Μια γυναίκα η οποία είχε βοηθήσει τον Έντουαρντ Σνόουντεν όταν κρυβόταν στο Χονγκ Κονγκ, μετά τις αποκαλύψεις του για το πρόγραμμα παρακολουθήσεων Prism της NSA, έφθασε χθες τα μεσάνυχτα στον Καναδά, όπου της χορηγήθηκε άσυλο.
Σύμφωνα με ΜΜΕ, η Βανέσα Μέι Ροντέλ, ηλικίας 42 ετών, και η 7χρονη κόρη της Κιάνα έφθασαν στο αεροδρόμιο Πίρσον του Τορόντο, όπου μίλησαν, χαμογελώντας, σε δημοσιογράφους.
«Είμαστε τώρα μόνιμες κάτοικοι του Καναδά. Είμαστε πλέον ασφαλείς και ελεύθερες. Αισθάνομαι τεράστια ευγνωμοσύνη» είπε η Ροντέλ, υπήκοος Φιλιππίνων, βγαίνοντας από το γραφείο της υπηρεσίας μετανάστευσης.
Σήμερα μητέρα και κόρη θα μεταβούν στο Μόντρεαλ, όπου θα εγκατασταθούν, χάρη στην αναδοχή μιας μη κερδοσκοπικής οργάνωσης. Η ΜΚΟ «For the Refugees» («Για τους Πρόσφυγες»), που έχει ιδρύσει μια ομάδα Καναδών δικηγόρων, τις συνόδευσε στη διαδικασία αίτησης ασύλου.
Η Ροντέλ είχε κρύψει τον Σνόουντεν στο διαμέρισμα όπου διέμενε στο Χονγκ Κονγκ το 2013, μετά τις αποκαλύψεις του άλλοτε συμβασιούχου της NSA για την ύπαρξη ενός παγκόσμιου συστήματος παρακολούθησης των επικοινωνιών και του διαδικτύου, σύμφωνα με την καναδική δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση.
Έκτοτε δεχόταν πιέσεις από τις Αρχές του Χονγκ Κονγκ και διέτρεχε κίνδυνο επαναπροώθησης στη χώρα της, κατά την ίδια πηγή.
Η οργάνωση «For the Refugees», που ανέλαβε την αναδοχή της γυναίκας και της κόρης της, ιδρύθηκε το 2016 από μια ομάδα δικηγόρων στο Μόντρεαλ για να υποστηρίξει τρεις οικογένειες προσφύγων που έχουν γίνει γνωστές με την ονομασία «οι άγγελοι του Σνόουντεν», σύμφωνα με έναν εκπρόσωπό της.
Ο Σνόουντεν, ο οποίος είχε μετατραπεί στο πλέον καταζητούμενο πρόσωπο για τις αμερικανικές υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών, έμεινε με οικογένειες από τις Φιλιππίνες και τη Σρι Λάνκα σε μια παραγκούπολη στο Χονγκ Κονγκ, πριν καταλήξει στη Μόσχα.
Οι οικογένειες κινδύνευαν να υποστούν αντίποινα, αφού ο ρόλος τους παρουσιάστηκε στην ταινία του Όλιβερ Στόουν για τον Σνόουντεν, η οποία διανεμήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες το 2016.
Μια δικηγόρος της οργάνωσης «For the Refugees» τόνισε πως «το ρολόι χτυπάει για τους υπόλοιπους τρεις πρόσφυγες και τα δύο μικρά παιδιά τους» που είχαν βοηθήσει τον Σνόουντεν.
«Δεν μπορώ να περιγράψω τα αισθήματα που βιώνω βλέποντας ότι θα έχουν ένα μέλλον, ότι θα μπορέσουν να ζήσουν με ασφάλεια στον Καναδά. Είμαι ευγνώμων» δήλωσε ο Σνόουντεν σε συνέντευξή του στο Radio-Canada.
«Μου άνοιξαν την πόρτα τους» και «δεν έκαναν ερωτήσεις», είπε ο πρώην συμβασιούχος της NSA για τους πρόσφυγες αυτούς που ζούσαν σε επισφαλείς συνθήκες στο Χονγκ Κονγκ όταν του προσέφεραν καταφύγιο το 2013, ενώ τον έψαχναν οι αμερικανικές υπηρεσίες. «Καταλάβαιναν ότι με κυνηγούσαν» πρόσθεσε.
Ερωτηθείσα από τα ΜΜΕ, η Καναδή υπουργός Εξωτερικών Κρίστια Φρίλαντ δήλωσε ότι «δεν επενέβη» στη διαδικασία και ότι η απόφαση να χορηγηθεί άσυλο «δεν είχε» πολιτικά κίνητρα. «Δεν πρόκειται για ζήτημα γεωπολιτικών σχέσεων» επέμεινε η επικεφαλής της καναδικής διπλωματίας, ερωτηθείσα για τις ενδεχόμενες συνέπειες που θα έχει στις καναδοαμερικανικές σχέσεις αυτή η χορήγηση ασύλου.
Ο πρωθυπουργός του Καναδά Τζάστιν Τριντό, ερωτηθείς για την υπόθεση, σημείωσε πως δεν θέλει να σχολιάσει μια «συγκεκριμένη περίπτωση».
Το Υπουργείο Μετανάστευσης του Καναδά αρκέστηκε να αναφέρει στο Γαλλικό Πρακτορείο πως, όταν συντρέχουν «εξαιρετικές περιστάσεις», συγκεκριμένοι φάκελοι αιτούμενων άσυλο μπορεί να εξεταστούν με «ταχύτερες» διαδικασίες από ό,τι σε συνηθισμένες περιπτώσεις.
Άλλοι πέντε άνθρωποι, υπήκοοι της Σρι Λάνκα, περιμένουν απάντηση από την καναδική κυβέρνηση, σύμφωνα με την εφημερίδα «National Post».
Ο Έντουαρντ Σνόουντεν εξακολουθεί έως σήμερα να ζει εξόριστος στη Ρωσία. Οι Αρχές των ΗΠΑ τον κατηγορούν για κατασκοπεία και κλοπή κρατικών μυστικών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ