Το 1940 βρίσκει τον διάσημο Γάλλο θεατράνθρωπο Λουί Ζουβέ, να διδάσκει μία μαθήτριά του, την Κλαούντια, τον ρόλο της «Ελβίρας» από τον «Δον Ζουάν» του Μολιέρου. Οι σημειώσεις που κρατούσε από αυτά τα μαθήματα υποκριτικής, τα οποία έγιναν στο Κονσερβατουάρ του Παρισίου λίγο πριν και κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής, μετατράπηκαν σε θεατρικό έργο σαράντα έξι χρόνια μετά. Το έργο φέρει τον τίτλο «Ζουβέ-Ελβίρα» και παρουσιάζει μια σειρά από πρόβες, της ίδιας κάθε φορά σκηνής, δίνοντας στο κοινό την αίσθηση ότι παρακολουθεί μία ανοιχτή πρόβα.
Πίσω από αυτό το έργο, η ζωή των αληθινών πρωταγωνιστών κρύβει μια συγκινητική ιστορία: στην Κλαούντια, επειδή ήταν Εβραία, απαγορεύτηκε να εργαστεί στο θέατρο. Πιο πριν, είχε πάρει το πρώτο βραβείο στις διπλωματικές εξετάσεις, καθώς, βλέποντας το τέλος να πλησιάζει, έδωσε την πιο σπαρακτική ερμηνεία της ζωής της, απαλλαγμένη υποσυνείδητα από κάθε ματαιοδοξία ή αλαζονεία. Όσο για τον δάσκαλό της, τον Λουί Ζουβέ, αυτοεξορίστηκε μέχρι το τέλος του πολέμου.
Αυτόν τον καιρό το «Ζουβέ-Ελβίρα» κάνει τον γύρο της Ευρώπης, σε σκηνοθεσία του παγκοσμίου φήμης Ιταλού ηθοποιού Toni Servillo, ο οποίος κρατάει και τον πρωταγωνιστικό ρόλο: Βενετία, Μιλάνο, Παρίσι, Νάπολη, Φλωρεντία, Ανκόνα, Τορίνο, Μαδρίτη, Λυών, Κλουζ, Αγία Πετρούπολη. Επόμενοι σταθμοί της παράστασης η Ρώμη και το Παρίσι, ενώ θα ήταν ευχής έργο να φιλοξενηθεί και στην Ελλάδα.
Στη χώρα μας, βέβαια, το ίδιο έργο είχε πρωτοπαρουσιαστεί τρεις δεκαετίες πίσω, στο θέατρο Κνωσός, από τον θεατρικό οργανισμό «Εποχή», του οποίου ιδρυτής ήταν ο Βασίλης Παπαβασιλείου. Ο ίδιος, όταν ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, επέτυχε την είσοδό του στον διεθνή οργανισμό Union des Theaters de l’Europe. Σημειώνεται ότι ο τότε πρόεδρος του οργανισμού ήταν ο Giorgio Strehler, ιδρυτής του Piccolo Teatro στο Μιλάνο, του θεάτρου όπου ο Toni Servillo πρόσφατα ανέβασε την παράσταση «Ζουβέ-Ελβίρα» και όπου είχαμε κι εμείς την ευκαιρία να τον συναντήσουμε.
Το «Ζουβέ-Ελβίρα» στο Κνωσός είχε αποσπάσει εγκωμιαστικές κριτικές από τον τύπο της εποχής και πολλά βραβεία. Τη σκηνοθεσία και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Ζουβέ είχε ο Παπαβασιλείου, ο οποίος υπέγραφε και τη μετάφραση. Η Μάνια Παπαδημητρίου είχε τον διπλό ρόλο της «Κλαούντια-Ελβίρα», έναν ρόλο που την καθιέρωσε, λίγα χρόνια μετά την αποφοίτησή της από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης.
Ζητήσαμε από τον Τoni Servillo, μετά την παράσταση του στο Piccolo Teatro και από τη Μάνια Παπαδημητρίου να ανταλλάξουν την προσωπική τους εμπειρία με αφορμή αυτό το εμβληματικό, για την υποκριτική τέχνη, έργο. Η ιδέα αυτή είχε ως αποτέλεσμα τον παρακάτω διάλογο:
Μ.Π. O Ζουβέ λέει: «Υπάρχει ένας τρόπος να κάνεις τη δουλειά σου που εν τέλει είναι σημαντικότερος κι από τη δουλειά την ίδια». Αυτό είναι κάτι που δεν το καταλάβαινα όταν ήμουν μικρή και έπαιζα στο έργο. Τώρα, τρεις δεκαετίες μετά, νιώθω ότι μόλις προχθές κατάλαβα τι εννοεί. Εσείς πώς την αισθάνεστε τούτη τη φράση;
Τ.Σ. Πραγματοποίησα τη μεταφορά του έργου «Ζουβέ-Ελβίρα» στη σκηνή εστιάζοντας στη διαδικασία αυτή καθαυτή, η οποία είναι από μόνη της μια συναρπαστική περιπέτεια. Μια περιπέτεια που σε φέρνει πότε ένα βήμα μπρος και πότε ένα πίσω, μια περιπέτεια για τον ηθοποιό να αποδώσει τον χαρακτήρα του ρόλου που υποδύεται, χωρίς «φτιασίδια». Ο Ζουβέ ανήκει σε αυτόν τον μικρό κύκλο σπουδαίων ηθοποιών, που μέσω της δουλειά τους, έχουν υποδείξει μία στάση ζωής που συνάδει με την καλλιτεχνική τους φύση και εν τέλει προτείνει μια διαφορετική ανάγνωση της ίδιας της ζωής.
Μ.Π. Πιστεύετε ότι το «Ζουβέ-Ελβίρα» είναι ένα θεατρικό έργο ή ένα ντοκιμαντέρ; Και απευθύνεται άραγε μόνο στους ανθρώπους του θεάτρου; Ρωτώ γιατί από τη δική μας εμπειρία, συναντήσαμε θεατές από διάφορα επαγγέλματα, κυρίως γιατρούς, που τους άρεσε το έργο και έλεγαν ότι ένιωθαν πως μιλάει και για τη δική τους «τέχνη».
Τ.Σ. Πράγματι, ό,τι περιγράφετε συνέβη και με τη δική μας παράσταση. Το «Ζουβέ-Ελβίρα» είναι αναμφισβήτητα ένα θεατρικό έργο που δεν απευθύνεται αποκλειστικά στους θεατρόφιλους και τον αμιγώς θεατρικό κόσμο. Εάν ήταν έτσι, θα είχαμε να κάνουμε με μια στείρα θεατρική λειτουργία, μια ημιτελή τέχνη.
Καθώς το έργο φωτίζει την προετοιμασία μίας παράστασης, το κοινό έχει την ευκαιρία να δει περισσότερο «το θέατρο εν ώρα εργασίας», δηλαδή αυτό που το θέατρο προκαλεί στις συνειδήσεις των ηθοποιών και εκείνων που το παρακολουθούν.
Μ.Π. Ποια είναι η γνώμη σας για την έννοια του φυσικού παιξίματος στο θέατρο;
Τ.Σ. Οι μεγάλοι δάσκαλοι, όπως ο Λουί Ζουβέ, θεωρούν την τεχνική ως απαραίτητη βάση για να απελευθερώσει ο ηθοποιός τον βαθύτερο εσωτερικό του κόσμο, που είναι το κύριο εκφραστικό του μέσο. Αντί όμως να συμβαίνει αυτό, συχνά οι ηθοποιοί, ωθούμενοι από τη ματαιοδοξία τους, χρησιμοποιούν απλώς την τεχνική που έχουν κατακτήσει, οδηγούμενοι αναπόφευκτα σε μία στείρα ερμηνεία.
Μ.Π. «Βλέπεις τελικά πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα», αναφέρει ο Ζουβέ στην Κλαούντια έπειτα από πολύμηνες πρόβες. Σήμερα νιώθουμε ολοένα και περισσότερο πως αναζητούν όλοι ευκολότερους τρόπους να επιτύχουν ένα αποτέλεσμα σε αντίθεση με τις παλαιότερες γενιές που διδαχθήκαμε να αναζητούμε την δυσκολία του πράγματος και να την ξεπερνάμε. Μοιάζει όμως να μην είναι το ζητούμενο του παρόντος κόσμου. Εσείς τι πιστεύετε;
Τ.Σ. Επέλεξα αυτό το έργο κυρίως λόγω της αγάπης και της εκτίμησης που τρέφω για τον Ζουβέ, αυτόν τον σπουδαίο θεατράνθρωπο. Η δική του θεώρηση για την τέχνη του θεάτρου ήταν αυτή που με διέπλασε. Ανέβασα, λοιπόν, αυτό το έργο ώστε να τον γνωρίσουν και οι νέοι, που συχνά πιστεύουν ότι ένα μόνο χάρισμα αρκεί για να εξασφαλίσει την επιτυχία. Λες και ο ηθοποιός δεν είναι παρά ένας εκπαιδευμένος πίθηκος. Αντίθετα, απαιτείται ένα σύνολο χαρακτηριστικών που πρέπει να διαθέτει ο ηθοποιός ώστε ο ρόλος που υποδύεται να πάρει σάρκα και οστά επί σκηνής.
Μ.Π. Είχατε την ευκαιρία να παίξετε στην τελευταία ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Αυτήν που δεν τελείωσε ποτέ. Ήταν ένας δάσκαλος της εικόνας αλλά και της υποκριτικής τέχνης. Και η απώλειά του ήταν πολύ μεγάλο πλήγμα για τη χώρα μου αλλά και για τον ποιητικό κινηματογράφο της Ευρώπης γενικότερα, θέλω να πιστεύω. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι’ αυτή σας την εμπειρία;
Τ.Σ. Η συνεργασία με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο ήταν μια εμπειρία γεμάτη συγκίνηση και συναίσθημα. Με το τραγικό τέλος του, χάσαμε έναν άνθρωπο και έναν καλλιτέχνη που κατά τη διάρκεια της καριέρας του κατάφερε να συνταιριάξει τον κινηματογράφο με την ποίηση. Προτείνοντας ένα είδος κινηματογράφου, μακριά από τις προσταγές της βιομηχανίας του θεάματος, είχε μια μοναδική ικανότητα να φτιάχνει εικόνες, σε έναν δικό του χρόνο κινηματογραφικής αφήγησης. Η τέχνη του Αγγελόπουλου μπορεί να αποτελέσει οδηγό επιβίωσης για τους ανθρώπους σε έναν κόσμο που χάνει ολοένα την ηθική του αντίσταση.
Επιμέλεια κειμένων και μετάφραση: Μαρία Μίσσια, Λουκία Σταύρου