοκο και συνάμα αβυσσαλέο ανταγωνισμό για να επιβιώσουν που επιδεινώνεται από την βαθιά οικονομική κρίση των τελευταίων μηνών. Οι Έλληνες επιχειρηματίες με την αρωγή του ελληνικού κράτους και των φορέων του οφείλουν να προσαρμοστούν με γεωμετρική ταχύτητα σε σύγχρονα, καινοτόμα και δημιουργικά δίκτυα συνεργασίας επιχειρήσεων «clusters».
– Απαιτείται η διευκόλυνση (μέσα από αλλαγή νομοθετικών καθεστώτων και δημιουργία επίσημων επαφών) της προσέγγισης μεταξύ επιχειρήσεων–κράτους– πανεπιστήμιων, ενθαρρύνοντας τη συνεργασία για την ανάπτυξη καινοτομιών.
– Απαιτείται οργάνωση διαλόγου με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για την ευαισθητοποίηση για τα οφέλη των δικτύων και την χάραξη στρατηγικών που να ενθαρρύνουν business start-ups, spin-off companies, κοινοπραξίες, και συνεργατική Ε&ΤΑ.
– Χρειάζεται, από μηδενική βάση, ανασχεδιασμός της οικονομικής στρατηγικής της χώρας μας σε «business clusters», με την αφύπνιση και συμμετοχή όλων των φορέων που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα.