Ζήσης Ψάλλας
Η εφάπαξ αξιολόγηση της υγείας 1.800 παιδιών της Αυστραλίας, ηλικίας 11 έως 12 ετών, διαπίστωσε ότι πάνω από ένα στους τέσσερα (27%) είναι υπέρβαρα, αλλά οι ερευνητές λένε ότι δεν είναι βέβαιο πως τα παιδιά θα κληρονομήσουν το σχήμα ή το βάρος του σώματος των γονέων τους.
Το Murdoch Children’s Research Institute πραγματοποίησε τη μελέτη Child Health CheckPoint, η οποία συνίστατο σε περίπου 20 εξετάσεις υγείας, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής σύνθεσης, των παιδιών ετών και τουλάχιστον ενός από τους γονείς του. Τα δύο τρίτα (65%) των γονέων ήταν υπέρβαροι.
Η επικεφαλής της μελέτης Susan Clifford διαπίστωσε ότι οι υπέρβαροι γονείς συχνά είχαν παιδιά με υψηλότερα επίπεδα σωματικού λίπους. Ωστόσο, μέχρι σήμερα οι ερευνητές δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σχετικά με το πόσο τα αναπτυξιακά μοτίβα των παιδιών ταιριάζουν με τους γονείς.
«Είναι εκπληκτικά ασαφές το πόσο πιθανό είναι τα παιδιά να έχουν το ίδιο βάρος με τους γονείς τους. Οι προηγούμενες μελέτες έχουν πολύ διαφορετικά αποτελέσματα, με τη συσχέτιση μεταξύ του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) μεταξύ παιδιού και γονέα να κυμαίνεται από πολύ χαμηλά έως πολύ υψηλά» είπε η Clifford.
Η μελέτη βρήκε μόνο μέτρια συσχέτιση μεταξύ του ΔΜΣ ενός παιδιού ηλικίας 11-12 ετών και των γονέων του, το οποίο ήταν στο χαμηλότερο σημείο των προηγούμενων εκτιμήσεων.
«Αυτή η συγκρατημένη ομοιότητα μεταξύ γονέων και παιδιών δεν συμφωνεί με την απαισιόδοξη άποψη ότι τα παιδιά αναπόφευκτα θα καταλήξουν σαν τους γονείς τους, υπέρβαρα», δήλωσε η Clifford. «Η έρευνά μας δείχνει ότι πολλά πράγματα πέρα από το οικογενειακό περιβάλλον οδηγούν στην τρέχουσα ενδημική παχυσαρκία. Οι γονείς είναι, σε κάποιο βαθμό, οι ‘διατροφικοί φύλακες’ των παιδιών τους, αλλά από την άλλη πλευρά, τα παιδιά περνούν πολύ χρόνο στο σχολείο και με φίλους και σε άλλα περιβάλλοντα που δεν μοιράζονται με τους γονείς τους».